ΗΠΕΙΡΟΣ – ΘΕΣΣΑΛΙΑ (3902 λέξεις)
ΜΑΤΣΟΥΚΙ – ΑΝΘΟΥΣΑ
Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
© Φεβρουάριος 2003
Ορεινό Κρησφύγετο
Όταν έχεις διαβάσει και έχεις ακούσει τόσα από γέροντες, ιστορίες και θρύλους για ένα τόπο, όταν στην φαντασία σου νοιώθεις να συγκρούεται ο θρύλος με την πραγματικότητα, τότε χρειάζεται να δώσεις εσύ απάντηση στα ερωτήματα. Να ταξιδέψεις εσύ, ώστε να σχηματίσεις την δική σου γνώμη.
Τα περισσότερα αν όχι όλα τα χωριά που ανήκουν στα ορεινά της Πίνδου χωρίζονται σε μικρότερες ομάδες. Της Κολώνιας στην Δυτική πλευρά του Γράμμου, της κεντρικής Πίνδου, και της λεκάνης απορροής του άνω Αράχθου, που βρισκόμαστε τώρα. Σ’ αυτές τις απότομες δυτικές πλευρές της Πίνδου, νότια από το Περιστέρι και κάτω από την Κακαρδίτσα ζει και αναπνέει το κατοικημένο χειμώνα καλοκαίρι Ματσούκι, ενώ στις πλευρές του Λάκμου υπάρχουν τα πετρόχτιστα Συράκο και Καλαρρύτες. Οι τρεις αυτοί γείτονες χωρίζονται από πλούσια σε νερά ρέματα με πολλά σημεία για κολύμπι σε μια φύση εξαιρετικά πλούσια μέσα στα καταπράσινα φαράγγια. Διαδρομές αξέχαστες βατές με street, εύκολες με enduro, πεζοπορίες απλές σε ένα χώρο που περισσεύουν της φύσης και του ανθρώπου τα επιτεύγματα.
Το Ματσούκι στα 1100 μ. Υ ανήκει διοικητικά στα Γιάννινα και είναι το πιο απομακρυσμένο της επαρχίας Δωδώνης κάπου 85 χλμ μακριά. Από την δστ των Χριστών ανηφορίζει ο δρόμος μέσα σε ένα εκπληκτικό τοπίο και σύντομα βλέπετε ψηλά στην δυτική πλευρά της Κακαρδίτσας το χωριό. Λίγο πριν, περίπου στα 5,5 χλμ από την δστ, αριστερά σας, σ’ ένα μικρό πλάτωμα της απότομης πλαγιάς του βουνού Κριθάρια, πάνω από το Ματσουκιώτικο ρέμα, φαίνεται καθαρά το πιο απομονωμένο και απρόσιτο μοναστήρι του νομού Ιωαννίνων, αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου.
Ακριβώς στον ‘’καταυλισμό’’ δίπλα από την στάνη βλέπετε τα απομεινάρια του πρόσφατου παρελθόντος. Αυτές οι μικρές αποθήκες χρησίμευαν για τα εμπορεύματα που έφταναν ως εδώ με το λεωφορείο. Μετά, οι μαγαζάτορες του Ματσουκίου τα φόρτωναν στα ζώα και κατηφόριζαν στο ποτάμι προς το μονοπάτι που έφτανε στο χωριό. Αριστερά σας φεύγει αυτός ο χωματόδρομος που κατεβαίνει στο ολόδροσο ποτάμι ή στο πέτρινο γεφύρι ‘’του Σταφυλά’’ σε έναν τόπο όλο νερά. Η διαδρομή προς την μονή περνάει από το ποτάμι και σκαρφαλώνει σε ένα βαθύσκιωτο ανηφορικό δρόμο. Μικρή η απόσταση αλλά απερίγραπτη καθώς ανηφορίζει και η θέα όσο πάει μεγαλώνει.
Η Ιερά Μονή Ευαγγελίστριας Ματσουκίου ή Βίλιζας όπως έχει επικρατήσει, στέκει εκεί πραγματικός Βιγλάτορας εποπτεύοντας μια τεράστια περιοχή. Μικρή πεζοπορία από το λιβαδάκι της Μονής αλλά στο τέλος φαίνονται οι Καλαρρύτες, που συνδέονται με μονοπάτι σε 1ω30’ με το μοναστήρι, το Συράκο, αλλά και τα χωριά κάτω στην κοιλάδα. Από την Μονή το μονοπάτι συνεχίζει για 45’ μέχρι το Ματσούκι. Το όνομα Βίλιζα προήλθε από τα ερείπια ενός αρχαίου φρουρίου, που βρίσκεται κοντά στην Μονή και από την Λατινική λέξη Vigilo ή την βλάχικη βέγκλιου ή αβέγκλιου, που σημαίνει φρουρώ, φυλάττω. Η Δυσπρόσιτη και απόκρημνη χαράδρα του Αράχθου αποτελούσε δίοδο επικοινωνίας με την Θεσσαλία και υπήρχαν ισχυρές ακροπόλεις – φρούρια που προφύλασσαν αλλά και έλεγχαν αυτές τις θέσεις. Μια θέση φαίνεται ότι ήταν και η Βίλιζα.
Μια τοπική ρήση – παροιμία με πολλές παραλλαγές, που αναφέρεται από τον Άγγλο λοχαγό και περιηγητή William Martin Leake, που περιηγήθηκε την Ελλάδα από τον Φεβρουάριο του 1804 έως τον Μάρτιο του 1810, και ακόμα και σήμερα λέγεται στο Ματσούκι δίνοντας μια ιδέα της πρώτης κατάστασης στον ορεινό αυτό χώρο είναι ‘’το Κάστρο Βύλιζα, Ματσούκι χωριό, οι Καλαρρύτες μαχαλά και το Συρράκο πέντε σπίτια’’. Έμεσα αυτό μαρτυρεί ότι η μονή πριν αιώνες διέθετε οχύρωση και υπάρχει πιθανότητα να ήταν κάστρο. Κάτι που συνηγορεί υπέρ αυτού είναι οι δεκάδες μεγάλες πέτρες που υπάρχουν βορειοανατολικά σχεδόν δίπλα της. Κατά τον 19ο Αι η ρήση αυτή δεν ίσχυε πια.
Το Ματσούκι, από μεγάλο βλαχοχώρι της περιοχής με εργατικούς κατοίκους που είχαν δημιουργήσει εμπορικούς οίκους στην Ιταλία, στις ακτές της Αδριατικής και στα Επτάνησα είχε μόλις εικοσιπέντε σπίτια και το Συρράκο και οι Καλαρρύτες είχαν πεντακόσια το καθένα με συνολικό πληθυσμό πέντε έξι χιλιάδες ψυχές χωρίς να υπολογίζονται μερικές εκατοντάδες ανθρώπων που ασχολούνταν με το εμπόρια χωρίς να είναι από εκεί. Η ύπαρξη του ‘’κάστρου’’ της Βίλιζας σχετίζεται άμεσα με τον συνοίκηση του Ματσουκίου σύμφωνα και με την προαναφερθείσα παροιμία. Η ίδρυση της μονής ανάγεται στον 11ο Αι αλλά χωρίς να υπάρχουν οι ανάλογες γραπτές μαρτυρίες.
Ανεβαίνοντας για τα καλά πια την χαράδρα, θα περάσετε από την μακριά στρατιωτική γέφυρα Μπέλευ μήκους 51 μέτρων. Εκεί πραγματικά το τοπίο ενθουσιάζει τον ταξιδιώτη. Μια έκρηξη φυσικού μεγαλείου με τα πλούσια παφλάζοντα νερά ακούγεται σε όλη την βαθειά χαράδρα. Αυτή, άγρια και απροσπέλαστη στέκει εκεί, μην επιτρέποντας μέχρι πριν λίγα χρόνια την καθυπόταξή της με οποιοδήποτε τρόπο. Με πλάτος στο μικρότερο σημείο της σαράντα οκτώ μέτρα και βάθος σαράντα τέσσερα ήταν αδύνατη η γεφύρωσή της με τα γνωστά μέσα της εποχής.
Έτσι έμεινε μέχρι τα χρόνια μας που το χωριό άδειασε από τους κατοίκους του. Μόλις τον χειμώνα του ’81 ο στρατός τοποθέτησε πεζογέφυρα τύπου Μπέλευ και στη συνέχεια, μετά από τέσσερα χρόνια, ανοίχθηκε ο δρόμος μέχρι το χωριό και τοποθετήθηκε (Αύγουστος του 1985) η υπάρχουσα σήμερα σιδερένια γέφυρα Μπέλευ για αυτοκίνητα, δίνοντας ανάσα ζωής στο χωριό και στους εναπομείναντες κατοίκους. Το μεγαλείο της φύσης θα σας ενθουσιάσει και σίγουρα θα σταματήσετε να θαυμάσετε από κοντά το έργο. Πραγματικά δεν θα έχετε ξαναδεί κάτι παρόμοιο, ενώ λίγες δεκάδες μέτρα μετά, μια δεύτερη μικρότερη, τσιμεντένια γέφυρα σας επιτρέπει να ανεβείτε άνετα ως την πλατεία, συνολικά εφτάμισι χλμ από την δστ των Χριστών. Αν αναρωτιέστε πως γινόταν η συγκοινωνία έως τα πρόσφατα χρόνια η απάντηση είναι στο στόμα όλων των Ματσουκιωτών. Οι μουλαρόδρομοι και τα δύσβατα μονοπάτια προς Γιάννινα, Άρτα και οι ορεινές διαβάσεις προς Τρίκαλα με ότι, αντιξοότητες και κινδύνους παρουσίαζε αυτή η μορφή επικοινωνίας.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι μαζί με τα άλλα χωριά του βόρειου τμήματος του Μαλακασίου, λόγω του οχυρού και δυσπρόσιτου του εδάφους δεν υποδουλώθηκε αμέσως στους Τούρκους. Ακόμα και μετά την άλωση των Ιωαννίνων (1431) και την υποταγή της Ηπείρου (1460), διατήρησε για αρκετά ακόμα χρόνια την ανεξαρτησία του. Οι Τούρκοι φτάνουν μέχρι τα σύνορα της Αθαμανίας, που περικυκλώνεται μεν, αλλά δεν υποτάσσεται. Οι ορεινοί βλάχικοι πληθυσμοί των Τζουμέρκων μετά από πολυετή αντίσταση κατά του κατακτητή υποτάχτηκαν τελικά, με την θέλησή τους, επειδή δεν μπορούσαν να συνεχίσουν τον αγώνα αλλά και για τα μεγάλα, αποκλεισμένα στα ορεινά ως τότε, κοπάδια τους που έπρεπε να τα κατεβάζουν στο κάμπο.
Ακόμα και τότε όμως, οι σκληρές διαπραγματεύσεις έφεραν το Ματσούκι και τα παρακείμενα χωριά στην ισχυρή προστασία της Βασιλομήτορος (1479/1480) χαρακτηρίζοντάς τα για περισσότερους απο τρεις αιώνες Ελεύθερα ή Ελευθεροχώρια ευρύτερα γνωστά στις μέρες μας σαν Κεφαλοχώρια. Σημαντικά προνόμια που παραχωρήθηκαν ήταν η διατήρηση της θρησκείας και της γλώσσας, ενώ είχαν τοπικά δικαστήρια, εκλέγανε τους δημογέροντες, διόριζαν αγροφύλακες, εισπράκτορες φόρων κ.α.
Οι αιώνες που πέρασαν έδωσαν στα Τζουμερκοχώρια μεγαλύτερη ανάπτυξη που αντικατοπτρίζεται ως τις μέρες μας με τις τεραστίων εξόδων ανεγέρσεις γεφυριών, εκκλησιών, μοναστηριών, αρχοντικών με περίτεχνες ζωγραφικές αναπαραστάσεις στις εισόδους και τα ταβάνια, αλλά και τις εξωπραγματικού κόστους αφιερώσεις, αγιογραφήσεις, κατασκευές πανάκριβων επιχρυσωμένων τέμπλων στις εκκλησίες. Αλλά τίποτα δεν διαρκεί για πάντα. Αργά αλλά σταθερά, στο πέρασμα του χρόνου η αυτονομία και τα προνόμια έπεσαν σε αφάνεια, φτάνοντας στην εποχή του Αλή πασά μόνο τέσσερα χωριά να απολαμβάνουν ακόμα τις ελευθερίες. Συράκο, Καλαρρύτες, Ματσούκι και Μελισσουργοί. Μετά την πτώση του Σουλίου (1803) αφαιρέθηκαν όλα τα προνόμια που είχαν απομείνει σ’ αυτά τα βλαχοχώρια.
Και το Ματσούκι ήταν γνωστό για τους ραφτάδες και τις περίφημες κάπες που κατασκεύαζαν εκεί, όμως όλα αυτά τα παλιά χρόνια οι Ματσουκιώτες ασχολούνταν κυρίως με την γεωργία, τα σημάδια της οποίας φαίνονται και σήμερα στα βουνά με τις απότομες κλίσεις και τους προστατευτικούς ‘’τοίχους’’ – ξερολιθιές (αναβαθμίδες), που συγκρατούσαν τα χώματα. Έτσι εξοικονομούσαν χώρο αφού τα χωράφια ‘’κατέβαιναν’’ τη ράχη του βουνού κλιμακωτά. Τα χρόνια πέρναγαν και από το 1920 μπήκαν στην ζωή τους τα γιδοπρόβατα φτάνοντας στις μέρες μας να έχουν πετάξει σχεδόν όλοι τα αλέτρια και να ασχολούνται καθαρά με την επιδοτούμενη πλέον κτηνοτροφία, την τυροκομία και το εμπόριο.
Το Ματσούκι δεν έχει σήμερα κάποια αρχιτεκτονική ομοιότητα με τα γειτονικά Συράκο – Καλαρρύτες. Είναι πολύ διαφορετικό χωρίς να λείπουν τα πετρόχτιστα σπίτια, παλιά αρχοντικά, το πανέμορφο σχολείο, ο πρόσφατα συντηρημένος νερόμυλος, τα εννέα! παραδοσιακά καφενεδάκια. Η εικόνα που διατηρεί στο μυαλό του ο επισκέπτης με τις περίτεχνες από σχιστόλιθο στέγες των γειτονικών χωριών ξενίζει, όταν αντικρίζει τις στέγες από φύλλα τσίγκου. Σε αυτή την ‘’λύση’’ συνετέλεσε και η δωρεάν διανομή του από το κράτος μετά τον Β’ Π.Π., σαν οικονομική ενίσχυση στα χωριά που είχαν υποστεί καταστροφές από τις δυνάμεις κατοχής.
Όμως αυτό όσο και να επηρεάζει τελικά, η φυσική ομορφιά του τόπου και η φιλόξενη διάθεση των κατοίκων επικρατεί, παρ’ όλο που, πιστέψτε το, δεν βλέπουν τόσο συχνά ‘’ξένους’’ επισκέπτες. Είναι βέβαιο ότι αυτή η διατήρηση των παραδοσιακών πετρόχτιστων χωριών της Ηπείρου οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην έλλειψη δρόμου αφού όπως είδαμε η επικοινωνία γινόταν από δύσβατα μονοπάτια. Το ορεινό και δυσπρόσιτο της περιοχής επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι ήταν, ανάμεσα στα μετρημένα στα δάχτυλα, ίσως το τελευταίο από τα ορεινά χωριά της Πίνδου που ηλεκτροδοτήθηκε τόσο αργά (Απρίλιος 1984), με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για το ενδιαφέρον και τις ανέσεις που ζητούν οι ταξιδιώτες.
Εδώ προς το παρόν δεν υπάρχει ξενώνας η κάτι άλλο, οπότε πρέπει να επιλέξετε κατασκήνωση ή ημερήσια εκδρομή για τα πραγματικά πολλά και ιστορικά αξιοθέατα. Το χωριό βρίσκεται σε εκπληκτική γεωγραφική θέση και πολλοί, τα τελευταία μόλις χρόνια, το επισκέπτονται ακριβώς γι’ αυτό. Η αμόλυντη φύση και οι ορεινές διαβάσεις προσδίδουν στον χώρο ονειρικές διαστάσεις. Αν σε αυτές προσθέσουμε και τις διαδρομές που διηγούνται και πραγματοποιούσαν οι γεροντότεροι τότε προκύπτει κάτι που δεν συναντούμε εύκολα στην επικράτεια πέρα και πάνω από αυτό που σερβίρεται τελευταία σαν ‘’εναλλακτικός τουρισμός’’.
Σχεδόν όλοι οι δρόμοι στο Ματσούκι είναι στρωμένοι με τα παλιά καλντερίμια που διατηρούν άθικτη την αίγλη τους. Παρά το ότι, λέγεται και γράφεται, μακάρι οι ντόπιοι να μην μπουν σε πειρασμό να τα ‘’χαλάσουν’’ για χάρη της αυτοκίνησης. Αυτά που φτιάξανε Πραμαντιώτες μάστοροι της πέτρας θα πρέπει να φυλαχτούν σαν κόρη οφθαλμού γιατί αποτελούν και θα πρέπει να αντιμετωπίζονται σαν πολιτιστική κληρονομιά1 για όλους τους Έλληνες. Αυτά θα σας ‘’οδηγήσουν’’ στην γνωριμία με το χωριό και στην μεγάλη πλατανοσκέπαστη πλατεία για να γευθείτε ντόπιους μεζέδες και τσιπουράκι. Ρωτήστε πως θα βρείτε τον πρόσφατα ανακαινισμένο νερόμυλο και την ντριστέλα, μνημεία λαϊκού πολιτισμού σήμερα, που μέχρι πρόσφατα (1983 – ’85) εξυπηρετούσαν τις τοπικές ανάγκες. Το ερειπωμένο σήμερα Μαντάνι είναι στο πρόγραμμα να κατασκευαστεί από την αρχή.
Δίπλα από το παλιό ιστορικό σχολείο είναι κτισμένη η καινούργια τρίκλιτη βασιλική της Αγίας Παρασκευής, με όμορφο ξυλόγλυπτο τέμπλο και παλιές φορητές εικόνες (μια από το Σαμαριναίο Ιωάννη Παντοστόπουλο) από την παλιά εκκλησία που κατεδαφίστηκε πρόσφατα. Περιφερειακά του χωριού υπάρχουν πέντε ξωκλήσια το καθένα με το δικό του ενδιαφέρον. Το πιο εντυπωσιακό είναι του Αγίου Αθανασίου, ακριβώς απέναντι από το χωριό, γαντζωμένο στο χείλος του γκρεμού, μόλις είκοσι λεπτά πεζοπορία. Στην ιστορία του αναφέρεται και ένα θαύμα, που έγινε ανάμεσα στην εκκλησία και τον μεγάλο γκρεμό σώζοντας ένα παιδάκι που έπεσε από εκεί και βρέθηκε 50μ πιο κάτω χωρίς να έχει πάθει το παραμικρό.
Το ιστορικό μοναστήρι της Βίλιζας είναι από μόνο του αξιοπρόσεκτο και είναι το πρώτο που κοιτούν οι επισκέπτες, ήδη από τον κεντρικό δρόμο δίπλα από τις αποθήκες και τα μαντριά καθώς ανεβαίνουν στο Ματσούκι. Η πρώτη, μέχρις ενός σημείου σύνδεση με την μονή είναι από εκεί, για όσους θέλουν να πάνε με την μοτοσυκλέτα ή το 4*4. Η άλλη όμως, η πεζοπορική, στην ‘’Μέση’’ όπως λέγεται, είναι που κάνει την διαφορά. Αυτό το μονοπάτι που χωρά αυστηρά ένα μόνο άτομο ήταν μέχρι πρόσφατα που ανοίχθηκε ο δρόμος από το ποτάμι, η μοναδική πρόσβαση για όλους τους περιηγητές – προσκυνητές, εκτός αν έπρεπε να μεταφερθεί κάτι με ζώα. Τότε πήγαιναν από το ξωκλήσι των Αγίων Θεοδώρων στο μονοπάτι που από το 1980 έχει ‘’σαρίσει’’. Το άγριο και απρόσιτο σημείο που είναι κτισμένο το μοναστήρι αλλά και τα νερά από τα τρία ρέματα που κυλούν κάτω στην χαράδρα, τα κρωξίματα των πουλιών που συνοδεύουν τον πεζοπόρο στην διαδρομή δίνουν στην ατμόσφαιρα το μέτρο, υποβάλλοντας την ανθρώπινη ψυχή σε μια νοσταλγική αναζήτηση του Θείου μυστηρίου. Σε τρία τέταρτα έχετε φτάσει στην μονή. Από εδώ περνά μια από τις παρακάμψεις του Ε – 6, το μονοπάτι Ο1 που διασχίζει τον ορεινό χώρο των Ιωαννίνων από το ύψος της Μεγάλης Γότιστας και φτάνει έως την Αθαμανία και το Γαρδίκι Τρικάλων.
Το ιστορικό μοναστήρι της Βίλιζας, με θεάρεστο έργο σε όλη την ιστορία του, αν κρίνουμε από τα 350 βενέτικα φλουριά που ξόδεψε το 1746 ο ηγούμενός Αγάπιος για το χτίσιμο της ερειπωμένης σήμερα πέτρινης γέφυρας Παπαστάθη, από την πλούσια βιβλιοθήκη του και τις πολεμίστρες, θα πρέπει να ήταν πολύ πλούσιο. Όλο το συγκρότημα της Μονής είναι εντυπωσιακό, όχι μόνο εξωτερικά με το μακρύ και ψηλό τοίχο που την περιβάλει αλλά και εσωτερικά, από την στιγμή που διαβαίνει ο επισκέπτης τον εξωτερικό μεγάλο και ευρύχωρο σε περίπτωση βροχής πυλώνα.
Έχουν γίνει προσεκτικές εργασίες συντήρησης ενώ όλα τα κτίρια, ο περίβολος, αλλά και το εσωτερικό της μονής, το αίθριο, είναι από πέτρα και η στέγη σκεπάζεται με πλάκα. Ο χώρος πραγματικά αποπνέει κάτι θείο, ισχύ και αγώνες ενώ τα κελιά, οι αποθήκες, και οι κοινόχρηστοι χώροι βρίσκονται σε σχετικά καλή κατάσταση μετά την αναστήλωσή τους το 1970 – ’72. Δίπλα από τα κτήρια της μονής, έξω από τον φρουριακής κατασκευής τοίχο βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγίου Ιωάννου του Πρόδρομου και δίπλα μια κομψή πετρόχτιστη στέρνα. Και το παρεκκλήσι αλλά και η μονή, είναι κατάγραφα από εξαιρετικές τοιχογραφίες το δε τέμπλο στο παρεκκλήσι του Προδρόμου είναι επιχρυσωμένο ξυλόγλυπτο με λεπτομερή φυτικό και ζωικό διάκοσμο. Ξεχωρίζει στον βόρειο τοίχο του παρεκκλησιού του Προδρόμου η τοιχογραφία ‘’ο ανελεήμων Χάρος’’. Όσο εισχωρεί ο επισκέπτης στον χώρο τόσο οι ιστορικές μνήμες αγκαλιάζουν την σκέψη.
Πρόσφατα στο χωριό ιδρύθηκε Θρησκευτικό – Ιστορικό – Πολιτιστικό Μουσείο Ι. Μ. Βίλιζας. Το μουσείο εγκαινιάσθηκε από τον μητροπολίτη Άρτας κ. Ιγνάτιο στις 14 Ιουλίου 2002 με την ευκαιρία του τέταρτου ανταμώματος των βλαχόφωνων κοινοτήτων Δυτικών Τζουμέρκων που έγινε στο Ματσούκι. Στην μεγάλη αίθουσά του υπάρχουν σπάνιες εικόνες του 17ου – 18ου – 19ου Αι, το μοναδικό χειρόγραφο της μονής (14ος Αι), έντυπα βιβλία του 16ου – 17ου Αι, το αναλόγιο και το βημόθυρο της μονής με τον σπάνιο διάκοσμο από ελεφαντόδοντο, και δεκάδες ιερά σκεύη, αντικείμενα που συντηρήθηκαν προσεκτικά και αναδεικνύονται μέσω του μουσείου. Πραγματικά μια πολύ καλή παρουσίαση που μαρτυρά την ιστορία και την εν γένει πολιτιστική κληρονομιά του τόπου.
Επάνω από το Ματσούκι σε υψόμετρο 1910 μ βρίσκεται ο αυχένας του Μπάρου, μια από τις κυριότερες ορεινές διόδους της Πίνδου, που ενώνει την Ήπειρο με τη Θεσσαλία. Αφετηρία ήταν παλιά οι Καλαρρύτες και τέλος η Ανθούσα στο μοναστήρι της Παναγίας δίπλα από τον ποταμό Νέγκρη. Αυτό το πέρασμα δεν είχε την εμπορική σημασία άλλων της Ηπείρου και σαν διάβαση διευκόλυνε τα κοπάδια που διαχείμαζαν στον κάμπο. Αποτελούσε όμως σημαντικό στρατηγικό σημείο, του οποίου η κατοχή ήταν απαραίτητη ώστε να διακινείται ο στρατός από την Θεσσαλία στην Ήπειρο και αντίστροφα.
Η σημασία της αξιολογήθηκε επανειλημμένα κατά τους προεπαναστατικούς χρόνους αλλά και κατά το διάστημα της σύγκρουσης των σουλτανικών στρατευμάτων με τις δυνάμεις του αποστάτη πλέον της Υψηλής Πύλης, Αλή των Ιωαννίνων κατά το 1821. Ο αρχηγός των οθωμανικών στρατευμάτων Χουρσίτ πασάς θεώρησε απαραίτητο να στείλει 700 αλβανούς στρατιώτες στην δίοδο για να ‘’έχει ελευθέρας τας δια της Πίνδου διαβάσεις προς Θεσσαλίαν’’. (7/3/06 Δες και Αρσενίου ‘’το έπος των θεσσαλών σελ 70 – 71). Σήμερα η διαδρομή μπορεί να γίνει και από εδώ αφού στα 170 χρόνια που μεσολάβησαν έγινε επιτέλους ο ‘’αμαξιτός’’ χωματόδρομος που συνδέει το Ματσούκι με τον Ασπροπόταμο. Μια περιοχή με πολλά κοινά ιστορικά και πολιτιστικά στοιχεία.
Σύντομα ο δρόμος ξεμακραίνει από το χωριό και το όλο αγριάδα τοπίο γίνεται κτήμα σας. Η απόκρημνη διαδρομή ανεβαίνει περνώντας το ξωκλήσι του Αγίου Νικολάου, ρίχνοντας κλεφτές ματιές πίσω στο Ματσούκι που σιγά – σιγά μικραίνει έως ότου χάνεται. Η πανέμορφη Κακαρδίτσα και από κοντά τα Τζουμέρκα αποκαλούνται, όχι άδικα όπως θα διαπιστώσετε, αετοφωλιές ή Άλπεις της Ηπείρου, και σίγουρα αποτελούν ένα ασύλληπτο θεϊκό τοπίο γεμάτο θρύλους και ιστορικούς αγώνες. Ανεβαίνοντας ακόμη ψηλότερα την ‘’σκάλα του αράπη’’ των ντόπιων, φαίνονται καθαρά, η διαδρομή Ο1 προς την Κακαρδίτσα και το Γαρδίκι και οι πηγές του Ματσουκιώτικου ποταμού που αναβλύζουν ανάμεσα από τα βράχια δημιουργώντας αρχές άνοιξης μεγάλους καταρράκτες, ενώ λίγο πιο κάτω η βλάστηση θεριεύει.
Σε λιγότερο από 9 χλμ και έχοντας προ πολλού περάσει τα 1800 μ. Υ δεξιά σας, φεύγει βατός χωματόδρομος2 προς τις ψηλές στάνες του Ματσουκίου που βρίσκονται στα 10 χλμ κάτω από το βουνό της Κακαρδίτσας με την ομώνυμη κορυφή στα 2429 μ. Υ. Τα μέρη αυτά αποτελούν ένα εκτεταμένο και εντυπωσιακό κομμάτι της οροσειράς της Πίνδου το ‘’τριεθνές’’ των ντόπιων αφού εδώ σμίγουν τα σύνορα τριών νομών Ιωαννίνων – Άρτας – Τρικάλων, και πέντε χωριών Ματσούκι – Μελισσουργοί – Γαρδίκι – Αθαμανία (Μουτσιάρα) και Αγ. Παρασκευή (Τζούρτζια).
Αν συνεχίσετε από την δστ θα συναντήσετε πάνω στον δρόμο προς τον αυχένα μια στάνη με σκυλιά μπορεί και ελεύθερα άλογα. Εύκολα πλέον φτάνετε στην περίφημη διάβαση του ‘’Μπάρου’’ 12 χλμ από το Ματσούκι απ’ όπου η θαυμάσια θέα και οι δεκάδες κορφές που διαγράφονται στον ορίζοντα ενθουσιάζουν τους πάντες. Από εδώ ο πετρώδης δρόμος κατηφορίζει δεξιά προς Ανθούσα (10χλμ) ενώ ευθεία συνεχίζει για λίγο και στη συνέχεια διακλαδώνεται στο εικονοστάσι με τον παππού με τις μουστάκες για εικόνισμα, οδηγώντας ή στους Καλαρρύτες (αριστερά 10 χλμ) ή δεξιά στις στάνες – πηγές Βερλίγκα & κορυφή Περιστέρι – Ανθοχώρι – Μέτσοβο (27 χλμ).
Η διαδρομή προς την Ανθούσα είναι από αυτές που υπάρχουν μόνο στον Ασπροπόταμο, που πολύ δύσκολα θα τις συναντήσει ο ψαγμένος ταξιδιώτης αλλού. Από τα σπανά του βουνού κατηφορίζει με πολλές στροφές σε μεγάλο ελατόδασος στην τοποθεσία ‘’Νέγκρη’’ δίπλα στο ποτάμι (ιδανικός χώρος για κατασκήνωση), συναντάτε το μοναστήρι της Παναγίας Γαλακτοτροφούσας, το πέτρινο γεφύρι του Μίχου καταλήγοντας στον ασφαλτοστρωμένο δρόμο για την Ανθούσα (παρουσίαση του χωριού αλλά και διαδρομές από εκεί δείτε ‘’Ασπροπόταμος Πίνδου’’ Τομ Ε’ 2003), αλλά και όλα τα χωριά του Ασπροποτάμου και τα Τρίκαλα. Το μοναστήρι της Παναγίας παλιά είχε και ρόλο ξενώνα (χάνι).
Εδώ οπωσδήποτε σταματούσαν όλοι οι ταξιδιώτες - περιηγητές, τα καραβάνια, οι έμποροι της εποχής για διανυκτέρευση και ξεκούραση από την κοπιώδη πορεία τους από το Ματσούκι τους Καλαρρύτες ή το Συράκο και το αντίστροφο. Η διαδρομή από το Ματσούκι στην Ανθούσα μέσω της Ορεινής Διάβασης του ‘’Μπάρου’’ είναι συνολικά εικοσιπέντε εκπληκτικά χλμ και η καλύτερη εποχή για γίνει, είναι από τέλη Μαίου έως αρχές Νοεμβρίου.
Το Ματσούκι αλλά και τα γειτονικά Συράκο, Καλαρρύτες, τα πιο απόμακρα χωριά του νομού Ιωαννίνων. Τρία πανέμορφα κεφαλοχώρια που η μοίρα και οι άνθρωποι τα ένωσε σε καλές και άσχημες ιστορικές περιόδους. Είναι μεγάλη η ιστορία να πούμε τώρα το γιατί, το πότε, ερημώθηκε αυτή η ορεινή χώρα. Για τα σχέδια και τα προγράμματα ανασυγκρότησης και ανάπτυξης του ’50 και του ’60, για να σταματήσει η αιμορραγία και η εγκατάλειψη, μήπως τα ίδια δεν λένε και στις μέρες μας; Με μια ειδοποιό διαφορά όμως. Η αιμορραγία τώρα σταμάτησε. Δεν υπάρχουν άλλοι νέοι πια για να φύγουν. Κακουχίες, προσφυγιά, υπανάπτυξη, μετανάστευση, διασπορά και ερήμωση κάτω από το βλέμμα μιας αδιάφορης και εξαιρετικά άστοργης διοίκησης έδιωξαν τον κόσμο που κάποτε ζούσε και ευημερούσε σε αυτά τα βουνά.
Σήμερα η διοίκηση ανήμπορη να αναστρέψει οτιδήποτε, δίχως υποδομές απορρόφησης οικονομικών βοηθημάτων, χωρίς δικούς της πόρους, επιδοτούμενη από τις Βρυξέλες μιλά και σχεδιάζει με δανεικά, ακούγοντας μόνο η ίδια τον εαυτό της σε πολυτελή, σπάταλα, ανανεωμένα γραφεία και επιδοτούμενες ημερίδες. Αυτά πράγματι άλλαξαν. Μόνο αυτά.
Ορεινοί και απομονωμένοι οικισμοί αντιστάθηκαν όσο μπορούσαν στην λαίλαπα του ‘’πολιτισμού’’, ειδικότερα του ‘’τουριστικού’’. Ανόθευτες αξίες, σημαντικότατα ιστορικά μνημεία, μνήμες, και πλούσια πολιτιστική - λαογραφική παράδοση που αφορούν όλους τους Έλληνες. Παρά την εγκατάλειψη και την παρακμή των χειμωνιάτικων μηνών το Ματσούκι αλλά και η Ανθούσα που βρίσκονται στη διαδρομή που περιγράψαμε εξακολουθούν ως τόποι και με ότι επιβιώνει σ’ αυτούς να αποπνέουν έναν αέρα υπερηφάνειας. Εμπνέοντας με τους συμβολισμούς τους οδηγούν πιο γρήγορα σ’ ένα πνεύμα αντίστασης και ελευθερίας. Μικροί, άγνωστοι ευτυχώς, αλλά πανέμορφοι παράδεισοι, με τα προβλήματα και τον ιδιαίτερο τρόπο ζωής τους, σας περιμένουν.
Σημειώσεις:
(1) Πολιτιστική κληρονομιά: Στην πρώτη επίσκεψη στο Ματσούκι το 1999 είχα την τύχη να περπατήσω σε ένα από τα πολλά καλντερίμια που ξεκινούσε από τον πάνω οικισμό (μαχαλά) περνούσε ένα από τα πολλά καφενεία του χωριού (όπως έρχεται κάποιος από Ανθούσα) με κατεύθυνση τον κάτω μαχαλά και το αντίστοιχο καφενείο στην είσοδο του χωριού. Σ’ αυτή την μικρή διαδρομή είχα περάσει από ένα πανέμορφο ολάνθιστο ρέμα και τα δύο του μικρά πέτρινα γεφύρια που ένωναν τα δύο άκρα του. Μάλιστα συνάντησα και έναν κάτοικο που όλο περηφάνια έλεγε ότι και αυτός, είχε εργαστεί για την κατασκευή τους. Στην θέση αυτού του ονειρώδους τοπίου σε τρίτη επίσκεψη το 2002 έλειπε το ρέμα, το καλντερίμι και τα πέτρινα γεφύρια!. Τα πήρε (με την έγκριση κάποιων ‘’αρμοδίων υπηρεσιών;) ο άνεμος των ‘’μεγάλων έργων’’. Την θέση του πολιτισμού και των πραγματικών ΕΡΓΩΝ, με κεφαλαία, που δεν ξαναφτιάχνονται, είχε πάρει ένας φαρδύς κατηφορικός τσιμεντόδρομος ‘’για να φτάνουν τα αυτοκίνητα στα σπίτια’’. Αιώνες χρειάστηκε η φύση να φτιάξει το ρέμα και δεκάδων χρόνων εμπειρία μαστόρων έθεσαν τις βάσεις των γεφυριών.
Θα έπρεπε να είχε τεθεί φραγμός στις εντελώς ανεύθυνες ‘’ιδέες’’ αυτών που εισηγούνται τέτοιας έκτασης καταστροφές μια που οι ίδιοι δεν μπορούν να φτιάξουν κάτι αντίστοιχο και σίγουρα, δεν φτάνουν τα χρήματά τους (με τις προτάσεις τους υλοποιήθηκε το ‘’έργο’’) να αντικαταστήσουν τα σπίτια και τις καταστροφές όταν θα έρθει η στιγμή η φύση να κάνει πάλι το δρόμο…..ρέμα. Πρέπει να το πάρουν απόφαση ότι στην αρχοντιά (πόσα χωριά έχουν πέτρινα γεφύρια μέσα στον οικισμό;…) στην πολιτιστική κληρονομιά (πόσες πέτρινες εκκλησίες, μονές ή γεφύρια έχετε δει να κτίζονται τα τελευταία εξήντα χρόνια;…) και στην ιστορική μνήμη (πόσα πραγματικά έργα θα αφήσουν στα παιδιά τους όντας υπερήφανοι γι’ αυτά;….πόσα έργα μπορούν να κάνουν που θα θυμούνται οι επερχόμενες γενιές;) δεν χωρά ‘’αξιοποίηση’’….. Δυστυχώς ακόμη και στις μέρες μας κάποιοι ζηλεύουν, φθονούν και τελικά καταστρέφουν τα έργα των παλαιοτέρων γενιών που στοιχειώνουν στην όρασή τους αφού δεν στάθηκαν άξιοι να κατασκευάσουν κάτι αντίστοιχο.
(2) Βατός χωματόδρομος – Info για πεζοπόρους: Ο ίδιος δρόμος στα δύο χλμ περνάει από την τοποθεσία ‘’Κριθάρια’’ απ’ όπου ήταν η παλιά Βλαχόστρατα προς την Αγία Παρασκευή (Τζούρτζια). Με τα πόδια είναι επίπονη η προσπέλαση αλλά βγάζει περίπου σε δύο χλμ στην ‘’βρύση Γκρέκου’’ (δες Ασπροπόταμος Πίνδου Τομ Ε’ 2003). Αν κάποτε γίνει διάνοιξη που να ενώνει την Αγία Παρασκευή με το Ματσούκι είναι βέβαιο ότι λόγω απόστασης θα περάσει από εδώ. Ο κακός χωματόδρομος συνεχίζει κατηφορικός και φτάνει στο ‘’κόκκινο ρέμα’’ ακριβώς πάνω στην στροφή (στα 8 χλμ με θέα στο Ματσούκι βαθειά κάτω) και συνεχίζει να κατηφορίζει δεξιά σας (προς τις στάνες) ενώ αριστερά συνεχίζει το πολύ απότομο (σχεδόν κάθετο) μονοπάτι Ο1 που ‘’βγαίνει’’ στην Αθαμανία και το Γαρδίκι.
ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης
Αυτόματος αριθμός κλήσης Ματσουκίου – Πραμάντων: 26590
Διαμονή: Σε μικρό χρονικό διάστημα θα δημιουργηθεί ξενώνας στο χωριό. Προς το παρόν η περιοχή γύρω του είναι ιδανική για σκηνές. Δεν υπάρχει πρόβλημα, αλλά ρωτήστε πρώτα. Info: www.ioanninanet.com/trips Κοινότητα Ματσουκίου 61437, Ξενοδοχείο ‘’Τα Τζουμέρκα’’ στα Πράμαντα 2659061336, 61590. Για τα πανηγύρια στο Ματσούκι δείτε www.epirus.org/gr/tzu_ekdil.html
Φαγητό: Υπάρχουν εννέα καφενεία συνολικά. Αυτά που είναι ανοιχτά τον χειμώνα και σερβίρουν είναι: Μπουτσιώλης Σταύρος 61160, Μπαντάλας Σωτήρης 61934, Στραγάλης Σπύρος 61974. Επίσης τα καφενεία των: Μακρής Χρήστος, Κωσταδήμας Σταύρος, Στραγάλης Ευάγγελος, Νάκας Ιωάννης, Γεωργίου Σωτήρης, Κωσταδήμας Δημήτριος. Οι υπόλοιπες πληροφορίες είναι ίδιες με του άρθρου Συράκο – Καλαρρύτες.
Περισσότερες πληροφορίες για το ΜΑΤΣΟΥΚΙ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:
- Το Ματσούκι Ιωαννίνων / Α’ Ιστορικά Δημήτρης Καλούσιος / Ματσούκι 1994
- Η Βύλιζα / Δημήτρης Καλούσιος / Ματσούκι 1992
- Νομός Ιωαννίνων / σύγχρονη πολιτιστική Γεωγραφία / Βασίλης Νιτσιάκος / Γιάννινα 1998
- Το χερσαίο Δίκτυο επικοινωνίας στο κράτος του Αλή πασά Τεπελενλή / Γ. Μακρής – Σ. Παπαγεωργίου / εκδόσεις Παπαζήση 1990