ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ (4665 λέξεις)
ΚΑΣΤΟΡΙΑ – ΕΠΤΑΧΩΡΙ – ΧΡΥΣΗ – ΠΕΥΚΟΦΥΤΟ – ΑΡΕΝΕΣ
(Γράμμος 4η εργασία από 8)
Κείμενο – Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
© Απρίλιος 2005
Στις Αρένες του Γράμμου
Το όρος Βόιο, (1806 μ. υψ. Παλιοκριμίνι - 1805 μ. υψ. Πρφ. Ηλίας Πεντάλοφου), αποτελεί το δυτικό όριο του νομού Κοζάνης, στα ‘’σύνορα’’ με το νομό Καστοριάς. Χαρακτηρίζεται, και είναι, ανεξάρτητο βουνό σαν σφήνα ανάμεσα στο Γράμμο και το Σμόλικα. Αυτός ο όμορφος τόπος στην καρδιά της Πίνδου, θα σας διεγείρει με τα ανεξερεύνητα τοπία, τις κατάφυτες από φλαμουριές, βελανιδιές, οξιές, πεύκα και έλατα περιοχές του. Και οι καλόκαρδοι άνθρωποί του, που άλλοι γοητευμένοι, άλλοι κατατρεγμένοι μαζεύτηκαν εδώ και έδωσαν ζωή, θα σας ενθουσιάσουν με την ευγένεια και τη φιλοξενία τους.
Η συναρπαστική αρχαία Ορεστίς σας υποδέχεται, και σύντομα μπαίνετε στο σπουδαίο Επταχώρι, (πριν το 1928 Βουρβουτσικό και Μπουρμπουτσικό, Μπρουμπίσκα στα βλάχικα, στα 880 μ. υψ., 52 χλμ από Κόνιτσα, 15 χλμ από Πλαγιά.). Το σημαντικό και μεγάλο χωριό είναι έδρα της κοινότητας Αρένων που περιλαμβάνει τα χωριά Ζούζουλη, Χρυσή, και Πευκόφυτο με εξακόσιους δεκατρείς κατοίκους. Είναι το πιο απομακρυσμένο τμήμα του νομού, αφού απέχει από την πρωτεύουσα Καστοριά 52 χλμ., μέσω Νεστόριου και 100 χλμ. μέσω Νεάπολης. Το πέρασμα του χρόνου έφερε, κυρίως για λόγους συγκοινωνιακούς, εμπορικούς και εργασιακούς, την εξάρτηση από την Ήπειρο (Κόνιτσα – Γιάννινα), παρά απο τη Δυτική Μακεδονία (Καστοριά – Κοζάνη), στην οποία ανήκει διοικητικά. Στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου αποτέλεσε την έδρα του αποσπάσματος Πίνδου με διοικητή τον συνταγματάρχη Δαβάκη. Ήταν από τα σημεία ‘’κλειδιά’’ του ανεφοδιασμού και των εφεδρειών, και πολύ κοντά στον ευαίσθητο άξονα Λυκόρραχη – Κάντσικο – Φούρκα – Σαμαρίνα, όπου προέλασε τις τέσσερις πρώτες μέρες του πολέμου, η ιταλική μεραρχία ‘’Τζούλια’’. Κατά τη διάρκεια της αντεπίθεσης, υπό τη διοίκηση του υποστράτηγου Βραχνού, γράφτηκαν λαμπρές σελίδες δόξας.
Προτείνουμε τη στάση, γιατί εδώ θα βρείτε τα τελευταία πριν το Νεστόριο σούπερ μάρκετ, ψησταριές και φούρνο, για να ψωνίσετε τα χρειαζούμενα για την κατασκήνωση στις Αρένες, το Γράμμο, ή αλλού, πάνω στη διαδρομή. Επίσης υπάρχει βενζινάδικο απ’ όπου που θα ξετρυπώσετε, αν δεν έχετε προβλέψει, κάποιο ξεχασμένο μπιτόνι, τουλάχιστον τετράλιτρο, για βενζίνες. Το Επταχώρι περιτριγυρίζεται από υπέροχα φυσικά τοπία, απ’ όπου ξεκινούν πολλές διαδρομές. Εδώ καταλήγουν ή ξεκινούν, οι παμπάλαιες θρυλικές βλαχόστρατες, οι δρόμοι – μονοπάτια που ενώνουν τα χωριά Δοτσικό, Ζούζουλη (ταξίδια τ. ΣΤ’, 156), Φούρκα και Σαμαρίνα.
Αυτός ο όμορφος τόπος στην αγκαλιά της βόρειας Πίνδου, τράβηξε για αμυντικούς λόγους, τους ανθρώπους από τους διάσπαρτους παλιούς και μεταγενέστερους αγροτικούς οικισμούς, τα Παλιοχώρια(1) της περιοχής. Οι λόγοι ήταν το συστηματικό πλιατσικολόγημα, η αρπαγή και η βία από τους Τουρκαλβανούς της Κολώνιας. Πριν ακόμα πατήσει το πόδι του εκπορθητή Μωάμεθ στην Κωνσταντινούπολη τα τουρκικά στρατεύματα είχαν γίνει κυρίαρχα σε όλη την ελληνική χερσόνησο. Σημασία δεν έχει αν σε ορισμένα παράλια της Ελλάδας κυριαρχούσε ο στόλος των Βενετών. Από τα πρώτα κιόλας χρόνια εγκαταστάθηκαν αξιωματικοί Τούρκοι, οι μπέηδες, με απεριόριστα δικαιώματα για φορολογία και αρπαγή. Το προνόμιο να λυμαίνονται την περιοχή των παλιοχωρίων, το είχαν οι μπέηδες από την Κολώνια. Κάθε τόσο εξαπέστελναν τρομοκράτες Τουρκαλβανούς, που επιδίδονταν σε συστηματικό πλιατσικολόγημα.
Συχνά λάβαιναν χώρα μάχες, με αιματηρά αποτελέσματα και για τις δυο πλευρές. Δεν περνούσαν όμως οι πλιατσικολόγοι εύκολα από τα χωριά. Έπρεπε να πληρώσουν κι αυτοί με το αίμα τους τη βία, την αρπαγή. Όσο όμως περνάει ο χρόνος η κατάσταση ολοένα χειροτερεύει. Γίνεται ανυπόφορη. Οι κάτοικοι χτίζουν και ξαναχτίζουν τα καμένα σπίτια τους. Πολλοί τα εγκαταλείπουν ομαδικά. Οι περισσότεροι όμως δεν αναζήτησαν τη σωτηρία τους στη φυγή. Μετά από αλλεπάλληλες συσκέψεις που έγιναν στα μοναστήρια, οι κάτοικοι των παλιοχωρίων, γονυκλινείς, πήραν την απόφαση να ενωθούν σε ένα χωριό. Σε ακαθόριστο χρόνο, τα επτά από αυτά τα παλιοχώρια (απ’ εκεί και τ’ όνομα), έξι κατά άλλους ερευνητές, έκαναν μια οργανωμένη μετοικεσία. Έτσι γεννήθηκε το Βουρβουτσικό, το σημερινό Επταχώρι, ένα χωριό που κτίστηκε για την άμυνα. Τα πρώτα παλιοχώρια ήταν η Τσιούκα, η Ζάμπιανη, το Δρυάνοβο, το Παλιοκρυμμίνι και το Πετρίτσι.
Οι κάτοικοι των πρώτων αυτών χωριών πλήθαιναν, και μετά από κάμποσες γενιές δεν μπορούσαν να ζουν όλοι μαζί, στη γη που διάλεξαν οι πρόγονοί τους, για τους πρώτους οικισμούς. Έτσι μεταφέρθηκαν εκεί που μέχρι τότε καλλιεργούσαν χωράφια και χρειαζόταν, πολλές φορές, και μια μέρα περπάτημα για φτάσουν και να επιστέψουν. Εκεί αργότερα εγκαταστάθηκαν μόνιμα και δημιούργησαν με τη πάροδο του χρόνου καινούργια χωριά γνωστά σήμερα από τις τοποθεσίες που βρίσκονται τα ερείπια τους. Παρατσκό, Παλιοχώρι, Ρέντα, Χαλκιά και η Φράξος.
Οι εργασίες των κατοίκων φαίνεται από μια πρώτη ματιά, ότι ήταν αγροτικές, κτηνοτροφικές και δασικές. Αυτό όμως που έμεινε απαρατήρητο αλλά τους έκανε γνωστούς σε ένα μεγαλύτερο κύκλο ήταν η μαστορική. Δεν είναι ευρύτερα γνωστό ότι από εδώ προέρχεται πλειάδα καλλιτεχνών της πέτρας, που δούλεψαν σε όλη την Ελλάδα. Οι ίδιοι, χτίζανε και επισκευάζανε για δεκάδες, αν όχι για εκατοντάδες χρόνια όλα τα Παλιοχώρια τους, αλλά και το νεώτερο Βουρβουτσικό, μάλιστα στην Τσιούκα και το Δρυάνοβο, στέκουν ακόμα αδιάψευστοι μάρτυρες της μαστορικής τέχνης τους, τα λείψανα υδραγωγείου που είχαν κατασκευάσει για την ύδρευση και άρδευση των κτημάτων τους (Τσίγκαλος, 79, 81).
Άλλη ‘’ζωντανή’’ πιο πρόσφατη μαρτυρία αποτελεί το πέτρινο γεφύρι του Κουσιουμπλή (18ος – 19ος), που κατασκευάστηκε από τους Μπουρμπουτσικιώτες μαστόρους Γεώργιο Δήμο, Τσιαμοχρήστος και τους αδελφούς Γαλάνη (Τσότσος, 95). Επίσης, σε μια απογραφή που έγινε στα μοναστήρια του Αγίου Όρους το 1885, σε σύνολο τετρακοσίων περίπου τεχνιτών, που δήλωσαν ‘’κτίστης’’, πρώτοι στη λίστα εμφανίζονται 254 Αλβανοί χριστιανοί μαστόροι, προερχόμενοι από τα μαστοροχώρια της Κολώνιας, (στην πίσω πλευρά του Γράμμου). Ακολουθούν δεύτεροι, με 122 καταγραφές, οι μαστόροι από το Μπουρμπουτσικό, το σημερινό Επταχώρι (Πετρονώτης, ένας Σταριτσιώτης Πρωτομάστορας, 902).
Μέσα στο χωριό, στην πλατεία του, βρίσκεται το πέτρινο γεφύρι του Επταχωρίου με άγνωστη ημερομηνία κατασκευής, ενώ στον δρόμο προς Πεντάλοφο κάντε μια μικρή παράκαμψη για να δείτε την πάντα ανοιχτή Μονή Αγίου Γεωργίου (1625). Αν κάποιοι από την παρέα θέλουν να φύγουν, παροτρύνετέ τους, γιατί εδώ βρίσκονται οι κατάλληλες δστ. Η πρώτη, είναι στο προαναφερθέν μοναστήρι και βγαίνει Σαμαρίνα ή Δοτσικό μέσα από μια σπάνια (και δύσκολη μέχρι τέλη Μαΐου), διαδρομή. Η δεύτερη είναι στο χωματόδρομο προς Ζούζουλη – Φούρκα (υπάρχει πινακίδα), που περνάει δίπλα από το γεφύρι του Κουσιουμπλή σε ένα θαυμάσιο τοπίο που κυριαρχεί το ήρεμο Ζουζουλιώτικο ποτάμι. Ο χωματόδρομος περνάει δίπλα από μια χοιροτροφική μονάδα και ανηφορίζει προς Ζούζουλη, και μέσω Σαμαρίνας πάει Γρεβενά ή Κόνιτσα ενώ μέσω Φούρκας γυρνάει στην Αγ. Παρασκευή (Κεράσοβο), κάνοντας έναν μεγάλο κύκλο που βγαίνει πάλι στην κεντρική οδό Κόνιτσας – Επταχωρίου.
Η τρίτη, είναι αυτή που θα ακολουθήσουμε (προς Γράμμο), επιστρέφοντας +/- 2,5 χλμ. πίσω, στη δστ. προς Χρυσή και Πευκόφυτο (υπάρχουν πινακίδες). Στην αρχή της διαδρομής (+ / - 2,5 χλμ. από τη δστ. προς Χρυσή), ξεκινά αριστερά σας η παλιά βλαχόστρατα που περνάει από την θέση ‘’Ζάμπιανη’’ ανηφορίζει προς το ‘’Μπουχέτσι’’ φτάνει στη Ζέρμα περνά απέναντι στην Πλαγιά και συνεχίζει προς Λούψικο. Παλιά, από αυτή τη βλαχόστρατα περνούσαν όλα τα κοπάδια προς τα ορεινά βοσκοτόπια της περιοχής. Αν υπάρχει χρόνος καλό είναι να την περπατήσετε.
Η συνέχεια της ασφαλτοστρωμένης διαδρομής προς Χρυσή, διεισδύει μέσα σε θαυμάσια τοπία με έντονη βλάστηση, πανύψηλες βουνοκορφές, βαθιές θεοσκότεινες χαράδρες και διαδοχικά χωμάτινα – αμμώδη υψώματα με έντονα σημάδια διάβρωσης, όμως είναι βατή, και από τις ωραιότερες που έχετε δει. Όλος ο τόπος διασχίζεται από τα νερά των χειμάρρων, που κατεβαίνουν στις μικρές ρεματιές άλλοτε αργά και άλλοτε με τη βοή του καταρράκτη, ενώ όλα μαζί, δημιουργούν τον Άνω ρου του Σαραντάπορου που δίνει μια ξεχωριστή έμφαση στο χώρο, καθορίζοντας ταυτόχρονα και σε αυτή τη περιοχή, τα φυσικά όρια ανάμεσα στους ορεινούς όγκους του Γράμμου και του Βοίου.
Ακολουθώντας αντίθετα το ρου του ποταμού συναντάτε τη δστ., που δεξιά πηγαίνει Κυψέλη ή στην Παλιά(2) και Νέα Κοτύλη. Λίγο αργότερα (8 χλμ.), από τη διασταύρωση του Επταχωρίου, μπαίνετε στην Χρυσή (πριν το 1928 Σλάτινα στα 1040 μ. υψ., 55 χλμ. από Κ.). Η μικρή κοινότητα είναι χτισμένη στις ανατολικές πλαγιές της Κάτω Αρένας (2075 μ. υψ.), σε ένα καθαρά αγροτικό τοπίο που περιβάλλει όλο το χωριό. Κατά την παράδοση, ο αρχικός οικισμός ήταν στη θέση ‘’Παλιοχώρι’’, ανάμεσα στη σημερινή του θέση και στο χωριό Πευκόφυτο. Στην ευρύτερη περιοχή ήταν και ένας άλλος οικισμός, στη θέση ‘’Λακαβίτσα’’, γύρω από δύο μεγάλα μοναστήρια του Αγίου Δημητρίου και της Παναγίας.
Όντας πάνω στον κεντρικό οδικό δίκτυο αποτελούσε μεν, τον εμπορικό κόμβο που συνέδεε την Καστοριά με την Κόνιτσα και την Κορυτσά αλλά ταυτόχρονα υπέφερε από τις συνεχείς λεηλασίες των Αλβανών και των Αρβανιτόβλαχων. Αυτά τα δυσάρεστα γεγονότα ώθησαν τους κατοίκους των συνοικισμών να συνενωθούν και να συγκροτήσουν έναν μεγαλύτερο στην θέση που βλέπουμε σήμερα. Το παλιό χωριό όπως και τα μοναστήρια σιγά – σιγά παρήκμασαν και στο τέλος καταστράφηκαν. Εδώ καταλήγουν οι γνωστές πεζοπορικές διαδρομές από Αετομηλίτσα και Κεφαλοχώρι (Λούψικο) που είδαμε (Γράμμος 3ο). Στο καφενείο του Βασίλη Τσιγάρα, πάνω στον κεντρικό δρόμο, μπορείτε να πάρετε πληροφορίες για τις πεζοπορίες, αλλά και να γευθείτε σπουδαία ψητά, με ντόπιο τσιπουράκι.
Οι κάτοικοι παλιότερα, όταν τελείωναν τις γεωργοκτηνοτροφικές εργασίες τους, έφτιαχναν παρέες, 3 – 4 ζευγάρια χτίστες και 1 – 2 ‘’μαστορούλια’’, για να κουβαλούν τη λάσπη, και έφευγαν για τα ‘’ξένα’’. Συνήθως δούλευαν στη Θεσπρωτία, (που την έλεγαν Τσιάμ’κου), στο Ξηρόμερο Αιτωλοακαρνανίας, (που το έλεγαν Κατουχή), στη Χαλκιδική, στα Τρίκαλα, και την Καρδίτσα στη Θεσσαλία. Εκεί έμεναν όλο το χειμώνα, αντίθετα από τους άλλους μαστόρους, και κατά τα μέσα Ιουνίου γύριζαν στο χωριό ‘’καζαντισμένοι’’, αρχίζοντας πάλι τις γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες τους. Αυτός ήταν ο βασικός κύκλος της ζωής τους. Ένας από τους παλιούς δασκάλους ο αείμνηστος Παύλος Στεφόπουλος είχε καταγράψει και συγκεντρώσει πολλά στοιχεία και ιστορικό υλικό για την γύρω περιοχή. Δεν πρόφτασε όμως να τα εκδώσει γιατί τον πρόλαβε ο εμφύλιος, όπου πολλά εξαφανίσθηκαν στην δίνη του, μεταξύ αυτών και η βιβλιοθήκη του, όπου τα φύλαγε. Ο γιος του, Ανδρέας Στεφόπουλος, μαθητής γυμνασίου τότε επίσης δάσκαλος αργότερα, συγκέντρωσε πολύτιμο λαογραφικό υλικό που αποτέλεσε μια μοναδική και πολύτιμη στις μέρες μας, συλλογή, για τη Χρυσή Καστοριάς. Τρεις εργασίες, το γλωσσάριο, η τροφή, και τα παιδικά παραδοσιακά παιχνίδια, με την περιγραφή 100 παιχνιδιών από την περιοχή μας δίνουν μια ιδέα για τη ζωή και τις εικόνες της γενέτειράς του.
Η Χρυσή, κρατάει αρκετούς κατοίκους και το χειμώνα και μαζί με την ζεστή φιλοξενία και την περιποίηση ακούει ο επισκέπτης και τα παράπονα, για την εγκατάλειψη. Όχι πως ήταν εύκολη η ζωή παλιότερα αλλά τώρα είναι πιο προκλητική η σπατάλη για ανούσια έργα, που δήθεν θα ‘’αναβαθμίσουν’’ τουριστικά το Γράμμο. Αυτό που παρατηρήσαμε εμείς, και μας έκανε εντύπωση, πέρα από τις απόλυτα δικαιολογημένες προσεγγίσεις των κατοίκων περί έλλειψης υποδομών, είναι ότι, τα τελευταία χρόνια έχει καλυτερεύσει η πρόσβαση σε αυτό το χώρο. Οι δρόμοι γενικά έγιναν φαρδύτεροι, τοποθετήθηκε σήμανση, πολλοί ασφαλτοστρώθηκαν και γενικά η επικοινωνία μεταξύ των χωριών αλλά και με τα μεγάλα κεφαλοχώρια αναβαθμίστηκε.
Συνεχίζοντας τη διαδρομή σε 2 χλμ., θα φτάσετε στο Πευκόφυτο (πριν το 1928 Βύσσαντσκο και Βύσαντσικο στα 980 μ. υψ., 57 χλμ από Κ.), χτισμένο και αυτό στις πλαγιές της Κάτω Αρένας. Όμορφος, πνιγμένος στο πράσινο και τα νερά χώρος, ολόδροσος το καλοκαίρι ότι πρέπει για ατέλειωτες βόλτες στα δάση και τον διπλανό Σαραντάπορο. Στην πλατεία του, είναι η εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου, το μικρό λαογραφικό μουσείο που στεγάζεται στο παλιό πετρόχτιστο σχολείο και ο καινούργιος ξενώνας. Δίπλα, βρίσκεται το θαυμάσιο ‘’Αρχονταρίκι’’ ένα εξελιγμένο καφενείο – εστιατόριο, που δεν περιμένει ότι θα βρει εδώ πάνω ο επισκέπτης. Πρόκειται για το κτήριο της παλιάς κοινότητας που ο λαογραφικός σύλλογος το διαμόρφωσε σε χώρο συνάντησης επισκεπτών και ντόπιων. Το διαχειρίζεται ο φιλόξενος Γεράσης Κωνσταντίνος που θα σας εξυπηρετήσει σε ότι του ζητήσετε και έχει να κάνει με την ευρύτερη περιοχή. Ζητήστε του να σας δείξει το μονοπάτι, κάτω από το χωριό, που οδηγεί στον παλιό νερόμυλο. Δίπλα σχεδόν από το ‘’Αρχονταρίκι’’ είναι η λιλιπούτεια, πλακόστρωτη πλέον, πλατεία Κατσαντώνη με μια όμορφη λιθόχτιστη κρήνη με παγωμένο, σαν κρύσταλλο νερό. Πιείτε ή εφοδιαστείτε στον τελευταίο σταθμό και οδηγήστε πλέον μέσα στο συναρπαστικό τοπίο του Γράμμου.
Η περιοχή που διασχίσατε είναι γνωστή και σαν Κατσιαουνοχώρια και τους κατοίκους Κατσιαούνηδες, που κατά μια ερμηνεία σημαίνει ‘’φευγάτος’’. Σε αυτά περιλαμβάνονται, η Χρυσή, το Πευκόφυτο, η Κοτύλη, η Λάνκα, ο Βράχος, η Κυψέλη, ο Πεύκος, το Επταχώρι, και η Ζούζουλη σχεδόν όλα τα χωριά της κοιλάδας του Σαραντάπορου. Κατά την εποχή της ακμής τους, ο ανδρικός πληθυσμός ασχολούνταν κυρίως με τη μαστορικήκαι αξιώθηκαν να γίνουν μύθος και δημοτικό τραγούδι. Έντονη είναι και η πολιτισμική τους συγγένεια με την Ήπειρο, όπως άλλωστε και η καταγωγή της πλειονότητας των κατοίκων. Όλες αυτές οι μοναχικές κοινότητες φθίνουν πληθυσμιακά, σε μια άνευ προηγουμένου απερήμωση, που ξεκίνησε από την απελευθέρωση και ολοκληρώθηκε με τον εμφύλιο που όλα τα χωριά της περιοχής Βοίου – Γράμμου ήταν στο επίκεντρο των γεγονότων και καταταλαιπωρήθηκαν. Μόνο το καλοκαίρι τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται μια επιστροφή από τα μεγάλα αστικά κέντρα, ευκαιριακή και αυτή, για ολιγοήμερες καλοκαιρινές διακοπές.
Στα περισσότερα ‘’χωριά’’ που θα ‘’δείτε’’ στο πεδίο από το Πευκόφυτο και πέρα, έχουν μείνει μόνο τα τοπωνύμια και οι σωροί από τις πέτρες να θυμίζουν το πολυθρύλητο ένδοξο παρελθόν. Χρειάζεται προσπάθεια από τη μεριά του ταξιδιώτη – περιηγητή ώστε να ανασυνθέσει και να αναπλάσει στη σκέψη του αυτά τα διαλάμψαντα για τον πλούτο, για τους μαστόρους, και το πληθυσμό κεφαλοχώρια.
Ο χωματόδρομος από το Πευκόφυτο και μετά δεν διασταυρώνεται πουθενά και σε 6 χλμ σας φέρνει στην τοποθεσία ‘’Ερείπια Μυροβλήτη’’. Η Μυροβλήτη (Μυροσλάβιστα), ένα χωριό φάντασμα που στην απογραφή της 15ης – 16ης Μαΐου 1928 απογράφηκαν είχε 92 κατοίκους, κυρίως μουσουλμάνους. Ο γνωστός αρχικομιτατζής Τσιακαλάρωφ (βλ. Δροσοπηγή – Νυμφαίο στον ίδιο τόμο) σε μια από τις πολλές επιδρομές του, έκαψε τη Μυροβλήτη(3), σκοπεύοντας καταλάβει το Πευκόφυτο και τη Χρυσή, όμως οι κάτοικοί τους αντιστάθηκαν στη θέση ‘’Κεφαλόβρυσο’’ (λίγο έξω από το Πευκόφυτο), και τελικά απώθησαν τα Βουλγάρικα ένοπλα σώματα, που δεν ξαναφάνηκαν στην περιοχή. Από το αμφιθεατρικά χτισμένο χωριό δεν έχει απομείνει τίποτα, παρά μόνο τα θεμέλια από τα πολλά σπίτια του, και αυτά χωμένα στις πρασινάδες. Εδώ υπήρχαν παλιές καλλιέργειες, που έχουν εγκαταλειφθεί πριν δεκαετίες, μετατρέποντας το χώρο σε πλούσιο βοσκότοπο. Η κεντρική δστ. (τρίστρατο), οδηγεί δεξιά στον Πεύκο, ευθεία Γράμμο, αλλά εσείς θα πάτε αριστερά προς Αρένες.
Οδηγώντας στον ανηφορικό αρχικά δρόμο, δεν θα πιστεύετε στα μάτια σας, ζούγκλα κυριολεκτικά. Δροσερά ρέματα, μικρότερα ρυάκια, ένα εκτεταμένο πάμπλουτο σε είδη οικοσύστημα, που υπερτερεί η οξιά, απλώνεται σε όλη τη διαδρομή, ένας υπέροχος τόπος. Μέχρι πρότινος πολύ λίγα ήταν γνωστά για τη φύση του Γράμμου, αφού κανείς από αυτούς που υποχρεούνται να το κάνουν δεν φρόντισε για αυτό. Άλλωστε η πολιτική ‘’προστασίας’’ του περιβάλλοντος από πλευράς κράτους, εστιάζεται αποκλειστικά, στους υγρότοπους και στα θαλάσσια οικοσυστήματα, αγνοώντας τους ορεινούς όγκους, τους οποίους όλοι θυμούνται το καλοκαίρι όταν αρχίζουν οι φωτιές. Παρά τα τεράστια σε ύψος πρόστιμα από την Ε. Ε., που πληρώνουμε όλοι μας, συνεχίζουν την καταστροφική και ψευδεπίγραφη ‘’προστασία’’.
Οι διαρκείς καταγραφές για την πανίδα και το φυσικό περιβάλλον που έγιναν από τον ΑΡΚΤΟΥΡΟ, στο πλαίσιο του προγράμματος Life – Nature / Άρκτος II, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας 1990 – 2000 βοήθησαν να μάθουμε πολλά για τη φύση του Γράμμου και να αναγνωριστεί η αξία του. Σήμερα συμπεριλαμβάνεται στις σημαντικότερες περιοχές για τη φύση στην Ελλάδα, στο Natura 2000 και στις σημαντικές περιοχές για τα πουλιά, σύμφωνα με τις καταγραφές της Ε.Ο.Ε. (Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία) και του Birdlife International. Τα στοιχεία που αξίζουν να προστατευτούν στο Γράμμο, έγιναν γνωστά μετά την ειδική περιβαλλοντική μελέτη που εκπονήθηκε από τον ΑΡΚΤΟΥΡΟ σε συνεργασία με το ΥΠΕΧΩΔΕ και το Υπ. Γεωργίας, στο πλαίσιο του προγράμματος Life – Άρκτος (β’ φάση). Παρά τη σοβαρότητα των οργανισμών που ασχολήθηκαν με τον Γράμμο οφείλουμε να είμαστε επιφυλακτικοί απέναντι στη διοίκηση. Έχουμε αναφερθεί ξανά όχι μόνο στην απαξίωση του Natura αλλά και σε άλλων προγραμμάτων που διασφάλιζαν υποτίθεται το περιβάλλον. Άλλωστε, μια ματιά σε ‘’προστατευόμενες’’ τοποθεσίες θα δώσει απαντήσεις στα ερωτήματά σας.
Ίσως με αυτούς τους συλλογισμούς και εσείς, φτάνετε στην πρώτη δστ, που δεξιά οδηγεί προς ‘’Σγούρο’’ (4 χλμ.), και από εκεί ‘’Λιανοτόπι’’ (7χλμ,), και Γράμμο (12 χλμ.). Εσείς συνεχίστε ευθεία και αφού περάσετε μια στάνη, δεξιά σας στο ξέφωτο, θα βγείτε στα απέραντα λιβάδια της Τρακοσάρας, (10, 8 χλμ., από Πευκόφυτο) στην ομώνυμη πηγή που λένε ότι το νερό της είναι ελαφρύ και χωνευτικό. Μάλιστα για να δώσουν έμφαση στο ‘’ελαφρύ’’ λένε ότι ‘’μια οκά (400 δράμια), ζυγίζει 300 δράμια’’(3α).
Το σίγουρο είναι ότι θα πιείτε (αν έχει νερό), ένα από τα καλύτερα και πιο χωνευτικά νερά της Πίνδου. Βρισκόσαστε στην ενότητα των Αρένων, που αποτελούνται από δύο ενωμένους ορεινούς όγκους, την Πάνω Αρένα (2192 μ. υψ.), και την Κάτω Αρένα (2075 μ. υψ.). Είναι ένα μακρύ, πέτρινο τείχος σε συνεχόμενη διάταξη που από τα νοτιοανατολικά προς τα δυτικά ενώνεται με τον κύριο όγκο του συγκροτήματος του Γράμμου, στην κορφή Μαύρη Πέτρα (2217 μ. υψ.), δίπλα από την ψηλότερη Κιάφα ή Αρίνα στα βλάχικα (2398 μ. υψ.). Το τοπίο είναι ένα αριστούργημα της φύσης, έξω από τα συνηθισμένα, επιβάλει την παρουσία του με τις γκριζόλευκες ψηλές κορφές και τα καταπράσινα δάση οξιάς που εδώ, κοντά στα δασοόρια, έχουν βρει το βέλτιστο της ανάπτυξής τους. Φανταστείτε μόνο, αυτά τα τεράστια ορεινά βοσκοτόπια της περιοχής, πως θα είναι τους βαρείς και συννεφιασμένους χειμωνιάτικους μήνες ‘’στολισμένα’’ με χιόνι, ενώ χαμηλότερα οι δασωμένες πλαγιές και τα λιβάδια θα ζουν στους δικούς τους ρυθμούς.
Σε λιγότερο από ένα χλμ. και σε υψόμετρο 1700 μ. κάτω από την κορφή Επάνω Αρένα συναντάτε την υποαλπική λίμνη Μουτσάλια(4),(11, 5 χλμ. από Πευκόφυτο). Πρόκειται για μια μαγική τοποθεσία, κρυμμένη θαρρείς, από τα αδιάκριτα βλέμματα. Εδώ καταλήγει η διαδρομή που έχουμε περιγράψει από την Αετομηλίτσα (τ. ΣΤ’, 226), και από το Κεφαλοχώρι (Λούψικο – Γράμμος 3ο). Φυσικά μπορείτε να τις κάνετε και από τη λίμνη προς Αετομηλίτσα, ή Κεφαλοχώρι (βλ. RoadBook στο τέλος).
Η φύση σε αυτά τα σημεία είναι εκθαμβωτική, το τοπίο παραπέμπει σε παραμύθι τόσο έντονα που λες, δεν μπορεί, από κάπου θα πεταχτούν νεράιδες και ξωτικά. Όλος ο χώρος περιλαμβάνεται στον κατάλογο με τις 449 περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλλους της χώρας μας, ταυτόχρονα είναι ένας από τους σημαντικότερους βιότοπους της αρκούδας ενώ στα νερά της λίμνης και τα υγρά αλπικά λιβάδια ζουν τρία είδη τριτώνων (αμφίβια σαν τη σαλαμάνδρα), Triturus alpestris, (Αλπικός), Triturus vulgaris, (Κοινός) και ο σπάνιος Triturus cristatus (Λοφιοφόρος). Η ομαλή και φυσική διαδοχή του νερού και της δασικής βλάστησης καθώς και η παρόχθια χλωρίδα, δημιουργούν ένα από τα ελκυστικότερα τοπία της περιοχής. Το δάσος περιτριγυρίζει και αγκαλιάζει τη λίμνη με ένα καταπράσινο μανδύα, ο οποίος καθρεφτίζεται στο νερό και επηρεάζει χρωματικά την επιφάνειά της. Δεν χρειάζεται καν να προτείνουμε την κατασκήνωση, είναι βέβαιο ότι μόλις αντικρίσετε το μέρος θα ξεφορτώσετε και θα στήσετε. Μόνο φροντίστε από πριν για προμήθειες.
Αυτό που παρατηρούμε σε όλα τα χωριά που περάσαμε σε όλα όσα θα πάμε(5), και μας βάζει σε σκέψεις, είναι ότι το καλοκαίρι που η πρόσβαση είναι εύκολη, οι παραθεριστές, λειτουργώντας αντίθετα απο την κοινή λογική, καταφεύγουν στη ζεστή αγκαλιά των νησιών. Αυτό το αξιοπερίεργο φαινόμενο παρουσιάζεται μάλιστα τη περίοδο, που όλοι οι παράγοντες συνηγορούν για επίσκεψη σε αυτά τα τελευταία καταφύγια φυσικής ζωής. Υπάρχουν περισσότεροι κάτοικοι – παραθεριστές, οι σκηνές στήνονται χωρίς προβλήματα, όλα τα καφενεία – ψησταριές είναι ανοιχτά καθημερινά, οι δρόμοι είναι καθαροί, υπάρχει δροσιά, χώρια που σχεδόν παντού έχουν δημιουργηθεί θαυμάσιοι ξενώνες. Μεγάλο ατού επίσης είναι η διάρκεια της ημέρας που λόγω του μήκους της δίνει τη δυνατότητα να περιηγηθούμε σε πολλά περισσότερα μέρη απ’ ότι το χειμώνα. Προσθέτουμε στο τέλος το γεγονός του καλού οδικού δικτύου, που κάποτε ήταν μόνο για ορειβάτες ή πεζοπόρους. Στις μέρες μας όμως ανοίχθηκαν καινούργιοι, διευκολύνοντας τα μέγιστα την γνωριμία με αυτούς τους επίγειους παράδεισους.
Εμείς σας προτείνουμε ανεπιφύλακτα τη γνωριμία με τη περιοχή των μαστοροχωρίων του Γράμμου, τα Κατσιαουνοχώρια αλλά και με το ίδιο το βουνό, πριν αρχίσει η αλόγιστη και απρογραμμάτιστη ‘’ανάπτυξη’’ και τουριστικοποίηση της περιοχής, όπως έγινε με όλες τις παράκτιες, κατεστραμμένες πλέον, περιοχές της Ελλάδας.
Αναλυτικά η διαδρομή – Τρακοσάρα – Λίμνη Μουτσάλια – Αετομηλίτσα
00,00 πηγή τρακοσάρα και δεξιά δασικός για στάνη και βοσκοτόπια, ευθεία Αετομηλίτσα
1.190 μ. Λίμνη ‘’Αρρένες’’
1.300 μ. δστ. δεξιά δασικός, αριστερά Αετομηλίτσα
2.700 δστ. δεξιά Αετομηλίτσα, αριστερά δασικός προς Χρυσή στη θέση ‘’στρούγκες Βέρμπη’’
3.200 ΔΙΑΣΕΛΟ στη θέση ‘’Τρίγωνο’’
4.450 Λιβάδι στη θέση ‘’Καμπίτσιο’’ και δστ. δεξιά Αετομηλίτσα, αριστερά (Λούψικο – Λυκόραχη),
5.200 Πέρασμα από ρέμα, πιθανά λάσπη, κάντε παράκαμψη 50μ από το δάσος
8.850 δστ. αριστερά στάνη, ευθεία Αετομηλίτσα
9.850 δεξιά στάνη αριστερά Αετομηλίτσα
Πέτρα Μούκα στα δεξιά σας
10.780 Κεντρικός δρόμος και δστ. δεξιά Αετομηλίτσα, αριστερά Ε.Ο. Κόνιτσας – Επταχωρίου – Κοζάνης. Υπάρχει πινακίδα για Αρένες – Λιανοτόπι – Γράμμος.
10.880 δστ. δεξιά στάνες ευθεία Αετομηλίτσα υπάρχει πινακίδα για στάνη Λάμπρη – Γκούρα – Καζάνι - Σούφλικα
11.880 δστ. δεξιά στάνες ευθεία Αετομηλίτσα.
13.480 Πλατεία Αετομηλίτσας. Η διαδρομή είναι 00.40’.
Σημειώσεις:
(1) Τα παλιότερα παλιοχώρια ήταν, το Παλιοκρυμμίνι, το Δρυάνοβο, το Πέτριτζκο (Πετρίτσι), η Τσιούκα, η Ζάμπιανη, τα μεταγενέστερα ήταν το Παρατσκό, το Παλιοχώρι, η Ρέντα, η Χαλκιά, η Φράξος, (Τσίγγαλος 79, 81, 84, 85).
(2) Αν πάτε προς τα εκεί, να δείτε οπωσδήποτε την Παλιά Κοτύλη, ένα χωριό χτισμένο στην εντυπωσιακή κοιλάδα που σχηματίζεται κάτω από τον διάσημο ‘’Χάρο’’, ένα ορεινό βραχώδες συγκρότημα που η θέα του και μόνο, κόβει την ανάσα. Το μεγαλύτερο μέρος του χωριού είναι ερειπωμένο, όμως υπάρχουν ακόμα λίγα σπίτια, η παλιά εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και μέσα στο κατάφυτο ρέμα της, το ξεχασμένο παραδοσιακό πέτρινο γεφύρι της. Επίσης από εκεί ξεκινούν θαυμάσιες πεζοπορικές διαδρομές με σήμανση και χρόνους διάσχισης.
(3)Την Μυροβλήτη (παλιά ονομασία Μυροσλάβισσα και Μυροσλάβιστα), την πρόλαβαν σαν ένα αμιγώς μουσουλμανικό χωριό, όμως κάποια στοιχεία από συνήθειες, βάζουν σε σκέψεις τον σημερινό ερευνητή, ‘’….οι γυναίκες κατά την εορτή του Αγίου Γεωργίου, τον εσπερινό πήγαιναν κόλλυβα σε κάτι ερείπια (πιθανόν εκκλησίας), άναβαν και κεριά και κάθονταν αμίλητες ώσπου να σβήσουν και μετά επέστρεφαν στο σπίτι τους. Κατά μαρτυρία ενός μουσουλμάνου Κιαζήμ ονομαζομένου, πολλές φορές οι χωριανοί έβλεπαν ιεροφορεμένο τον ιερέα να περιέρχεται τα ερείπια και να θυμιατίζει. Φαίνεται πως το χωριό ήταν χριστιανικό και εξισλαμίστηκε, δεν παρέλειπαν όμως να υμνούν τον άγιο με τον τρόπο τους…’’ (από ανέκδοτο αντίγραφο εργασίας του Ανδρέα Στεφόπουλου – διατηρείται η σύνταξη και η ορθογραφία του συντάκτη).
(3α)Η λέξη «δράμι» προέρχεται από το αραβικό ντιρχάμ (ασημένιο νόμισμα) το οποίο ήταν έως την 1η Ιουλίου 1959 επίσημο μέτρο βάρους στην Ελλάδα, ως υποδιαίρεση της οκάς, Το δράμι αντιστοιχούσε σε 3,2 γραμμάρια και η οκά είχε 400 δράμια. Από αυτό προέκυψε η παροιμιακή φράση «τα έχει τετρακόσια» δλδ. είναι πανέξυπνος και μαζί προσεκτικός, δεν «χάνει».
(4) Μουτσάλια: ‘’….στο δικό μας το βουνό είχε τα κοπάδια του ένα στοιχειό, ένας δράκος. Ένα άλλο στοιχειό είχε τα κοπάδια του στο απέναντι βουνό, στο Σμόλιγκα. Τα πρόβατα του δικού μας στοιχειού ήταν καλύτερα. Μια φορά έφυγαν τα κριάρια από το δικό μας στοιχειό και πήγαν στα κοπάδια του στοιχειού του Σμόλιγκα. Έστειλε μήνυμα το δικό μας στοιχειό, στο στοιχειό του Σμόλιγκα να του φέρει πίσω τα κριάρια. Εκείνο αρνήθηκε και άρχισαν να μαλώνουν. Το δικό μας στοιχειό ξερίζωνε έλατα και τα πέταγε στο στοιχειό του Σμόλιγκα. Εκείνο πάλι ξερίζωνε οξιές και τις πετούσε στο δικό μας στοιχειό. Καθώς δεν μπορούσαν να τα πετάξουν ως την κορυφή του βουνού, που ήταν το στοιχειό, έπεφταν παρακάτω. Έτσι στο δικό μας βουνό τα έλατα είναι πιο πάνω από τις οξιές ή ανακατεμένα, ενώ στο Σμόλικα είναι κάτω τα έλατα και παραπάνω οι οξιές…’’ (από ανέκδοτο αντίγραφο εργασίας του Ανδρέα Στεφόπουλου - διατηρείται η σύνταξη και η ορθογραφία του συντάκτη).
(5) Σε επόμενα άρθρα θα αναφερθούμε στον παλιό πυρήνα των βλαχοχωρίων του Γράμμου, το ομώνυμο χωριό μέχρι το Νεστόριο, (4η διαδρομή 1η έξοδος), και στα χωρία από το Μονόπυλο μέχρι Κρυσταλοπηγή στα προσφυγοχώρια (5η διαδρομή 2η έξοδος).
ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης
Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 24670
ΔΙΑΜΟΝΗ: Επταχώρι οι ξενώνες Γακίδη 84081 και Τριανταφύλλου 84159, Πευκόφυτο ξενώνας Γεράσης Κωσταντίνος 81585.
ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Στις Αρένες στη Λίμνη ή πριν τον αυχένα, προς Αετομηλίτσα, στο πλάτωμα της ‘’στρούγκας Βέρμπη’’. Σε κάθε περίπτωση ρωτήστε πρώτα, μια που η περιοχή ελέγχετε αυστηρά από την αστυνομία και τους συνοριοφύλακες λόγω λαθρομεταναστών. Μην αφήσετε σκουπίδια.
ΦΑΓΗΤΟ: Επταχώρι καφενείο - ψησταριά 84141 (απέναντι από την BP) κ. Τούλα, 2ο καφενείο – ψησταριά στην πλατεία 84164 Περικλής Τσάνγκας, Χρυσή καφενείο – ψησταριά 84196 Βασίλης Τσιγάρας, Πευκόφυτο ‘’Αρχονταρίκι’’ 81585 Γεράσης Κωσταντίνος.
ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Κοινότητα Αρρένων 84029, Αστυνομία Επταχωρίου 82700, Κόνιτσας 22202, Α’ Βοήθειες Επταχώρι 84022. Συνεργεία: Τούσιας Θωμάς 1ο χλμ, Ε.Ο. Κόνιτσας – Κοζάνης 22904, Ζώτος Νικόλαος 22910. Βουλκανιζατέρ: Αντωνίου Ευάγγελος, Κιλελέρ 1, 23081, Βαγενάς Σωτήρης 22818, Ντελής Σπύρος 22939. Τα συνεργεία & τα βουλκανιζατέρ που εντοπίσθηκαν είναι για αυτοκίνητα.
ΧΡΗΣΙΜΑ: www.kastoria.net Η περιοχή των Αρένων είναι ότι καλύτερο για κατασκήνωση. Προστατέψτε την. Καλού κακού, το κατακαλόκαιρο, καλό θα είναι να έχετε μαζί σας Autan η ένα κερί σιτρονέλας για τα κουνούπια. Προσοχή στις βενζίνες. Αν κατευθυνθείτε προς το Γράμμο και τα χωριά του φροντίστε για ένα τετράλιτρο τουλάχιστον. Επόμενο βενζινάδικο έχει στο Νεστόριο.
ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Κόνιτσα όλες οι εταιρείες, Επταχώρι BP, 84064, και στον Πεντάλοφο.
ΧΑΡΤΕΣ: Πλαστικοποιημένοι χάρτες ανά νομό που χωρούν στο tang Bag. Αγοράστε τον χάρτη Νο 20 ‘’Νομός Ιωαννίνων’’ & Νο 18 ‘’Νομός Θεσπρωτίας εκδόσεις ‘’Ελλάδα’’ Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, 3225241, Βενιζέλου 3 Θεσσαλονίκη 2310223063. Ο Ε.Ο.Τ. έχει βγάλει, (με την συνεργασία του Ε.Ο.Σ. Αχαρνών), 12 χάρτες για την οροσειρά της Πίνδου. Μεταξύ αυτών, είναι δύο που ενδιαφέρουν, ο Σμόλικας και ο Γράμμος σε κλίμακα 1:50.000. Αν δεν βρείτε εκεί (στον Ε.Ο.Τ. ή στον Ε.Ο.Σ. Αχαρνών) η μόνη λύση είναι η Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού, Πεδίον Άρεως 2108842811. Αγοράστε 2 φύλλα 1:250.000 (1:50.000 δεν δίνουν εκτός και αν ζητηθούν από δημόσια υπηρεσία), Κοζάνη, Ιωάννινα.
ΒΙΒΛΙΑ: Δημήτριος Ν. Τσίγκαλος, Τα Παλιοχώρια του Επταχωρίου, Β’ Συνέδριο Βοϊακής Εστίας – Πρακτικά, Βοϊακή Εστία Θεσσαλονίκης 1979.
ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Μ.Ο.Κ. (Μοτοσυκλετιστικός Όμιλος Καστοριάς) Τάνια Ρήμου, Περιοχή Χλόη – Καστοριά, τηλ 2467026431, 6938045052. Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών, Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax 2434071826.
Περισσότερες πληροφορίες για το άρθρο ΚΕΦΑΛΟΧΩΡΙ – ΠΛΑΓΙΑ – ΧΡΥΣΗ – ΑΡΡΕΝΕΣ (Γράμμος 3ο & 4ο) αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:
Α’ Αυτοτελή Βιβλία
- Παναγιώτου Η. Πουλίτσα / Επιγραφαί και ενθυμήσεις εκ’ της Βορείου Ηπείρου / Ε.Ε.Β.Σ. έτος Ε’ 1928, 5 – 6.
- Ανδρέας Στεφόπουλος / Παιδικά Παραδοσιακά Παιχνίδια από τη Χρυσή Καστοριάς / Ανάτυπο Μακεδονικών τομ. 12 / Θεσσαλονίκη 1972
- Ανδρέας Στεφόπουλος / Το γλωσσάρι της Χρυσής Καστοριάς / Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών / Ανάτυπο ΙΗ Μακεδονικών / Θεσσαλονίκη 1978
- Δημήτριος Ν. Τσίγκαλος / Τα Παλιοχώρια του Επταχωρίου / Β’ Συνέδριο Βοϊακής Εστίας - Πρακτικά / Βοϊακή Εστία Θεσσαλονίκης 1979
- Ανδρέας Στεφόπουλος / Τροφές της Χρυσής Καστοριάς / Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων – δημοσιεύματα Λαογραφικού μουσείου, αρχείο αρ.3 / Γιάννινα 1981
- Σπύρου Ι. Μαντά / Τα ηπειρώτικα γεφύρια / Τεχνικές εκδόσεις Αθήνα 1984
- Αναστασία Γ. Τούρτα / Οι ναοί του Αγίου Νικολάου στη Βίτσα και του Αγίου Μηνά στο Μονοδέντρι - Αρχαιολογικό Δελτίο 44 / εκδόσεις Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων - Αθήνα 1991
- Πρεσβ. Διονυσίου Τάτση / Γνωριμία με την Επαρχία Κονίτσης / Κόνιτσα 1993
- F. Pouqueville / Ταξίδι στην Ελλάδα, Τα Ηπειρωτικά τόμος Α’ / Ε.Η.Μ. Γιάννινα 1994
- Βασίλης Παπαγεωργίου – Αργύρης Πετρονώτης / Ο Πυρσογιαννίτης Πρωτομάστορας Ζιώγας Φρόντζος και τα έργα του / Ανάτυπο από το συλλογικό τόμο ‘’Η επαρχία Κόνιτσας στο Χώρο και το Χρόνο’’ / Δήμος Κόνιτσας 1996
- Δημήτρης Καμαρούλιας / Τα μοναστήρια της Ηπείρου Α’ & Β’ / εκδόσεις Μπάστας – Πλέσσας Αθήνα 1996
- Νιτσιάκου / Αράπογλου / Καρανάτση / Σύγχρονη Πολιτιστική Γεωγραφία Ν. Ιωαννίνων / έκδοση Νομαρχίας Ιωαννίνων 1998
- Αγόρω Τσίου – Άλκης Ράφτης / Λούψικο Κόνιτσας / έκδοση διεθνούς οργάνωσης λαϊκής τέχνης – ελληνικό τμήμα και θέατρο ελληνικών χορών ‘’Δόρα Στράτου’’ Αθήνα 1999
- Αστέριος Ι. Κουκούδης / Οι μητροπόλεις και η διασπορά των Βλάχων / εκδόσεις Ζήτρος / Θεσσαλονίκη 2000
- Αργύρης Π. Π. Πετρονώτης / Ένας λίγο γνωστός Σταριτσιώτης πρωτομάστορας στη Ναυπακτία / Ανάτυπο από την έκδοση των πρακτικών του Β’ διεθνούς Ιστορικού και Αρχαιολογικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας / Μάρτιος 2003
- Χαρίλαος Γ. Γκούτος / Η επαρχία Κόνιτσας και η Μόλιστα επί τουρκοκρατίας / Αθήνα 2003
- Ιωάννη Β. Τσάγκα / Κονιτσιώτικα – Ζερματινά Α’ / αυτοέκδοση Αθήνα 2004
- Χαράλαμπου Ν. Ρεμπέλη / Κονιτσιώτικα / επανέκδοση του συλλόγου Ασημοχωριτών Αθηνών ‘’Η Πρόοδος’’ / Γιάννινα 2005
Β’ Αφιερώματα περιοδικών
- Μάνος Πατέλαρος / Διάσχιση Πίνδου / περιοδικό ΜΟΤΟ τ.34 Οκτώβριος 1988
- Ηλιάνα Ν. Φασούλη / Ο νερόμυλος του χωριού μου / περιοδικό Κόνιτσα τ. 92 Ιούνιος 2000
- Θοδωρής Αθανασιάδης / Σαραντάπορος / περιοδικό ΓΕΩ τ. 239 13/11/04
- Κώστας Β. Παπαδημητρίου – Κώστας Ζήνδρος / Το λημέρι των Μαστόρων / περιοδικό ΓΕΩ τ. 244 18/12/04
- Χαράλαμπος Ν. Ρεμπέλης / Η Ιερά Μονή Ζέρμας (αναδημοσίευση από το Ηπειρωτικό Ημερολόγιο του 1911;) Περιοδικό Κόνιτσα τ. 120 Ιανουάριος – Φεβρουάριος 2005
Γ’ Άρθρα σε εφημερίδες
-
Σωτήρης Γοργογέτας / Οδοιπορικό στο Γράμμο και τα μαστοροχώρια / σειρά 19 άρθρων στην εφημερίδα ‘’Πρωινός Λόγος’’ Τρικάλων από 2/3/99 – έως 23/3/99