ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ (9877 λέξεις)
ΕΠΙΝΙΑΝΑ – ΑΓΡΑΦΑ – ΠΑΡΑΜΕΡΙΤΑ – ΜΑΡΑΘΟΣ
(Άγραφα 4η εργασία από 6)
Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
© Μάρτιος 2005
Φυσικό κάλλος και Ιστορία
Την εποχή της δημιουργίας των εθνικών κρατών, ένα τμήμα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, αφυπνίζεται από το μακραίωνο λήθαργό του. Η Ελλάδα των πρώτων μετεπαναστατικών χρόνων μπαίνει στην ευρωπαϊκή σκηνή, αρχίζοντας να σχηματίζεται από μια αυτοκρατορία που καταρρέει, στη ζωτική περιοχή της Μεσογείου.
Κατόπιν σκληρών αγώνων η μία μετά την άλλη, ολόκληρες περιοχές ελευθερώνονται, νέες επαρχίες εμφανίζονται αποζητώντας, με λαχτάρα, τον άνεμο της ελευθερίας και τη θέση τους στη νέα Ελλάδα. Αργά, δειλά στην αρχή, αρχίζει να ανατέλλει η διαδικασία ανακατάταξης - αναδιοργάνωσης του χώρου, κυρίως του ορεινού που παρέμενε απροσπέλαστος, κρατώντας μεταξύ των άλλων, τα δικά του πολιτιστικά στοιχεία, τις παραδοσιακές δομές - συμπεριφορές και την πίστη, μακριά από τα αλλοεθνή εχθρικά στίφη. Μέσα σε αυτόν το κυκεώνα των ιδεών που περιπλέκεται γύρω από προκαθορισμένες προδιαγραφές (αγροτική - ναυτική οικονομία), το νεαρό ελληνικό κράτος επιχειρεί να οργανώσει το δικό του χώρο, ώστε, καινοτόμα και δυναμικά, όχι χάρη νεωτερισμού όπως συνέβαινε στην Ευρώπη, να στηρίξει την ύπαρξή του.
Ένας από τους σημαντικότερους ορεινούς χώρους είναι τα Άγραφα, μια από τις ομορφότερες περιοχές, θεϊκό δώρο για τη χώρα μας. Βλέποντάς τα στον χάρτη αντιλαμβάνεστε ότι πρόκειται για ένα τόπο που περιβάλλεται από βουνά - θεόρατες κορφές, φαράγγια, ρυάκια, χείμαρρους, ποτάμια. Θαρρείς είναι αδιάβατα αυτά τα μέρη και πολλές φορές έχεις δίκιο. Αδιάβατα, απρόσιτα, κακοτράχαλα, αιτιολογούν απόλυτα την ονομασία(1) τους, γνωστοποιώντας ταυτόχρονα στους περιηγητές ότι γνωρίζουν να φυλάν καλά τις μνήμες από την ιστορία, και τους ανθρώπους τους. Διάσπαρτοι απ’ τα προεπαναστατικά χρόνια οι οικισμοί τους, βρίσκονται σε μεγάλη έκταση, πολλές φορές σε σημαντική απόσταση μεταξύ τους. Μια διείσδυση σ’ αυτά τα αστραποκαμένα βουνά, μια γνωριμία με την αναλλοίωτη αμόλυντη φύση, την ιστορία, την τεράστια λαογραφική αξία του τόπου, πάντοτε φορτίζει συναισθηματικά, σαν άθελά της να θέλει να καταδείξει στον αμύητο ταξιδευτή την παράδοση, και τις κοινές μνήμες, που διέπουν αυτά τα ορεινά συγκροτήματα της μεγάλης οροσειράς της Πίνδου, που περικλείουν τον Αγραφιώτη(2), τη κοιλάδα του, και τα χωριά των Αγράφων.
Στο προηγούμενο αφιέρωμα (τ. ΣΤ’ Ευρυτανία 3ο.), συγκρατήσαμε την περιήγηση στον Καρβασαρά και τις δύο, πραγματικά αξιόλογες, πεζοπορικές διαδρομές που ξεκινούν ή αντίστοιχα καταλήγουν εκεί. Είπαμε επίσης για το δρόμο που ξεκινά αμέσως μετά τη Βαρβαριάδα προς Σελίστα - Μάραθο.Η δεύτερη οδική διαδρομήπου θα χαράξουμε προς τα χωριά Άγραφα - Επινιανά, είναι από τις καλύτερες επιλογές για τη συνέχεια, μια που δίνεται η δυνατότητα να εισχωρήσετε βαθιά στο ορεινό περιβάλλον των βουνών από το κύριο χωματόδρομο, προσδιορίζοντας την έξοδό σας από τα ‘’Τρία Σύνορα’’, αν βιάζεστε, από τα Βραγγιανά, αν θέλετε πέστροφα Καριτσιώτικου ρέματος, και από Μάραθο – Κλοπουκίτσα σε μια θαυμάσια κυκλική ολοκληρωμένη διαδρομή με έξοδο στο Κερασοχώρι, αν έχετε το κατάλληλο μέσον.
Ο μικρός Καρβασαράς (440 μ. υψ.) Μαράθου είναι στις μέρες μας ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα κτηνοτροφικού οικισμού, από τους πολλούς των Αγράφων, που κατοικείται μόνο το καλοκαίρι που έρχονται τα κοπάδια. Παλιότερα αποτελούσε κόμβο στάθμευσης των καραβανιών που διέσχιζαν την περιοχή. Τα πρώτα σπίτια – κονάκια δημιουργήθηκαν στα μέσα του 19ου αιώνα από κτηνοτρόφους που αναζήτησαν τοποθεσίες με πλούσιες βοσκές. Στο διάστημα του χειμώνα, ενόψει των δύσκολων κλιματολογικών συνθηκών που επικρατούν, κατεβαίνουν στα χειμαδιά του Βόλου (Αλίαρτος – Αγχίαλος κ.ά.), με τα κοπάδια τους. Αυτή η διαδικασία που γινόταν δύο φορές το χρόνο, τέλη Απριλίου, τέλη Οκτωβρίου (Άϊ Γιώργη - Άϊ Δημήτρη), συνεχίζει και σήμερα, παρά τον μειωμένο πληθυσμό των ζώων. Το καλοκαίρι γυρνούν πάλι στα ίδια μέρη για να αρχίσει ακόμα μια φορά ο αέναος κύκλος της ζωής και της μετακίνησης.
Από τον Καρβασαρά μέχρι την δστ για τα Άγραφα, ο εικοσάχρονος χωματόδρομος καθορίζει την πορεία του επισκέπτη για εννιάμισι πολύ όμορφα χλμ., κοντά στον Αγραφιώτη που κατηφορίζει αφρίζοντας, για να χυθεί στη λίμνη των Κρεμαστών. Η θέα της πετρώδους κοίτης, με τα άφθονα καθαρά νερά, σε συνδυασμό με το καταπράσινο απόκρημνο τοπίο παρασύρει τη σκέψη στις πρώτες μοναχικές αλλά και συλλογικές εκδρομές με μοτοσυκλέτα, ήδη από το 1985 μαζί με τις μπουλντόζες που άνοιγαν τους πρώτους πραγματικά στενούς και αδιάβατους δρόμους. Πέρασαν από εδώ και άφησαν τις ροδιές τους στη λασπουριά και στα τότε κατσάβραχα οι πρωτοπόροι εντουράδες, Λάκης Τρίτας, Αλέξης Ζαφειρίου, Θοδωρής Δελαπόρτας, ο Ντόβας, ο Νίκας, ο Στεργιόπουλος, και τόσοι άλλοι των οποίων τα ονόματα διαφεύγουν. Αυτούς ρωτάγαμε τότε, για να βγούμε εδώ πάνω.
Στη διαδρομή θα συναντήσετε ένα εικονοστάσι, ενώ δεξιά φαίνεται ακόμα η τσιμεντένια γέφυρα του 1968. Από το πλάτος της καταλαβαίνετε ότι τίποτα δεν έφτανε εδώ πάνω με τέσσερις, και καμιά φορά δύο ρόδες. Αριστερά λίγο πιο πάνω πριν κάποια χρόνια (2000), υπήρχαν τα σύρματα από μια εναέρια αυτοσχέδια πεζογέφυρα, όπου, με τρόμο, οι κάτοικοι περνούσαν απέναντι. Το προαιώνιο όνειρο των Αγραφιωτών είναι να ασφαλτοστρωθεί ο δρόμος, ο οποίος θα βγάλει την περιοχή από την απομόνωση και θ’ αφήσει κάποιο αμορτισέρ στη θέση του. Το έργο άρχισε να συζητιέται το 2000 αφού χωρίστηκε σε δύο τμήματα Κρέντης – Βαρβαριάδα, Βαρβαριάδα – Άγραφα. Ως συνήθως θα χορτάσουν μελέτες καμία δεκαριά γραφεία, ενστάσεις, αναθέσεις, απορρίψεις. Τότε υπάρχει περίπτωση να ξεκινήσει ….με όσα χρήματα περισσέψουν και πάλι από την αρχή για το υπόλοιπο. Κατά γενική ομολογία πάντως, η κατασκευή του θα είναι ο καθοριστικός παράγοντας επενδύσεων και ανάπτυξης της περιοχής.
Αφήστε πίσω την δστ που, δεξιά, οδηγεί σε τρία χλμ, στα Άγραφα και συνεχίστε ευθεία. Λίγο πιο κάτω υπάρχει η ξύλινη πινακίδα που δείχνει την είσοδο του μονοπατιού για την ‘’Τρύπα του Αγραφιώτη’’, ένα από τα ομορφότερα φαράγγια των Αγράφων, που βγάζει στα Επινιανά (1ω 40’). Συνεχίζοντας ευθεία θα φτάσετε στην τσιμεντένια καινούργια, φαρδιά, γέφυρα (3, 3 χλμ από τη προηγούμενη δστ.), όπου οι πινακίδες σας κατευθύνουν στην Ι. Μ. Στάνας και τα Επινιανά (ευθεία πάει Τρίδεντρο 5 χλμ., ή Βραγγιανά 10 χλμ., Φράγμα λίμνης Πλαστήρα). Ο ανηφορικός, απότομος όλο στροφές δρόμος (1,5 χλμ), γρήγορα φτάνει στο πλάτωμα της εγκαταλειμμένης και αλειτούργητης (με εξαίρεση το πανηγύρι στις 7 - 8 Σεπτεμβρίου), Ιεράς Μονής Παναγίας Στάνας ή Σίκας (16ου αι.), αφιερωμένης στη Γέννηση (Γενέθλιον) της Θεοτόκου. Για την ιστορία της, μόνο η παράδοση έχει να διηγηθεί κάποια περιστατικά όσον αφορά την εικόνα, και το χτίσιμο του ναού. Η περιουσία της ήταν κτηνοτροφική, ενώ, ως τα μέσα του 18ου αι., έχει 800 γιδοπρόβατα που έβοσκαν σε δικούς της βοσκοτόπους. Η παράδοση(3) αναφέρει ότι εκεί μεταφέρθηκε η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας από το χωριό Στάνου του πρώην δήμου Αμβρακίας (νυν Αμφιλοχίας), της επαρχίας Βάλτου κατά τη περίοδο της εικονομαχίας.
Μεγάλες αλλαγές έγιναν τα τελευταία χρόνια στο χώρο, μόνο η καμπάνα του 1856 βρίσκεται σταθερά εκεί εκπέμποντας τους μελωδικούς της ήχους με εκπληκτική καθαρότητα. Οι εργασίες ξεκίνησαν από τον καθαρισμό του μοναστηριού, την πλακόστρωση του χώρου, ενώ στο διπλανό κτήριο που είναι τα κελιά, έγιναν επισκευές και βαψίματα, μπήκαν καινούργιες πόρτες, πατώματα κ.ά. με σκοπό, απ’ ό,τι φαίνεται, να μετατραπεί σε ξενώνα. Ο εξωτερικός χώρος, εκεί που γίνεται το πανηγύρι, έχει καθαριστεί από τα αγριόχορτα και φτιάχτηκε από αλβανούς μαστόρους μια καινούργια πετρόχτιστη κρήνη. Πάει καιρός που πελεκούσαν τις πέτρες με περίσσια τέχνη και υπομονή. Σε λίγες εβδομάδες πήραν τη μορφή προσόψεων, θολωτών παραθύρων, θαυμάσιων εισόδων, για το βοηθητικό κτήριο – τραπεζαρία που ανακαινίστηκε ριζικά.
Η θέα από τα 800 μ. υψ. είναι καλή, τόσο προς τον Αγραφιώτη και το γκρεμό εμπρός σας όσο και προς τη πλευρά του Ασπρορέματος που κυλάει κάτω βαθιά στη χαράδρα, φαίνεται μάλιστα, νωρίς την άνοιξη που δεν έχουν φύλλα τα δέντρα, το μονοπάτι που κατεβαίνει προς το συνοικισμό ‘’εκκλησιά’’ και στο ρέμα. Πολύ όμορφη τοποθεσία για να ‘’στήσετε’’ τη σκηνή σας μια βραδιά. Η μονή Στάνας είναι από τα σημαντικά μνημεία των Αγράφων. Το καθολικό είναι ναός τρίκοχος με ψηλό τρούλο, πιθανώς του 18ου αι. Σώζεται και μικρότερος ναός μονόχωρος ενώ στο εσωτερικό υπάρχει ένα θαυμάσιο ξυλόγλυπτο τέμπλο με δεσποτικές εικόνες του 1798 αφιερώματα του ‘’Χρήσου γεωργίου εκ χώρας βραηνών και έργα του Δημητρίου Λάμσου’’. Το πρώτο από τα βημόθυρα ανήκει στο υπάρχον τέμπλο, είναι έργο του ζωγράφου Ιωάννη Παναγιωτόπουλου και σύμφωνα με επιγραφή είναι του 1881 (Φλώρου ΑΔ 50, 398, και Σδρόλια ΑΔ 39, 168). Για να επισκεφθείτε το μοναστήρι, επικοινωνήστε με τον Κώστα Γαντζούδη στα Επινιανά που έχει το κλειδί.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι τα Άγραφα υπήρξαν σε όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας ενιαία περιοχή(4) από άποψη ιστορικών και οικονομικών συνθηκών, οι οποίες διαμόρφωσαν και την καλλιτεχνική τους ενότητα με γνωστούς αγιογράφους. Ο χωρισμός σε Θεσσαλικά και Ευρυτανικά Άγραφα επικράτησε μετά την απελευθέρωση (Γκιόλια, Συμβολή, 11 και Γιαννίτσαρης – Βρυνιώτης, σημείωση 3, σελ 64). Ήδη το 15ο αι. οι ζωγράφοι των Αγράφων είχαν δημιουργήσει μια ολόκληρη σχολή ζωγραφικής. Το 1743 ο Διονύσιος εκ Φουρνά, ζωγράφος και συγγραφέας κατά το Θεοφάνη, ζωγραφοδιδάσκαλος κατά τον Αναστάσιο Γόρδιο, ιδρύει το φημισμένο σχολείο στον Φουρνά για τα κοινά γράμματα, φροντιστήριον εις σπουδήν των εκείσε ευρισκομένων παίδων, μοναδικό για τον αποκλεισμένο αυτό τόπο. Το συγγραφικό του έργο, Περί Ζωγραφικής και Ερμηνεία της Ζωγραφικής Τέχνης αποτέλεσε σταθμό στην ιστορία της μεταβυζαντινής τέχνης (Γκιόλια, Ιστορία Ευρυτανίας, 406, 477, 481,520, 526). Οι ζωγράφοι των Αγράφων δίνουν εξαιρετικά δείγματα της τέχνης τους σε εκκλησίες της ευρύτερης περιοχής (βλ. Μάραθο), χωρίς να λείπουν και αυτοί που ταξιδεύουν μακριά, ζωγραφίζοντας. Ο ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου στη Μοσχόπολη, τη μητρόπολη του βλαχόφωνου ελληνισμού στη σημερινή Αλβανία, ήταν ο μεγαλύτερος της πόλης και λειτουργούσε ως καθεδρικός. Από επιγραφή στη δυτική είσοδο πληροφορούμαστε ότι ο ναός χτίστηκε και αγιογραφήθηκε από τους αγραφιώτες ζωγράφους Θεόδωρο, Αναγνώστη και Στεριανό το έτος 1712 (Θώμος, 138).
Ανεβαίνοντας προς τα αθέατα Επινιανά περνάτε τη δστ που δεξιά οδηγεί στον συνοικισμό τους, Άγιοι Θεόδωροι, όπου λίγο μετά, πάνω στην επόμενη στροφή, βλέπετε τις μεταλλικές πινακίδες ‘’προς Φαράγγι Ασπρορέματος’’. Από εκεί ξεκινάει πεζοπορική διαδρομή προς το φημισμένο Ασπρόρεμα. Το μονοπάτι κινείται μέσα σε πυκνή βλάστηση είναι ευδιάκριτο, ομαλό και πολύ σύντομα θα σας φέρει στο πέτρινο εικονοστάσι του Αγίου Αντωνίου απ’ όπου η θέα προς τα κάτω στη χαράδρα του Ασπρορέματος και βορειοανατολικά προς τη μονή Στάνας είναι απεριόριστη. Το μονοπάτι στο σύνολό του είναι περίπου δέκα χλμ (+/- 2ω30’ – 3ω), διασχίζει ένα εξαιρετικό ανέγγιχτο τοπίο, περνάει τον συνοικισμό Εκκλησιές (1ω30’), το Σκυλόρεμα, και φτάνει μέχρι στον εγκαταλειμμένο συνοικισμό του Ασπρορέματος μέσα απο μοναδικά χρώματα.
Όσο και να φανεί παράξενο μέχρι το 1978 είχε μονοθέσιο δημοτικό σχολείο (ερειπωμένο σήμερα), με 25 – 30 μαθητές, και έμενε μέχρι πρόσφατα ( καλοκαίρι ’99 - ’00), μια οικογένεια. Από εκεί ξεκινά ή καταλήγει, ανάλογα με το πως θα έρθετε, ο δρόμος από το Τρίδεντρο. Η πεζοπορία φυσικά συνεχίζεται προς Τροβάτο (5 – 6ω), ή βορειοδυτικά στην αρχή, μετά στρίβει νότια κάνοντας ένα μεγάλο κύκλο κάτω απο την επιβλητική κορυφή Φτέρη (2126 μ.), και βγαίνει καλύβια Μέρσας, στο Στουρναράκι, (περ. Ανεβαίνοντας τ. 29, 46), όπου διακλαδώνεται αριστερά προς τα Επινιανά (οροπέδιο Απιδιάς), και δεξιά προς το Προσήλι και τη Βλαχοπούλα ( 5 – 6ω), όπου συναντάει το κακοτράχαλο ‘’δρόμο’’ που έρχεται από το Μοναστηράκι (ταξίδια τ. ΣΤ’, 114).
Να κάνετε τη πεζοπορική διαδρομή σε αυτό το αυθεντικό κομμάτι της Αγραφιώτικης φύσης, τουλάχιστον μέχρι το πρώτο σκέλος που φτάνει στο Ασπρόρεμα. Μπορείτε και εδώ να εφαρμόσετε το ‘’κόλπο’’ (ταξίδια τ. Ε’, 212), του χωρισμού της ομάδας. Η μια να ξεκινήσει από το Ασπρόρεμα προς Αγίους Θεοδώρους Επινιανών και η άλλη το αντίθετο. Έτσι η μια ομάδα θα πάρει στην επιστροφή τις μοτοσυκλέτες της άλλης, αποφεύγοντας, ειδικά αν δεν υπάρχει χρόνος, το τρίωρο της επιστροφής. Για ολόκληρη τη διαδρομή Επινιανά – Ασπρόρεμα – Τροβάτο ή την κυκλική Επινιανά – Ασπρόρεμα – Μέρσα – Προσήλι – Μοναστηράκι είναι καλύτερα να είστε παρέα 5 – 6 ατόμων με πρόβλεψη για διανυκτέρευση, και κάποιοι ντόπιοι να γνωρίζουν την πρόθεσή σας.
Συνολικά, από την τσιμεντένια γέφυρα του Αγραφιώτη, θα διανύσετε τέσσερα χλμ μέχρι τα Επινιανά, που φανερώνονται ξαφνικά σ’ ένα πανέμορφο οροπέδιο στα 1050 μ. υψ., σκαρφαλωμένο στη δυτική πλευρά της κορφής Φτέρη (2128 μ. υψ.). Παλιότερα λεγόταν Επαινιανά από τη λέξη έπαινος, κατά λάθος όπως λένε, κάποιος επίσημος το έγραψε Επινιανά και από τότε έμεινε. Οι ντόπιοι το αναφέρουν Πινιανά και Πηγκιανά, το βρίσκουμε όπως και Πενιανά(00).(Γκιόλια 183) Τα τελευταία χρόνια, με αφορμή τους δρόμους που ανοίχτηκαν, δόθηκε το έναυσμα για μεγάλη οικοδομική δραστηριότητα με πολλές καινούργιες, και αρκετές αναστηλώσεις παλιών κατοικιών. Στην απογραφή του 2001 είχε 730 κατοίκους, πράγμα που δικαιολογεί την ανοικοδόμηση που γίνεται, και αιφνιδιάζει τον ανύποπτο επισκέπτη, ειδικά αυτόν που έχει ξανάρθει. Ήταν έδρα της ομώνυμης κοινότητας που περιλάμβανε τους συνοικισμούς Φτέρη, Ανηφόρα, Ασπρόρεμα, χωρίς μεγάλες δυνατότητες στη γεωργία λόγω του πετρώδους εδάφους, με εξαίρεση το καταπράσινο οροπέδιο της Απιδιάς στα 1300 μ. υψ., όπου υπάρχει μικρός εγκαταλειμμένος συνοικισμός (3 – 4 σπίτια) και φαίνεται ότι καλλιεργούσαν συστηματικά.
Το αντίθετο όμως συνέβαινε με την κτηνοτροφία που ήταν ανεπτυγμένη, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι σήμερα, χάρη στα απέραντα και έξοχα βοσκοτόπια. Είχαν, και διατηρούν ακόμα, πολλά μελίσσια που παράγουν ένα εξαιρετικά αρωματικό και διάφανο ελατόμελο – ανθόμελο, ‘’Ασπρορέματος’’, όπως το λένε. Στα Άγραφα ξεγελούν τις μέλισσες και ανακαλύπτουν τα άγρια μελίσσια καίγοντας μέσα στο δάσος κερήθρα, πάνω σε ένα ξύλο. Κατεβαίνουν οι μέλισσες να το γευθούν, να το βυζάξουν, ενώ ο μελισσοκυνηγός τις παρακολουθεί. Μόλις αυτές χορτάσουν και σηκωθούν, τις παρακολουθεί σε ποια κουφάλα ή πέτρα θα πάνε να κρυφτούν. Τότε σημαδεύει το μέρος και γυρνά αργά το φθινόπωρο να τρυγήσει το αγριόμελο (Λουκόπουλος, 406).
Περπατώντας στο χωριό, θα βρεθείτε στο κλασικό καφενεδάκι του Αποστόλη Αποστόλου, με τη ξυλόσομπα να ζεσταίνει το χώρο και τις καρδιές των πεζοπόρων εδώ και χρόνια. Καφές ή τσιπουράκι με όλα τα μεζεδάκια της στιγμής (ομελέτες, λουκάνικα κ.λπ.), στη διάθεσή σας. Στην όμορφη πλακόστρωτη πλατεία των Επινιανών βρίσκεται ο θαυμάσιος καινούργιος ξενώνας ‘’το Πανόραμα’’ του Κώστα (γραμματέας στο δήμο Αγράφων), και της Γιώτας Γαντζούδη που προκαλεί για στάση και ανασύνταξη της παρέας και γιατί όχι για διανυκτέρευση.
Η μεγαλοσύνη του ήλιου και η καθαρή καλοκαιρινή ατμόσφαιρα προσφέρει ανείπωτη θέα προς τις απότομες δυτικές πλαγιές του Κουκουρούντζου. Πραγματικά, απ’ αυτό το θαρραλέο μπαλκόνι φαίνονται οι δρόμοι – μονοπάτια που ξεκινούν από το ξύλινο γεφυράκι ‘’Μπλό’’ και χαράζουν, ανεβαίνοντας όλο και πιο ψηλά, τις πλαγιές του βουνού μέχρι να φτάσουν στα Άγραφα, ενώ κάτω χαμηλά συμπληρώνει το ανυπέρβλητο θέαμα ο Αγραφιώτης. Η αφάνταστη γοητεία του τοπίου φέρνει στο μυαλό τις δυσκολίες που οι ζεστές καλοκαιρινές μέρες με την εύκολη πρόσβαση, κρατούν μακριά απ’ τη σκέψη. Δεν μπορείς όμως να μην συλλογιστείς τους κρύους, χιονισμένους και ομιχλώδεις χειμωνιάτικους μήνες και τα δισεπίλυτα προβλήματα που αυτοί υπόσχονται.
Αυτό ίσως στάθηκε καθοριστικός παράγοντας στη συνέχιση της κατοίκησης ή μη όλων των ορεινών χωριών στην επικράτεια, που, μετά το 1970, ήρεμα αρχικά με γοργούς ρυθμούς αργότερα, η δυσφορία αντικαταστάθηκε με την εσωτερική, μόνιμη τις περισσότερες φορές, μετακίνηση. Το ρεύμα, όπως και στο Μοναστηράκι, ήρθε εδώ το 1990 με ό,τι αυτό σημαίνει για την όποια ανάπτυξη, αν υποθέσουμε ότι αυτό το θέμα υφίσταται για τη διοίκηση. Τα τελευταία χρόνια κάτι φαίνεται να αλλάζει από την ιδιωτική πρωτοβουλία, αν δούμε την τελευταία απογραφή του 2001, που ο καταγραμμένος πληθυσμός στο χωριό άγγιξε τα 730 άτομα, ενώ συνολικά, τα χωριά του δήμου Αγράφων παρουσίασαν αύξηση των κατοίκων κατά 266,3%!. Οι σκέψεις διακόπτονται απο τη παρέα που φωνάζει για το έτοιμο πλέον γεύμα. Ο ξενώνας λειτουργεί και σαν ψησταριά με απίστευτη ποικιλία μεζέδων από ντόπια προϊόντα που μοσχοβολούν φρεσκάδα. Ζητήστε από τον Κώστα, και τη τύχη σας, αν έχει, να σας φτιάξει νοστιμότατες άγριες πέστροφες απ’ το πεντακάθαρο Ασπρόρεμα.
Οι διαδρομές από εδώ είναι μετρημένες, μικρές, αλλά αξίζουν όσο λίγες στην Ελλάδα. Πάνω από τη μνημειώδους αρχιτεκτονικής εκκλησία του Αγίου Γεωργίου που άρχισε να χτίζεται 1890 από ντόπιους, Πηγκιανίτες μαστόρους και ολοκληρώθηκε το 1910, φεύγει ένας στενός δρομάκος προς τους Αγίους Αναργύρους. Συνεχίζει γύρω στα 3 χλμ φτάνοντας στο ‘’Αγνάντι’’, αληθινά όνομα και πράγμα η θέα, αγναντεύει ως κάτω τον ηλιόλουστο Αγραφιώτη. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1990 αυτός ήταν ο μοναδικός ‘’δρόμος’’, μονοπάτι λιθόστρωτο η ‘’στράτα’’ των ντόπιων, που έφτανε ή έφευγε κάποιος από το χωριό. Από εδώ περνούσαν καθημερινά φορτωμένοι οι ίδιοι και τα ζώα τους με προμήθειες ή άλλα εμπορεύσιμα είδη (κυρίως αλάτι, στάρι).
Σήμερα διασχίζεται από δεκάδες φυσιολάτρες πεζοπόρους που ακολουθούν τα χαμένα εδώ και χρόνια χνάρια των ντόπιων στο σκληρό και άφιλο τοπίο των Αγραφιώτικων μονοπατιών. Όλη η διαδρομή μέχρις αυτό το σημείο, κυρίως δε, από εδώ και πέρα είναι το μονοπάτι που διασχίζει το ρέμα της Φτέρης (+/- 4ω Επινιανά – Βαρβαριάδα) και περνά από το πέτρινο γεφύρι της Ανηφόρας (ταξίδια τ. ΣΤ’, 115). Στο γεφύρι βρίσκει το Φτεριώτικο ρέμα ενώ πιο πάνω, το άγνωστο σχετικά, φαράγγι ‘’Απάτητο’’. Από την πλατεία του χωριού κατευθυνθείτε προς τα τελευταία σπίτια, δείτε το μικρό αλωνάκι, το παλιό σχολείο, δίπλα από την εκκλησία του Προφήτη Ηλία και ξεκινήστε για τη περιπετειώδη διαδρομή προς το μικρό συνοικισμό της Απιδιάς. Αν είναι κάποιοι γρήγοροι και θέλετε να αποφύγετε το ντουμάνι από τη σκόνη (ή τη λάσπη αν είναι νωρίς το Ιούνιο), αλλά και τις πέτρες (πάντα), αφήστε τους να πάνε μπροστά (έτσι κι αλλιώς είναι αδιέξοδο), γιατί ο ‘’δρόμος’’ έχει κάποιες ιδιαιτερότητες.
Χωρίς αμφιβολία θα κοπανηθείτε για 5,9 χλμ. μέχρι να φτάσετε στο επίπεδο και καταπράσινο οροπέδιο της Απιδιάς, ένα σπάνιο τοπίο που συνεπαίρνει με την ομορφιά του, ίσως από τα ωραιότερα που έχετε αντικρίσει ποτέ. Όπου και να κοιτάξετε θεόρατα βουνά, ψηλές κορφές, κι’ απότομες κορυφογραμμές χαράζουν στον ορίζοντα, μια θέα ανεκτίμητη. Μπορούμε άνετα να το κατατάξουμε σε ένα από τα καλύτερα σημεία που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια για ελεύθερη κατασκήνωση. Δίπλα σχεδόν, είναι ένα κανονικό πετράλωνο (αλώνι στρωμένο με πέτρα), που του λείπουν τα χείλη (οι πέτρες γύρω – γύρω), και που μαρτυρά ότι υπήρχαν καλλιέργειες σταριού στο χωριό. ‘’Δεν έσπειρες, δε θέρισες, δεν αλώνισες να πάρεις το σιτάρι της χρονιάς σου; Όλο το χρόνο πεινασμένος θα είσαι!’’, λέει η παροιμία και έτσι ήταν εκείνα τα χρόνια. Η κάθε οικογένεια είχε τα αποθέματά της για να περάσει το χειμώνα. Κοντά στο αλώνι βρίσκονται τα μισοερειπωμένα σπίτια – καλύβια που ο χρόνος και οι χειμώνες που πέρασαν από πάνω τους τα σημάδεψαν ανελέητα, ώστε σήμερα, να χρησιμεύουν περισσότερο για στάνες παρά για κατοικία. Στα Άγραφα αντίθετα από άλλους τόπους, δεν είχαν αχυρώνες, αποθήκευαν το άχυρο στην ύπαιθρο. Το ‘’έστρωναν’’ πάνω σε ένα δέντρο (κλαδαριές το λεν στην Ήπειρο), που το στήριζαν με διχάλες και εκεί το τοποθετούσαν σκεπάζοντάς το με βρίζα για να φεύγουν τα νερά της βροχής.
Η συνέχεια είναι συναρπαστική αλλά μόνο για πεζοπόρους με καλό χάρτη, πυξίδα και γνώση. Από εδώ συνεχίζει μονοπάτι προς τους συνοικισμούς Μέρσα (όπου συναντιέται με αυτό που έρχεται από το Ασπρόρεμα), Προσήλιο, Βλαχοπούλα, καταλήγοντας στο Μοναστηράκι.
Αποχαιρετώντας, τα Επινιανά, κατευθυνθείτε στην προηγούμενη δστ που θα σας οδηγήσει στο χωριό Άγραφα. Υπάρχει πινακίδα στην άκρη του δρόμου που γράφει Άγραφα 3 χλμ, ίσως τα πιο όμορφα ολόκληρης της διαδρομής και ας φαίνονται 33. Εδώ πριν χρόνια (1997) γινόντουσαν ακόμα νέες διανοίξεις του δρόμου μια που οι κατολισθήσεις, λόγω των σχιστολιθικών πετρωμάτων των βουνών (ασβεστόλιθος – φλύσχης), είναι συχνότατες, ειδικά τον χειμώνα με τις βροχές και τον πάγο. Προσπαθούν λοιπόν να δώσουν περισσότερο φάρδος στο δρόμο, ώστε, σε περίπτωση κατολίσθησης, να μην κλείνει. Όταν ξεκίνησαν οι επεμβάσεις, γινόντουσαν χωρίς σχεδιασμό και χωρίς προηγούμενη μελέτη, ευτυχώς που στις μέρες μας τα μπάζα από τις φαγωμένες πλαγιές, τα φορτώνουν σε φορτηγά και δεν τα παίρνει το ποτάμι όπως παλιότερα, κάτι είναι κι’ αυτό.
Η οδήγηση στο κατάφυτο πλατανοσκέπαστο φαράγγι (Ατσιαούρα των ντόπιων), του Σμπορορέματος, σας φέρνει στον πολύ όμορφο ‘’Νερόμυλο’’ και το καινούργιο εκτροφείο πέστροφας. Το εστιατόριο – ψησταριά είναι χτισμένο στην κυριολεξία…..πάνω στη θέση του παλιού εγκαταλειμμένου και ερειπωμένου πριν χρόνια νερόμυλου, απ’ όπου πήρε το όνομά του. Δύο δημιουργίες ζωής για τον Δημήτρη Κίτσιο και την οικογένειά του. Ο τόπος είναι εκπληκτικός, ολόδροσος και προδιαθέτει για στάση, αν μάλιστα έχει φτιάξει πίτα η γυναίκα του Δημήτρη, η κυρία Βάσω Κίτσιου, τότε δε θα σηκώνεστε απ’ το τραπέζι. Μέσα στο ευρύχωρο κατάστημα, στο κέντρο του σχεδόν, υπάρχει αναστυλωμένος τώρα πια, ο νερόμυλος.
Αυτή η ιδέα δεν έχει εφαρμοστεί πουθενά. Ο μύλος κρατήθηκε όπως ήταν και γύρω του, σκάφτηκε μια μεγάλη και βαθιά χωνευτή κοιλότητα ώστε ο επισκέπτης να έχει το περιθώριο από τα σκαλιά, να κατέβει κοντά του να δει πως δουλεύει, από πάνω του.…χτίσανε το κατάστημα. Έχει γούστο πάντως για τους μεγάλους και είναι επιμορφωτικό για τα πιτσιρίκια όταν τον βάζει να αλέσει καλαμπόκι. Θα μάθετε πώς εκμεταλλευόντουσαν για αιώνες τη δύναμη του νερού οι κάτοικοι, όταν δεν υπήρχε ρεύμα. Το ίδιο ισχύει και για τη ντριστέλα που είναι έξω από τον νερόμυλο. Σε αυτήν έβαζαν τα βαριά κλινοσκεπάσματα, τις βελέντζες, τα υφαντά χαλιά και με τη δύναμη του νερού που έπεφτε από ψηλά αυτά στριφογύριζαν με δύναμη στη κωνική βαρέλα και γινόντουσαν πεντακάθαρα αλλά και… ασήκωτα μια που τότε, ήταν όλα μάλλινα.
Απέναντι από τον νερόμυλο κυλάει αφρισμένο το Σμπορόρεμα ενώ σε μεγάλο μήκος διακρίνεται το πετρόχτιστο μονοπάτι, η παμπάλαια οδός επικοινωνίας των Αγράφων με τα χωριά και το κέντρο. Μάρτυράς του, στέκει λίγο πιο πάνω, το μονότοξο Πετρογέφυρο, χωρίς κτητορική επιγραφή και καταχώρηση στην ανάλογη βιβλιογραφία, δεν το βρίσκουμε ούτε στα μνημεία των Αγράφων, έτσι ώστε να προσδιοριστεί το πότε χτίστηκε. Ο σύλλογος αγραφιωτών προσκάλεσε την 7η εφορεία βυζαντινών αρχαιοτήτων Λάρισας, οι αρχαιολόγοι της οποίας προσδιόρισαν από τη τεχνοτροπία του και τα έτη κτίσεως, ανάμεσα 1600 - 1650. Το γεφύρι είναι κλειστό με μια πρόχειρη ξύλινη πόρτα για να μην φεύγουν τα πρόβατα. Αν την ανοίξετε και περπατήσετε πάνω στο τόξο του, θα προχωρήσετε συνάμα βαθιά μέσα στον αδυσώπητο χρόνο, τότε που οι Αγραφιώτες για ό,τι χρειαζόντουσαν έπρεπε δυο και τρεις μέρες να περπατούν για να φτάσουν στο Καρπενήσι ή αλλού, να τα αγοράσουν. Βαδίστε στο μονοπάτι – ‘’στράτα’’ που δεκάδες χρόνια κουβαλούσαν οι κυρατζήδες τις πραμάτειες για πούλημα και οι κάτοικοι των Αγράφων τις προμήθειες για τον βαρύ τους χειμώνα.
Η συνέχεια θα σας φέρει στη δστ προς Παραμερίτα – Μάραθο (δεξιά) ή προς Άγραφα (αριστερά). Απότομη η ανηφόρα με μεγάλη κλίση, ευτυχώς μικρή και σίγουρα η ‘’τελευταία επιτέλους’’ πριν το χωριό Άγραφα, που υποδέχεται λαμπρό και καταπράσινο μες τις ανταύγειες του καλοκαιρινού ήλιου, τους επισκέπτες του. Τα πιτσιρίκια μόλις έχουν τελειώσει τον δικό τους ‘’πόλεμο’’, βουτηγμένα στα νερά, μεταφέροντας αυτόματα τη σκέψη μας στα ‘’δικά’’ μας μπουγελώματα.
Άγραφα, παλιό κεφαλοχώρι στα 880 μ. υψ. χτισμένο στις πλαγιές του Κουκουρούντζου (1720 μ. υψ.), έδρα(5)του ομώνυμου δήμου (Φ.Ε.Κ. 244 τ. Α’ 4/12/1997) με έκταση 29.000 ha (290.000 στρ), που περιλαμβάνει τα χωριά Μοναστηράκι, Επινιανά, Τρίδεντρο, Τροβάτο, Μάραθο, Βραγγιανά και δεκάδες διάσπαρτους ιστορικούς συνοικισμούς και ισάριθμους βοσκότοπους, Βαλάρι, Καμάρια, Νεράϊδα (Νιάλα), Πετράλωνα (Σάικα), Παραμερίτα, Γιαννισέικα, Σκαρφιάδες, Μιάλα (Χοντέικα), Γαβρολισιάδα, Λίπα, Σελίστα, Κλοπουκίτσα, Σέλο, κ.ά. Στη τελευταία απογραφή του 2001 εμφανίζει μεγάλη αύξηση πληθυσμού (1020 κατ.), όσους είχε πριν τον πόλεμο του ’40. Συγκριτικά όμως με αυτή του 1991 (184 κατ.), δείχνει ότι κάτι αλλάζει στην ορεινή ζώνη.
Πραγματικά, όσοι δεν έχουν έρθει ακόμα σε αυτόν τον παραδεισένιο τόπο σαν επισκέπτες, με έκπληξη θα βλέπουν τις προσπάθειες των ντόπιων για την ανάπτυξη της περιοχής και ίσως αναρωτιούνται, τι ήταν αυτό που, ενώ διατηρούσε στη μνήμη την επίσκεψη, ταυτόχρονα τους κράταγε τόσα χρόνια μακριά. Η απάντηση βρίσκεται πρώτα από όλα, στα οχήματα που έχει πλέον στη διάθεσή του ο περιηγητής, συνήθως 4Χ4, και δευτερευόντως στο οδικό δίκτυο που στις περισσότερες των περιπτώσεων κρίνεται ανεπαρκές, παρά τα έργα που έγιναν. Σε κάθε περίπτωση δεν ήταν πάντα έτσι τα πράγματα. Η περιοχή των Αγράφων είναι ορεινή και άγονη, η οικονομία της στηριγμένη στη μοναδική απασχόληση με τη κτηνοτροφία και λίγο με τη γεωργία, υστερούσε πολύ σε σχέση με άλλους τόπους. Ακόμα όμως και αυτός ο μοναδικός πλουτοπαραγωγικός πόρος της περιοχής έμενε εν μέρει αδιάθετος αφού δεν υπήρχαν δρόμοι για την επικοινωνία με τα κέντρα της εποχής. Αυτοί είναι οι κύριοι λόγοι που δεν μπορούσε να προσφέρει στους κατοίκους της παρά μια ζωή λιτή και στερημένη, ένα κατώτερο βιοτικό επίπεδο. Πολλά από τα απαραίτητα αγαθά τα πρόσφερε άφθονα η φύση και το θαυμάσιο κλίμα με το πλούσιο υδροσύστημα (καθαρά νερά, δασικά προϊόντα, καρποί από τα δέντρα, ξύλα), ενώ άλλα παρήγαγαν σαν καλλιεργητές και κτηνοτρόφοι οι άνθρωποι. Κηπευτικά (πατάτες, ντομάτες, σταφύλια), μελισσοκομία, ορνιθοτροφία, άριστη και με προοπτικές στις μέρες μας, ελεύθερη κτηνοτροφία στις πλούσιες θερινές βοσκές με υπερεπάρκεια χλόης, αλλά και οικόσιτη τους χειμωνιάτικους μήνες με δικής τους παραγωγής χορτάρια. Μαλλί, γάλα, βούτυρο, τυρί ποτέ δεν έλειψαν από καμία Αγραφιώτικη οικογένεια.
Αργότερα που ήρθε στο μεγαλύτερο μέρος της επικράτειας η εντατικοποίηση της γεωργίας, είδαμε άλλες γειτονικές περιφέρειες να ευνοούνται ή να ενεργοποιούνται προς αυτή τη κατεύθυνση. Γι’ αυτά τα απροσπέλαστα, απομονωμένα, μέρη δεν υπάρχει ούτε κατάλληλο έδαφος· περισσότερο από το 53% του ευρυτανικού εδάφους έχει υψόμετρο πάνω από 1000 μ., γεγονός που καθιστά προβληματικές τις καλλιέργειες(00), ούτε μέριμνα, με αποτέλεσμα να μείνουν στο περιθώριο. Αυτό είναι καλό σήμερα, που βλέπουμε ότι η χωρίς φραγμό μονοκαλλιέργεια και οι ανεξέλεγκτες ζωοτροφές έχουν αντίθετα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Τότε όμως, που τα κέρδη από αυτή την άφρονα πολιτική δεν άγγιξαν τις ορεινές περιοχές, αυτές με τη σειρά τους, υφιστάμενες τις συνέπειες της εντατικοποίησης, μαράζωσαν και στα χρόνια που ακολούθησαν, έμειναν στο περιθώριο. (00)καλλιέργειες: Μάρκου Α. Γκιόλια, «Ιστορία της Ευρυτανίας τους Νεώτερους Χρόνους (1939 – 1821)», εκδόσεις Πορεία, Αθήνα (1999) 32.
Η περιήγηση ξεκινάει από την κεντρική πλατεία, που είναι μαζεμένη όλη η υποδομή και τα καταλύματα. Εδώ ο ταξιδιώτης θα βρει σχεδόν τα πάντα εκτός από εφημερίδες, περιοδικά, μια που ακόμα δεν έρχεται λεωφορείο, (με εξαίρεση το δημοτικό που πηγαινοέρχεται στο Καρπενήσι), όμως από είδη παντοπωλείου, μεζέδες στις ψησταριές και γνήσιο τσίπουρο στα καφενεία δεν υπάρχει καλύτερη επιλογή. Οι ντόπιοι γνωρίζουν στις περισσότερες περιπτώσεις τις διαδρομές, αν βρείτε δυσκολίες απευθυνθείτε στο δημαρχείο απ’ όπου υπάρχει δυνατότητα επικοινωνίας με γειτονικά Δ. διαμερίσματα, όσον αφορά τη βατότητα των δρόμων.
Περπατώντας στον οικισμό θα διακρίνετε τα καινούργια έργα και τις πλακοστρώσεις των δρόμων που έγιναν την διετία 2003 – 2004, το δημοτικό σχολείο, που έχει 7 – 8 μαθητές, την παλιά τεχνική σχολή ηλεκτρολόγων, χτισμένη από τότε που το χωριό δεν είχε ρεύμα!. Το δημαρχείο μεταφέρθηκε, και στεγάζεται πλέον στο παλιό σχολείο που ανακαινίστηκε όπως και η πλατεία εμπρός του. Από την παλιά αρχιτεκτονική του δεν υπάρχει τίποτα, εκτός απ’ το κοινοτικό γραφείο (1915 - 1920), που στέγαζε μέχρι πρότινος το παλιό δημαρχείο. Δύο μεγάλες κοσμοχαλασιές θυμούνται οι Αγραφιώτες, η πρώτη με τις καθιζήσεις του 1897; που βούλιαξε ολόκληρο το χωριό, λένε μάλιστα ότι εκεί που βρίσκεται τώρα η πλατεία υπήρχαν 24 εκκλησίες, πράγμα που αναδεικνύει, ειδικά αν αποδειχθεί, τη βαθιά τους πίστη (δες περί ονομασίας(1) ). Η άλλη καταστροφή ήταν η πυρπόληση και το κάψιμο του χωριού, τον Δεκέμβριο του 1941, από τους Ιταλούς. Τότε σχεδόν γκρεμίστηκαν όλα τα παραδοσιακά πετρόχτιστα σπίτια.
Σήμερα υπάρχουν οι εκκλησίες Αγ. Αθανασίου, του Σωτήρος αφιερωμένη σε τρεις Αγίους, ο Αγ. Δημήτριος πολιούχος και προστάτης άγιος του χωριού, οι Άγ. Απόστολοι κτισμένοι πάνω στην παλιότερη (σώζεται το δάπεδο), η Παναγία (Κοίμηση της Θεοτόκου) και ο Αγ. Γεώργιος (1608), η αρχαιότερη, πετρόχτιστη με σπάνιες τοιχογραφίες (1610).Στην ανατολική έξοδο του χωριού είναι η Αγία Βαρβάρα στο ομώνυμο ύψωμα. Αυτό το ψηλό σημείο διάλεξαν και έστησαν το ύψους δύο μέτρων ορειχάλκινο ανδριάντα του κορυφαίου επαναστάτη των Αγράφων Αντώνη Κατσαντώνη, μεταμορφώνονταν τον σε ένα χώρο μνήμης. Είναι ένα έργο του γλύπτη Θύμιου Παπαγιάννη που ολοκληρώθηκε το 2003 δένοντας τα χαρακτηριστικά της αγραφιώτικης ψυχής, με το τοπίο και τη θρησκεία. Είναι μια ακόμη προσφορά του Γεωργίου Σωτηρίου Χόντου προς τη γενέτειρά του και πραγματικά προσθέτει στην εικόνα των Αγράφων πολλά.
Ο Λάμπρος Γατής, πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου Αγράφων, πρόθυμος όπως πάντα αναλαμβάνει την πεζοπορική ξενάγηση μιλώντας μας πρώτα απ’ όλα για το φημισμένο υδρονομείο, οι ‘’κόφτρες’’ ή ‘’ποτιστάδες’’ των ντόπιων. Τα χρόνια που πέρασαν μόνο η παράδοση ήταν ο θεματοφύλακας του εθίμου στη μοιρασιά των νερών, έθιμο το οποίο επίσης καθόριζε μέχρι και τη σειρά στο πότισμα. Μπροστά σε αυτό ούτε ο γραφτός νόμος είχε ισχύ. Πώς όμως θα γινόταν το μοίρασμα από τόσα ρυάκια, σε τόσους συνοικισμούς και μάλιστα σε ίσα μέρη ώστε να μείνουν όλοι οι δικαιούχοι ευχαριστημένοι; Αυτόν τον μυστηριώδη γρίφο και τη λύση του θα αντικρίσετε ανηφορίζοντας ή οδηγώντας πάνω στο παλιό ανηφορικό μονοπάτι στη βόρεια μεριά του χωριού.
Από τον άγιο Αθανάσιο φεύγει αριστερά το μονοπάτι Ε-4 που κατηφορίζει στο ξύλινο γεφυράκι Μπλό, Τρίδεντρο, Γούβες, Βραγγιανά (4ω30’). Σύντομα θα φτάσετε στην πλαγιά εκεί που είναι κτισμένο το ξωκλήσι του αγίου Νικολάου. Αυτό το σημείο ήταν κατάλληλο μετά τις καταστροφικές καθιζήσεις του 1897, και εδώ οι κάτοικοι, με προσωπική εργασία και με αυλάκια, έφεραν ένα από τα πολλά ρυάκια που σχηματίζουν τον Αγραφιώτη και έφτιαξαν το σύστημα που θα μοίραζε το νερό στο χωριό. Μια ολοπέτρινη κατασκευή σαν λιλιπούτειο σπιτάκι, που στη βάση του, παράλληλα με τη ροή του ρυακιού, έχουν τοποθετηθεί τρεις μεγάλες πέτρες.
Πέφτοντας με δύναμη το νερό πάνω τους χωρίζεται και ταυτόχρονα διανέμεται, σε τρία ξεχωριστά αυλάκια, υποδιαιρούμενο όσον αφορά την ποσότητα σε 3,5 – 2, και 1,5 μέρος, αντίστοιχα για τον πάνω, το μέσο, και τον κάτω μαχαλά του χωριού έτσι ώστε όλοι να έχουν το νερό που χρειάζονται για τα χωράφια τους. Εκπληκτική πέτρινη κατασκευή τόσο στη σύλληψη της ιδέας όσο και στην απλότητα της. Άφωνοι έμειναν Άγγλοι μηχανικοί που την είδαν για πρώτη φορά, αναφέροντας μάλιστα ότι κάτι τέτοιο δεν έχουν ξαναδεί σε ολόκληρη την Ευρώπη, άφωνοι μείναμε και εμείς, αν και γνωρίζαμε το κοφτερό μυαλό των μαστόρων και την άφθαστη τεχνική των πέτρινων κατασκευών.
Η διαδρομή συνεχίζεται στον χωματόδρομο, κάνει έναν τεράστιο κύκλο (+/- 11 χλμ.), στις απότομες και κακοτράχαλες ανατολικές πλαγιές του Κουκουρούντζου και βγαίνει στον ‘’κεντρικό’’ που κατεβαίνει από Νιάλα προς Άγραφα, εξακόσια μέτρα πριν τη δστ. για τον συνοικισμό Γαβρολισιάδας. Από το ίδιο σημείο, αριστερά όμως από το δρόμο, φεύγει και το πολύ ανηφορικό μονοπάτι προς τη Νιάλα που το ακολουθούν οι οδοιπόροι (Άγραφα – Οροπέδιο Νιάλας 6ω). Είναι πολύ όμορφη διαδρομή με μια δστ στο εικονοστάσι του Αγ. Νικολάου στην τοποθεσία ‘’Πατήματα’’ (1ω), όπου δεξιά βγαίνει στο χωματόδρομο, αριστερά κατηφορίζει προς τα Ισιώματα και το (ο Τσιώλης Ελευθέριος 2268023447 μου είπε 8/3/06 πως λέγεται Μεσονύχι) Ψωνύχι (2ω), βγαίνοντας τελικά στο Βαλάρι συνοικισμό των Βραγγιανών, και ευθεία περνάει κάτω από την Τούρλα (1827 μ. υψ.), διασχίζει απότομες σάρες φτάνοντας στο μνημείο του Εμφυλίου πάνω στο χωματόδρομο. Από εδώ συνεχίζει προς Πόρτες φτάνοντας στο διάσελο του Αγ. Νικολάου όπου χωρίζεται. Αριστερά Βραγγιανά, δεξιά Μπορλέρου (2016 μ υψ.), και λίμνη Πλαστήρα.
Οι δεκάδες συνοικισμοί περιφερειακά των χωριών, τα σπίτια που τους απαρτίζουν και που εκτείνονται σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους, χτίστηκαν έτσι μακριά το ένα από το άλλο, πρωτίστως για αμυντικούς λόγους, αποφεύγοντας έτσι την ολοκληρωτική καταστροφή από τυχόν επιδρομές. Ένας άλλος παράγοντας είναι ο ζωτικός χώρος που χρειαζόταν η πολυμελής τότε οικογένεια για την ανάπτυξη των μικρών γεωργικών εκμεταλλεύσεων (στάρι – καλαμπόκι), και της ανάλογης των κοπαδιών, έκτασης για βόσκηση και ανάπτυξη της κτηνοτροφίας που, κυρίως αυτή, αύξανε το μικρό εισόδημα. Όπου υπήρχε το παραμικρό κομμάτι χώματος εκεί έχτιζαν το σπίτι τους και εκεί ζούσαν καλλιεργώντας τη γη, βόσκοντας τα οικόσιτα πολλές φορές κοπάδια τους, με τη μέθοδο της Γιδοβίτσας. Λένε οι ντόπιοι Γιδοβίτσα (στη Πελοπόννησο λέγεται Σεμπριά), τη συνήθεια της βοσκής των προβάτων από ένα άτομο. Μια που όλοι είχαν πρόβατα για να μην πήγαιναν ο καθένας ξεχωριστά στα ‘’μανάρια’’ και άφηναν τον οικισμό μόνο του, στέλνανε έναν για όλα. Αργότερα, όταν οι αιτίες εξαλείφθηκαν ή δεν απέδιδαν τα αναμενόμενα, μεγάλο τμήμα αυτών των συνοικισμών εγκαταλείφθηκαν για να κατοικηθούν πιο πυκνά οι πυρήνες των χωριών ή για αναζήτηση καινούργιας κατοικίας που συνήθως συνοδευόταν και από νέα εργασία στα μεγάλα αστικά κέντρα της εποχής. Σήμερα, διασχίζοντας αυτά τα μέρη, το μόνο που υπάρχει για να θυμίζει την πληθωρική παρουσία κατοίκων, και κατοίκησης είναι οι χορταριασμένες ‘’πεζούλες’’ ή αναβαθμίδες, που κάποτε διευκόλυναν την καλλιέργεια κηπευτικών.
Τώρα όλες αυτές οι δυσκολίες του ορεινού χώρου είναι χαραγμένες στη μνήμη των γερόντων που θυμούνται ότι τα κοπάδια έκαναν μέρες έως ότου περάσουν όλα, προς τους βοσκότοπους Καμάρια και Νιάλα. Μνήμες όπως ξέρει να τις χαράζει η ζωή με τα διάσημα ‘’τσελιγκάτα’’ των Τσιγαριδαίων, των Πλαταίων, των Καραϊσκαίων, των Πατσαουραίων, των Μιχαλοπουλαίων κ.ά., που δεν βρίσκονται πια στα Αγραφιώτικα βουνά και που μιλούν για καιρούς πολέμων ή ειρήνης, για πατρίδες και χώματα που εγκαταλείφθηκαν φεύγοντας άλλοι μετανάστες άλλοι στις μεγάλες πόλεις. Αποθησαυρίζοντας κείμενα μαθαίνουμε ότι τα Πάνω Άγραφα παζαρεύονται στην Καρδίτσα κάθε χρόνο στις 21 Μαΐου, όπου πουλούσαν και τα βοτάνια των βουνών τους. Σε αυτά τα παζάρια εκτός από τους εμπόρους και τους ψιλικατζήδες που στήνουν παραπήγματα, παράγκες (τσατούρια), και ξαπλώνουν τα εμπορεύματα τους για πούλημα, έρχονται και οι χωριάτες. Κατά κανόνα τότε τα παζάρια διαρκούσαν οκτώ μέρες. Τις τρεις πρώτες πουλιούνται τα ζώα, γίνεται το ζωοπάζαρο, όπως λένε, από τους γεωργούς που φέρνουν βόδια, μουλάρια, γαϊδούρια, καλοθρεμμένα πρόβατα ή γίδες (μαρτίνια), κοτόπουλα, αυγά, κ.λπ. αγοραστές, είναι άλλοι γεωργοί που έχουν ανάγκη από ζώα.
Εκείνα τα χρόνια την εβδομάδα της Λαμπρής, που αρχίζει τη Κυριακή του Πάσχα και τελειώνει του Θωμά, την ονόμαζαν Ασπροβδομάδα, και δεν έκαναν καμιά εργασία σε κανένα γεωργικό χωριό, ούτε σε χωράφι πηγαίνουν, ούτε για ξύλα. Ειδικά στα Άγραφα παραδέχονται πως η βδομάδα αυτή ονομάστηκε έτσι επειδή ασπρίζουν οι ρόκες, τα καλαμπόκια (Λουκόπουλος, 165). Εδώ όπως και στην Ήπειρο, τα καλαμπόκια δεν τα ξεφλουδίζουν ούτε τα ξεσπειρίζουν το φθινόπωρο που τα μαζεύουν. Τα αποθηκεύουν και όταν έχουν ανάγκη να φέρουν άλεσμα στο μύλο, ξεφλουδίζουν όσα χρειάζονται (ρόκες), και τα άλλα τα φυλάνε. Αυτές λοιπόν οι ρόκες, όπως ξέρουμε, είναι κίτρινες, οι αγραφιώτες παραδέχονται πως τη Λαμπροβδομάδα ασπρίζουν.
Παράδοση, μύθοι, δοξασίες και μεγάλος σεβασμός στην εκκλησία, κυριαρχούν στα απόκρημνα και απομονωμένα αυτά χωριά. Στις 30 Νοεμβρίου του Αγίου Ανδρέα ‘’αυτός που αντρειεύει τα σπαρτά’’ στα Άγραφα έφερναν τα πολυσπόρια (στάρι, καλαμπόκι, κουκιά, φασόλια κ.λπ.), μπροστά στην ωραία πύλη να τα διαβάσει ο παπάς για το καλό. Στις μέρες της ξηρασίας πάλι, έπιαναν μια χελώνα και τη κρεμούσαν στο δέντρο. Γνωρίζουν σίγουρα πως μετά από τρεις μέρες θα βρέξει, όση ξηρασία κι αν έχει.
Θαρρείς έχει σταματήσει ο χρόνος σε αυτή την Ελλάδα, την τόσο έξω από τα δρώμενα της χώρας και τα πάσης φύσεως κυκλώματα. Μια εξαιρετική πεζοπορική διαδρομή (1ω30’), ξεκινά μετά τη γέφυρα που περνά πάνω από το Σμπορόρεμα 2500μ. από το κέντρο του χωριού προς Καμάρια. Προσοχή, γιατί υπάρχουν δύο δρόμοι που στρίβουν δεξιά, εμείς αναφερόμαστε στον δεύτερο, που ξεκινά κατηφορικός και θα σας φέρει στις Μιάλες (Χοντέικα), έναν πανέμορφο συνοικισμό με παραδοσιακά πετρόχτιστα σπίτια, αυλές, μονοπάτια και το θόρυβο που κάνει παφλάζοντας νερό του Σμπορορέματος, που συναντάτε πιο κάτω. Αν προβλέψετε και έχετε μαζί σας σορτσάκι, μποτάκια ή παπούτσια τρέκκινγκ περπατήστε το ολόδροσο ρέμα περάστε το στενό φαράγγι που θα βρείτε και λίγο πιο πάνω θα δείτε τους μικρούς καταρράκτες. Η ομορφιά των πιο κρυφών σημείων του τόπου, παρασύρει όλο και πιο ψηλά, στον δυσπρόσιτο μεγάλο καταρράκτη, προς τη Λίπα όπου φτάνει ο δρόμος από τη Γαβρολισιάδα.
Η ξεκούραση στην πλατεία των Αγράφων και η διακριτική επίσκεψη στις ψησταριές τους είναι απαραίτητη μετά από όλα αυτά, προσοχή όμως στις ολοήμερες κραιπάλες γιατί το πρωί θα πρέπει να συνεχίσετε τη διαδρομή, μην το κάνετε και σεις ‘’θα έπρεπε’’. Τα ψητά και τα νόστιμα λαχανικά είναι όλα ντόπια, νοστιμότατα. Από ότι όμως παράγεται στα Άγραφα, εκλεκτά και φημισμένα θεωρούνται τα τυριά τους και είναι λογικό αφού βόσκουν σε μια από τις καθαρότερες και πιο πλούσιες χορτολιβαδικές εκτάσεις της χώρας, ίσως και της Ευρώπης. Ακούγεται αστείο αλλά είναι αληθινό, κεφαλοτύρι (πρωτοπορία τότε) με το όνομα ‘’τυρός Αγράφων Τζουμέρκων’’, έφτιαξε το 1909 σε ‘’κεφάλια’’ των 8 – 18 κιλών στους Μελισσουργούς Άρτας, ο τυροκόμος Βασίλειος Γκονέζος. Μάλιστα τον ίδιο χρόνο βραβεύτηκε στην τυροκομική έκθεση της Αθήνας (Παπακώστας, 196).
Ακόμη μια φορά αποχαιρετούμε ένα αγαπημένο μέρος χαιρετίζοντας τους ατόφιους και φιλόξενους κατοίκους. Κατηφορίζοντας αρχικά από το δρόμο που ήρθατε, βρίσκετε τη δστ. στο ενάμισι χλμ, και αριστερά (δεξιά πάει στο νερόμυλο για πρωινό), περνάτε το Σμπορόρεμα αρχίζοντας να ανεβαίνετε τις βορειοανατολικές πλαγιές τις Κόφτρας. Ο ύπνος στη σκηνή κάτω στο Σμπορόρεμα που μόλις περάσατε είναι φανταστικός. Όσο σουρουπώνει ακούγονται τα τελευταία κελαηδίσματα των πουλιών μέσα σε μια γαλήνια ατμόσφαιρα, μέχρι που πέφτει τελείως το φως και τα πάντα σωπαίνουν, εκτός από το ποτάμι. Αν η εποχή που θα στήσετε είναι κατά τον Ιούλιο, εκατοντάδες πυγολαμπίδες θα σας κάνουν παρέα και όσο για φωτιά, ξύλα υπάρχουν άφθονα, περάστε απέναντι από το ποτάμι και θα βρείτε πολλά.
Την Παραμερίτα στα 1400 μ. υψ. θα τη συναντήσετε δεξιά σας ανεβαίνοντας τον όλο στροφές αρχικά, χωματόδρομο προς Μάραθο. Είναι ένας μικρός συνοικισμός απέναντι από τα Άγραφα στις πλαγιές της κορυφής ‘’Κόφτρα’’ (1505 μ. υψ.). Κάποτε αρκετούς κατοίκους (143 άτομα το 1961), ενώ σήμερα κάποιοι επιστρέφουν ανακαινίζοντας τα παλιά τους σπίτια. Ο δρόμος είναι γεμάτος πέτρες και χαλίκια στις στροφές, πρέπει να προσέχετε τον μπροστινό τροχό, ειδικά αν έχετε πολύ βάρος πίσω. Κοντά στην προτελευταία στροφή στη θέση ‘’Κουκωτό’’ περίπου στα 1300 μ. υψ. δεξιά σας είναι μια στάνη. Όλοι της παρέας θυμόμαστε κάποιο απόγευμα πριν χρόνια που μας φιλοξένησε ο κτηνοτρόφος – βοσκός Γιώργος Πλατής και η γυναίκα του Ευδοκία, που μένουν εδώ, μαζί με τα κοπάδια προβάτων που έχουν.
Υπέροχοι άνθρωποι ταπεινοί και καταπονημένοι μες στη μεγαλοσύνη του τοπίου και της ψυχής τους, μοιράστηκαν μαζί μας λίγες σκέψεις για το μέλλον. Η σοφία τους ξεχείλιζε με λίγα λόγια που εισχωρούσαν στη μνήμη σα βελόνες. Αντιστέκονται στο χρόνο επιβιώνοντας με το μοναδικό πράγμα που έχουν μάθει να κάνουν καλά, κερνώντας μας μάλιστα το θαυμάσιο περιζήτητο τυρί τους, ζυμωτό ψωμί από τα χέρια της κυρίας Ευδοκίας και τσίπουρο. Γενικά οι αγραφιώτες (Ευρυτάνες), σε πολλές συμπεριφορές και πολιτιστικά στοιχεία θυμίζουν τζουμερκιώτες (Ηπειρώτες), το ίδιο ισχύει για τα μέρη που διάλεξαν να ζουν, το πείσμα να τα κρατήσουν έξω από οποιαδήποτε κυριαρχία και τους αγώνες που έδωσαν για να διατηρήσουν αυτή την ελευθερία. Δεν αποτελεί σύμπτωση ότι τα πιο δυνατά αρματολίκια στην προεπαναστατική Ελλάδα ξεκίνησαν από αυτούς τους τόπους, ούτε είναι τυχαίο ότι αυτά άντεξαν σχεδόν σε όλη τη διάρκεια της κατάκτησης.
Λίγο πιο πάνω ένα μικρό πετράλωνο, χωρίς ‘’χείλη’’ κι’ αυτό, μαρτυράει παλιότερη κατοίκηση του τόπου. Περνώντας τον αυχένα του Κουκοτού η διαδρομή αρχίζει να χειροτερεύει, και όσο κατηφορίζει τόσο παραμορφώνεται. Η θέα είναι καταπληκτική αλλά η κλίση του δρόμου μας κάνει να μην τον αφήνουμε από τα μάτια μας. Όσο χάνει ύψος, με συνεχόμενα πέταλα, τόσο οι γκρεμοί πλησιάζουν ενώ η θέα προς τις βουνοκορφές δεν περιγράφεται. Όπως απερίγραπτη είναι και η κατάσταση στο δρόμο, τώρα πια. Γκρεμισμένος σε πολλά σημεία, καλύπτεται με μεγάλες κοτρόνες απ’ τις συνεχείς κατολισθήσεις, σχεδόν σε όλο το πλάτος. Υπομονετικά εσείς, γιατί παραδίπλα χάσκει ο γκρεμός, προσπαθήστε να αποφύγετε τα νεροφαγώματα και τα ψιλογλιστρήματα των τροχών στο χοντρό χαλίκι και τις πρασινάδες. Οι αναρτήσεις θα ταλαιπωρηθούν αλλά τελικά μόλις περάσετε τον συνοικισμό ‘’Πλάτανο’’ και τα εκατοντάδες κοτόπουλα που κατακλύζουν τον τόπο, θα μπείτε μετά από δεκαεννιά συνολικά χλμ στον πανέμορφο και ιστορικό Μάραθο.
Ο Μάραθος (από 1836 ως 1928 Μύρισι, γράφεται και Μύρησι ή και Μύρεσι ), σε υψόμετρο 890 μ. περιβάλλεται από τις κορφές Προσηλιάκου (1861 μ. υψ.), Ουρανός (1619 μ. υψ.), Κατσαντώνη ή ‘’στ’ Αντών’’ (1431 μ. υψ.), Κόφτρα (1505 μ. υψ.). Είναι περισσότερο υπερήφανο από τα άλλα χωριά γιατί εδώ βρίσκεται η εκκλησία των Ταξιαρχών (1760), σπουδαίο Αγραφιώτικο μνημείο που ξεχωρίζει από μακριά, και βέβαια εδώ γεννήθηκε ο Κατσαντώνης, η μεγάλη μορφή του Αρματολικιού των Αγράφων. Υπήρξε έδρα της ομώνυμης κοινότητας με 13 συνοικισμούς και πάνω από τριακόσιους μόνιμους κατοίκους, που ασχολούνταν κυρίως με τη κτηνοτροφία και τη δασική εκμετάλλευση. Μετά, ήρθε η εγκατάλειψη και για πολλά χρόνια, όπως και σήμερα άλλωστε, λίγες μόνο οικογένειες έρχονται για διακοπές ή για να επισκευάσουν τα σπίτια τους, γύρω στα πενήντα άτομα. Το 2001 η απογραφή ήταν μια έκπληξη αφού κατέγραψε τριακόσιους τριάντα κατοίκους, που οι αντιξοότητες του χειμώνα τους κρατούν μακριά εκτός από δέκα που ξεχειμωνιάζουν στη γενέτειρά τους.
Στα κλασικά χωριάτικα καφενεδάκια του κυρ - Χρήστου Πεσλή και της κυρίας Μαρίας Μπούρα θα βρείτε σπέσιαλ μεζέδες για τσιπουράκι ντόπια φέτα αλλά και τηγανιά. Κυρίως όμως θα ξετρυπώσετε εικόνες της παλιάς Ελλάδας και την αντίληψη του χρόνου που έχει χαρακώσει στο πέρασμά του αυτές τις μορφές. Την τελευταία φορά που περάσαμε μας κέρασε η γυναίκα του κυρ – Χρήστου ένα φανταστικό λικέρ από…ανθό έλατου. Ζητήστε το όταν βρεθείτε εκεί…θα μας θυμηθείτε.
Ο Μάραθος παρά το μέγεθός του, έχει αξιοθέατα που θα ζήλευαν άλλα, μεγαλύτερα χωριά. Περιβάλλεται από ένα κατάφυτο περιβάλλον με δεκάδες μονοπάτια για πεζοπορία, μέχρι κάτω στο βάθος του γκρεμού που κυλάει το Μυρισιώτικο ρέμα, που έδινε δύναμη στη βαριά μυλόπετρα του παλιού πετρόχτιστου νερόμυλου. Η προτομή, και ο ορειχάλκινος ανδριάντας του Αντώνη Κατσαντώνη (1775; - 1808), που δεσπόζει στην ομώνυμη πλατεία είναι έργο του γλύπτη Βασίλη Παπασάικα. Η χρονολογία της γέννησής του ‘’αετού των Αγράφων’’ δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια. Τοποθετείται ανάμεσα στα έτη 1773 – 1777 με πιθανότερο το 1775 (για βιβλιογραφία δες Σταμέλος, 34). Πατέρας του ήταν ο Σαρακατσάνος αρχιτσέλιγκας Γιάννης Μακρυγιάννης από το Βασταβέτσι, σημερινό Πετροβούνι στα Ηπειρώτικα Τζουμέρκα. Γύρω στο 1770 γνωρίστηκε με την Αρετή, κόρη μεγαλοτσέλιγκα από τον Μάραθο και στέριωσε για λίγο εκεί. Ο πρωτότοκος γιος ήταν ο Αντώνης, αργότερα Κατσαντώνης(6), ο ατίθασος(7) που ‘’...είχε παντού λημέρια’’, οι άλλοι δύο ήταν ο Κώστας Λεπενιώτης και ο Γιώργος Χασιώτης. Η δράση του θρυλικού Κατσαντώνη πριν, και των δύο αδερφών του κατά τη διάρκεια αλλά και μετά τους χρόνους της Επανάστασης, απλώθηκε πέρα απ’ τα Άγραφα, στην Αιτωλία και την Ακαρνανία κυρίως. Θανατώθηκε μαζί με τον αδελφό του Χασιώτη στα Γιάννινα το 1807 – 1808, (Σταμέλος, 186, 187, 188).
Η Επανάσταση του 1821 αποτελεί κορυφαίο γεγονός της σύγχρονης ευρωπαϊκής ιστορίας που στόχευε στην εξουδετέρωση ή και σύνθλιψη απολυταρχικών εξουσιών. Η νομιμοποίηση της, το αίσθημα ελευθερίας που σαν ντόμινο δημιούργησε σειρά αντιοθωμανικών εξεγέρσεων από την Πελοπόννησο και την Κρήτη μέχρι τον Πόντο, ήρθε από τις φιλελεύθερες ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης, και ξεκίνησε από τις Παραδουνάβιες περιοχές. Γρήγορα, σαν ποτάμι που δεν γυρίζει πίσω, εξαπλώθηκε σε όλη την Ελλάδα. Η βάση της ήταν η ιδεολογική - οργανωτική προετοιμασία των ταπεινών εμπόρων και διανοουμένων της Φιλικής εταιρείας (Υψηλάντης, Μουρούζης, Ξάνθος, Σκουφάς, Τσακάλωφ, Αναγνωστόπουλος κ.ά).
Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι στην Ελλάδα ο πόθος για τη απόκτηση πατρίδας καλύπτεται, και διδάσκεται, ακόμα και σήμερα, από κενή περιεχομένου ρητορεία με επακόλουθο, να έχει καλυφθεί πλήρως η ευρωπαϊκή της διάσταση. Η κατάληξη είναι ότι πολλές ‘’δύσκολες’’ στη κατανόησή τους πτυχές της, παραμένουν ακόμα άγνωστες. Κανείς δεν αμφισβητεί ότι οι καπεταναίοι, από τη προεπαναστατική περίοδο ακόμα, αγωνίστηκαν για την Ελευθερία. Τα αρματολίκια των Αγράφων είχαν αναγνωριστεί επί σουλτάνου Μουράτ Β’ (1421 – 1451), και από τότε εγκαινιάστηκε ο θεσμός και μια μορφή αυτοδιοίκησης (ταξίδια τ. ΣΤ’, 121 παραπομπή 5). Δοξασμένοι κλέφτες και αρματολοί έδρασαν σε τούτα τα μέρη….‘’Ο Καπετάν Γιάννης Μποκουβάλας εσυγκρότησε εις τα Άγραφα τόσους πολέμους προς τους Τούρκους, ώστε και τον πάππον του Αλή Πασά Μέντζο Χούσον εβίασε δια των όπλων να οπισθοχωρήσει εις την πατρίδα του (Περραιβός, Ιστορία, 23).
Αργότερα, και παρά τα όσα λέγονται, βοήθησαν οι κοτζαμπάσηδες και η εκκλησία. Χωρίς αυτούς δεν θα μπορούσε να διεξαχθεί αγώνας οκτώ και πλέον ετών. Στη διάρκεια του, ο Καραϊσκάκης και ο χιλιοτραγουδισμένος όσο κανένας άλλος Κατσαντώνης (ταξίδια τ. ΣΤ’, 118), δώσανε πολλά, χωρίς όμως να ξεχνούν το αρματολίκι τους στα Άγραφα, ενώ κανείς δεν αναφέρει ότι η προοπτική για σύσταση εθνικού κράτους, κοινού για όλους, στηρίχθηκε και ίσως ανήκει, στους εμπόρους, τους καραβοκύρηδες, και τους διανοουμένους της διασποράς που ταυτόχρονα ήταν φορείς του ευρωπαϊκού φρονήματος και του εκσυγχρονισμού.
Στα χρόνια μετά το 1821, που σχηματίστηκε το Ελληνικό κράτος, (πρωτόκολλο Λονδίνου 22 Ιαν - 3 Φεβ 1830, ολόκληρη η Θεσσαλία, οι δύο επαρχίες του Καρπενησίου(η ομώνυμη και των Αγράφων), η Αργιθέα, η Ήπειρος και η Άρτα, παρέμειναν υπό Τουρκική εξουσία (άρθρο 2), παρά το γεγονός της ενεργής συμμετοχής και των μαχών που είχαν δώσει για την απελευθέρωση οι Αγραφιώτες. Η συνθήκη της Κωνσταντινούπολης 27 Ιουν – 9 Ιουλ.1832 και το πρωτόκολλο του Λονδίνου του ιδίου έτους θα ρυθμίσουν τα νέα σύνορα (Αμβρακικός – Παγασητικός), οριστικά. Η Ευρυτανία συμπεριλαμβάνεται πλέον στην ελεύθερη ελληνική επικράτεια και τα Άγραφα είναι τα όρια Ελληνικού κράτους.
Ο Μάραθος έχει δύο εκκλησίες, της Αγίας Αικατερίνης έξω από χωριό, και στο κέντρο του οικισμού, την ξεχωριστή των Αγίων Ταξιαρχών (1760), που είναι αφιερωμένη στον αρχάγγελο Μιχαήλ. Γιορτάζει με πανηγύρι δύο φορές το χρόνο, του Αγίου Πνεύματος και στις 8 Νοεμβρίου. Ρωτήστε στο κατάστημα του κυρ – Χρήστου Πεσλή για το κλειδί. Σύντομα θα έρθει ο θείος του, Στέλιος Πεσλής, επίτροπος και θεματοφύλακας των μνημείων της περιοχής, που θα αναλάβει και την ξενάγηση. Ο ναός των Ταξιαρχών είναι μνημείο μεγάλης αρχιτεκτονικής αξίας και ο μεγαλύτερος σε μέγεθος από όλους τους προεπαναστατικούς ναούς των Αγράφων, γεγονός που υποδηλώνει σημαντικό πληθυσμό. Ιδιαίτερα αξιόλογης τέχνης θεωρείται η αγιογράφηση του ναού που έγινε σε δύο φάσεις (1769 και 1791), από τους δημιουργικότερους επιγόνους της σχολής του Διονυσίου, στο Φουρνά, οι Γεώργιος Γεωργίου και Γεώργιος Αναγνώστου (Γκιόλιας, 534). Οι ίδιοι που έχουν αφήσει εξαιρετικές εργασίες τους σε πολλές εκκλησίες και μοναστήρια των Αγράφων.
Ο ναός έπαθε σημαντικές ζημιές από τους σεισμούς του 1966 – ’67, με αποτέλεσμα την κατάρρευση τμήματος του νάρθηκα και του γυναικωνίτη, ζημιές στους θόλους και τη τοιχοποιία. Υπό την επίβλεψη του Π. Λαζαρίδη πραγματοποιήθηκαν οι απαιτούμενες επισκευές το 1967, ενώ την περίοδο 1985 – ’86 ανακαινίστηκαν οι τοιχογραφίες με δαπάνες της Κοινότητας. Ο Χρήστος Πεσλής στο καφενείο έχει τα κλειδιά, ζητήστε να σας δείξει το εσωτερικό του ναού που καλύπτεται στο σύνολό του με αγιογραφίες και ζωγραφικές διακοσμήσεις. Σημαντικό είναι το σκαλιστό ξυλόγλυπτο τέμπλο του 18ου αι. με πλούσιες φυτικές διακοσμήσεις, αποτρεπτικούς δράκοντες και δεσποτικές εικόνες ηπειρωτικής τέχνης του 1746, (Γιαννίτσαρης – Βρυνιώτης, Εκκλησίες 57 – 65 και Λαζαρίδης ΑΔ τ.16, 199). Υπεύθυνη γι’ αυτό, όπως και του μοναστηριού της Στάνας, είναι η 7η εφορεία βυζαντινών αρχαιοτήτων Λάρισας.
Είναι 20 Ιουλίου και οι ετοιμασίες για το πανηγύρι του Προφήτη Ηλία βρίσκονται στη κορύφωσή τους, περιμένουν άλλωστε κόσμο ακόμα και από τα γύρω χωριά. Το ‘’αγροτικό’’ του Χρήστου Πεσλή έχει μπατάρει από το πολύ βάρος, γεννήτρια για τα φώτα, προσανάμματα για τη φωτιά, κεριά και λαμπάδες για την εκκλησία, το μεγάλο καζάνι για το βραστό και η σιδερένια βάση του φορτώνονται με επιμέλεια. Ο Παναγιώτης Τσιγαρίδας τοποθετεί τα αναψυκτικά προσπαθώντας να βάλει ακόμα ένα κομμάτι πάγου στο βαρέλι, για να παγώσει τα ποτά που θα συνοδεύουν το γεύμα. Αμφιβάλλουμε αν με τόσο βάρος θα βγάλει την ανηφόρα για να βγει από το χωριό ή αν θα σταματήσει έγκαιρα στη κατηφόρα της Δραμάλας. Με την εμπειρία που έχουν βέβαια στα κατσάβραχα, το πιθανότερο είναι να τα καταφέρουν, και το γλέντι, ως συνήθως, να κρατήσει μέχρι αργά το βράδυ.
Η διαδρομή από εδώ και κάτω, μέχρι το Κερασοχώρι είναι καθαρά δασική, διασχίζει ένα εκπληκτικό ελατόδασος και μέρη που σπάνια αντικρίζει ο περιηγητής, αναδεικνύοντας άλλη μια φορά την παντοδυναμία και την ομορφιά της φύσης. Πρόκειται για την παλιότερη οδό επικοινωνίας, μαζί με την κρυφή και παντελώς άγνωστη στους οδηγούς (εξαιρούνται οι οδοιπόροι), που έρχεται από Άγιο Δημήτριο, προς Μάραθο και Άγραφα. Ήταν ο παλιός και μοναδικός δρόμος με εύκολη πρόσβαση στα χωριά μέχρι το 1985, που άνοιξε ο δεύτερος από το ποτάμι.
Λίγο έξω από το Μάραθο (+/- 2,3 χλμ) αγνοείστε την δεξιά δστ., που οδηγεί(8) στον συνοικισμό Δραμάλα και το ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία (που γίνεται το πανηγύρι), και θα δείτε τη μικρή πινακίδα που σας στέλνει αριστερά προς ‘’Κλοπουκίτσα’’. Ακολουθήστε τον, διασχίστε για τα επόμενα επτά χλμ απότομες βουνοπλαγιές, ισιώματα, και θα βγείτε στη μικρούλα Κλοπουκίτσα (700 μ. υψ.), έναν ακόμη συνοικισμό του Μάραθου με λίγα αγροτόσπιτα, την εκκλησία της Παναγίας και μια οικογένεια που μένει εδώ μόνιμα. Ενάμισι χλμ. πιο κάτω, είναι η δστ που οδηγεί στον μεγαλύτερο συνοικισμό του Μαράθου, με 4 – 5 οικογένειες να μένουν μόνιμα εδώ, το Σέλλο (980 μ. υψ.), χτισμένο στις βορειοδυτικές πλαγιές της κορφής Καυκί (1751 μ. υψ.).
Ο τόπος εδώ είναι απερίγραπτος από φυσική ομορφιά, και πανέμορφη θέα. Μέσα στο χωριό εκτός από τα λίγα καλοδιατηρημένα πετρόχτιστα σπίτια υπάρχει η ωραία εκκλησία του Αγίου Νικολάου (1700), και κάτω στο ρέμα ο παλιός πετρόχτιστος νερόμυλος του χωριού, παρατημένος και μισογκρεμισμένος σήμερα. Ψηλότερα, στη δασωμένη βουνοπλαγιά του Μούσκου υπάρχει μια σπηλιά, με οκτώ περίπου μέτρα άνοιγμα που η παράδοση διασώζει ότι τα χρόνια της τουρκοκρατίας χρησιμοποιήθηκε για νομισματοκοπείο.
Ο δασικός δρόμος μοιάζει ατελείωτος, οδηγώντας ανάμεσα σε βουνοπλαγιές, πυκνά δάση από έλατα και ρεματιές που το χειμώνα μαστιγώνονται από τις θύελλες και τα χιόνια. Στα πεντέμισι χλμ θα βρείτε αριστερά σας, τη δστ. που από μονοπάτι – δρόμο σας βγάζει στη Χρύσω, ενώ ευθεία σε άλλα 3,5 χλμ βγαίνετε στα λιβάδια, στις κεραίες της Ψηλόραχης (1332 μ. υψ.), και τελικά στο ‘’καραούλι’’ του Κερασοχωρίου, συμπληρώνοντας εικοσιτέσσερα αξέχαστα χλμ από το Μάραθο ανάμεσα σε χαράδρες και βάραθρα. Η κεντρική χάραξη του δρόμου, ακολουθεί ένα εκτεταμένο δίκτυο μονοπατιών στα οποία θα αναφερθούμε στη συνέχεια των Αγραφιώτικων διαδρομών (ταξίδια τ ΣΤ’ παραπομπή 1, 121). Να θυμάστε ότι η διαδρομή Μάραθος – Κερασοχώρι, το χειμώνα καλύπτεται από άφθονα χιόνια παραμένοντας αδιάβατη για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Αλήθεια είναι ότι ξεκινάμε πολλές φορές να περιηγηθούμε τον ορεινό όγκο Αγράφων, τις περισσότερες φορές φτάνουμε άλλες πάλι όχι. Οι δρόμοι και κυρίως η φαντασία παίζουν τον δικό τους μαγικό ρόλο, ώστε να βρεθούμε ‘’εκτός πορείας’’. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν και πόσες φορές, έχετε πράγματι ‘’παρασυρθεί’’ από μονοπάτια που ‘’ο Θεός ξέρει που βγάζουν’’ και κατά πόσο ο χρόνος που έχετε στη διάθεσή σας επιτρέπει να ‘’χαθείτε’’. Έτυχε όμως πολλές φορές και πάντα ανακαλύπταμε καινούργια μνημεία, ξεχασμένα γεφύρια, ‘’άλλους’’ ανθρώπους, διαφορετικές διαδρομές. Τα Άγραφα γοητεύουν και έχουν υπόσταση, χάρις στα εκατομμύρια χρώματα από την παλέτα της φύσης και την απόλυτη κυριαρχία του τοπίου. Δεν διαθέτουν μεγάλους ασφαλτοστρωμένους δρόμους, αντίθετα κυριαρχούν τα μονοπάτια και οι χωματόδρομοι. Δεν έχει παρά την απαραίτητη σήμανση, ‘’στερείται’’ τις χλιδάτες ξενοδοχειακές υποδομές που έχουν καταστρέψει τους πραγματικούς κατοίκους σε άλλες περιοχές, όμως κρατάει αλώβητα χιλιάδες στρέμματα δασών, παρθένες τοποθεσίες, άφθονο φως, χρώμα, και άπλετο χώρο για όποια δραστηριότητα επιλέξει ο επισκέπτης. Αυτό είναι που εντυπωσιάζει και τελικά ‘’δένει’’ τον περιηγητή, η ολοένα μεγαλύτερη και στενότερη σύνδεσή του με το χώρο.
Σε αυτό το απομονωμένο τμήμα της χώρας μας, που προσπαθεί μόλις τα τελευταία χρόνια να γίνει γνώριμο και οικείο, η καλύτερη εποχή για επίσκεψη ξεκινά την άνοιξη, τότε που τα χιόνια ‘’τραβιούνται’’ στις ψηλότερες κορφές και φτάνει μέχρι τις αρχές του Δεκέμβρη που ξαναρχίζουν.
Τα Άγραφα είναι πραγματικά οι τελευταίοι παράδεισοι που έχουν μείνει στην Ελλάδα, με μια φύση και με βουνά που διαθέτουν μια απαράμιλλη – παρθενική ομορφιά. Όλα αυτά προσκαλούν τους ανθρώπους σε μια καινούργια συνάντηση, ένα αντάμωμα που είναι καιρός να το γευθείτε και εσείς.
Σημειώσεις:
(1) Περί ονομασίας βλ. ‘’Ταξίδια στην Άλλη Ελλάδα’’, ταξίδια 2004 τόμος ΣΤ’, σημείωση Νο 3, σελ 121.
(2)Οι δρόμοι που τόσο τους χαιρόμαστε έχουν αναμφίβολα αλλάξει το περιβάλλον των Αγράφων. Φυσικά δεν υπήρχε άλλη λύση για να σπάσει η απομόνωση. Όμως πριν γίνουν έργα, θα έπρεπε να μελετηθεί το πώς θα απομακρυνθούν τα μπάζα και από πού πρέπει να περάσει ο δρόμος. Αυτά τα αυτονόητα μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90 δεν υπήρχαν, με αποτέλεσμα να έχει συντελεστεί μια σημαντική φθορά στο περιβάλλον, στις δασοσυστάδες και στον ποταμό Αγραφιώτη, που δεχόταν δεκάδες κυβικά χωμάτων από τα ‘’νέα έργα’’. Επακόλουθο αυτής της πολιτικής (όπως το ψάρεμα με δίχτυα και άλλες μεθόδους), ήταν να μειωθεί αισθητά ο γόνος της πέστροφας (φτάνοντας έως και τον αφανισμό της), και η ζωή στο ποτάμι, που πριν λίγα χρόνια έδινε σε πολλούς περιηγητές τη χαρά του ψαρέματος και στους ντόπιους ένα πρόσθετο εισόδημα. Ευτυχώς, το δασαρχείο το απαγόρευσε και η κατάσταση μοιάζει αναστρέψιμη.
(3)Πολλές παραδόσεις συνοδεύουν τη Ι. Μ. Στάνας και την εύρεση της εικόνας. Παραλείπω τα συνηθισμένα που συναντάμε σε όλα σχεδόν τα απόμερα μοναστήρια (έτρεχε νερό από σχισμή του βράχου και ο βοσκός που έβλεπε κάτι να λάμπει) και αναφέρω κάτι που λένε ακόμα οι κάτοικοι. Στα Επινιανά κατοικούσε η οικογένεια Στάνου, που είχε κοπάδια από γιδοπρόβατα. Σε μια δυνατή μπόρα ο Στάνος κρύφτηκε σε μια κοιλότητα ενός κατακόρυφου βράχου. Εκεί βρήκε την εικόνα της Παναγίας και δίπλα ένα αναμμένο καντήλι. Από τότε που αντίκρισε την εικόνα περπατούσε πιο ανάλαφρα, όλοι οι δρόμοι συντόμευσαν, σαν να τον έσπρωχνε μια υπέρτατη δύναμη. Το είπε στην οικογένειά του και όλοι μαζί αποφάσισαν να χτίσουν την εκκλησία που της έδωσαν το όνομά τους. (Γ. Χρυσικού, Μοναστηράκι, σελ 81).
(4)Η καθαρά ορεινή γεωγραφική περιοχή της Ευρυτανίας περιλαμβάνει την ενότητα των Αγράφων (βουνά και χωριά). Είναι μια, μοναδική, και δεν έχει σχέση με το πρώην οροπέδιο της Νευρόπολης (νυν τουριστικό θέρετρο λίμνης Πλαστήρα), στο Νομό Καρδίτσας. Ο διαχωρισμός έγινε όταν δημιουργήθηκαν τα σύνορα της Ελλάδος μετά την απελευθέρωση. Τότε τα Ευρυτανικά συμπεριλήφθηκαν στο Ελληνικό έδαφος ενώ τα Θεσσαλικά παρέμειναν στην τότε τουρκοκρατούμενη περιοχή (Γιαννίτσαρης – Βρυνιώτης, τομ 6, σελ 64) το πρόσθεσα 27/3/07 και στα συμπεράσματα του συνεδρίου (2001) 173 αναφέρεται ότι: «Ο δήμος Αγράφων είναι τα πραγματικά Άγραφα της Ελλάδας. Η καταχρηστική χρήση του ονόματος από την ορεινή – πεδινή Καρδίτσα για επαγγελματικούς λόγους δημιουργεί σύγχυση και παραποίηση της ιστορίας». Δες επίσης Σδρόλια εις μνήμην Θεοχάρη σελ 502 σημ. 17.
(5) Αρχικά δημιουργήθηκε ο δήμος Αγραίων (Β. Δ. της 18ης (30) Σεπτεμβρίου 1836) με έδρα την Αγραϊδα (Κεράσοβο αργότερα Κερασοχώρι). Η ανωτέρω απόφαση δεν δημοσιεύτηκε στην Ε.τ.Κ. και αργότερα το ίδιο συνέβη με τη προσάρτηση του Δήμου Κυφαίων (Άγραφα) - (ΓΑΚ. Οθ. Αρχ. Υπ. Εσ. Φ. 115. Ad. N. 10920). Αργότερα, ένα τμήμα του αποσπάστηκε (ΦΕΚ 51 Β.Δ. 18/11/1876) με έδρα τα Άγραφα δημιουργώντας τον ομώνυμο δήμο (περισσότερα στο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς, Ιστορικό Διάγραμμα των Δήμων της Ελλάδας 1833 – 1912, σελ 212, 213.).
(6)Πολλές απόψεις διατυπώθηκαν για την ετυμολογία του ονόματος. Η επικρατέστερη αναφέρει πως ο Αντώνης Μακρυγιάννης, έγινε Κατσαντώνης από τη συχνά παρακλητική φωνή της μάνας του, ‘’κάτσε, κάτσε Αντώνη’’, όταν παιδί ακόμα, φοβέριζε ότι θα φύγει στα βουνά.
(7) Από συκοφαντία, δήθεν για κλοπή ενός προβάτου, φυλακίστηκε στα Γιάννινα. Κατά τη διάρκεια της κράτησής του, ο Αλή Πασάς προείδε τα ψυχικά και σωματικά του χαρίσματα και του έκανε πρόταση να τον κατατάξει στους εκλεκτούς σωματοφύλακές του (Αληπασαλήδες Τζοχανταραίοι). Ο Κατσαντώνης του απάντησε ‘’μου λέτε πράμα που δεν θα κάνω ποτέ, αν μπορούσα μόνο να πηδήσω έξω από τη φυλακή’’. Και τότε; του λέει ο Αλής, τι θα γίνει; Θα στείλω τους έφιππους χωροφύλακες (Σοφαρίδες) να σε συλλάβουν. ‘’Μου δίνεις, λέει ο Κατσαντώνης 15 δρασκελιές μπροστά απ’ αυτούς; και τότε θα δεις’’. Εμπρός, είπε ο Αλής και τον άφησε. Έ λοιπόν …οι έφιπποι χωροφύλακες – στη πεδιάδα των Ιωαννίνων – δεν κατόρθωσαν να τον συλλάβουν! (Δ. Παπακώστα, Ηπειρωτικά, σελ 546).
(8) Αυτή η διαδρομή, είναι τμήμα του παλιού μονοπατιού που συνέδεε το Μάραθο, με τον κεντρικό ‘’δρόμο’’ – μονοπάτι τότε, με τα Άγραφα. Μέχρι πριν μια δεκαετία ήταν ανοιχτή, πέρασαν με κόπο από εκεί, συνάδελφοι μοτοσυκλετιστές (1η φορά Β. Σπαντιδάκης – Θ. Γαζούλης – 2η φορά Θ. Γαζούλης, Δ. Γιαννακούρας, Θ. Πινιάρης), περιγράφοντας ένα ανυπέρβλητο κατάφυτο τοπίο, που πρωταγωνιστούσε το βαθύ Μυρισιώτικο ρέμα.
ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης
Αυτόματος Αριθμός Κλήσης 22370
ΔΙΑΜΟΝΗ : Επινιανά Γαντζούδης Κώστας 94122, 93212, Άγραφα Γιώργος Κίτσιος ‘’ο Πύργος των Αγράφων’’ 93200, 24082, Κώστας Κομπογιάννης 93209, 23239, Ξενώνας ‘’Τα Άγραφα ‘’ Κώστας Γατής 93220, Μάραθος Χρήστος Πεσλής95869. Καταφύγια: Όλα είναι μαζεμένα πάνω από τη λίμνη Πλαστήρα. Ο ‘’Ελατάκος’’ (από Ζυγογιαννέικα +/- 3χλμ) είναι πάντα ανοιχτός, δεν χρειάζεται κλειδί, φεύγοντας όμως, κλείστε την πόρτα, και μην αφήσετε σκουπίδια. Το καινούργιο στη θέση ‘’Κούλια’’, της περιοχής ‘’Καραμανώλη’’, κοιμίζει 30 άτομα, και διαθέτει νερό, ξυλόσομπες κ.λ.π. Ο.Χ.Ο. Καρδίτσας, Διαχειριστής κ. Βασίλης Τασιόπουλος 6932744194. Τηλέφωνο Καταφυγίου (απαντούν μόνο τα Σαββατοκύριακα) 2441094434. Στη διάθεσή σας 200 μ. πιο κάτω είναι το καταφύγιο του Ο.Χ.Ο. Καρδίτσας. Πληροφορίες στα ίδια τηλέφωνα. Ε.Ο.Σ. Καρπενησίου 23051.
ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Ελεύθερο, όπου σας εμπνέει, όμως φεύγοντας μην αφήσετε σκουπίδια. Στο μοναστήρι της Στάνας, στο οροπέδιο της Απιδιάς στα Επινιανά, πριν το χωριό Άγραφα στη διασταύρωση με τον δρόμο προς Παραμερίτα στο ποτάμι ή διασχίστε το ποτάμι και στα 300 μ. ‘’στήστε’’ στο πλάτωμα. Προσέξτε την κατασκήνωση κοντά στο ποτάμι ειδικά τους φθινοπωρινούς μήνες.
ΦΑΓΗΤΟ: Τοπικοί μεζέδες, παραδοσιακές χορτόπιτες, τηγανιά, λουκάνικα στα κάρβουνα και φυσικά, σούβλες και ψητά τα Σαββατοκύριακα. Αγραφιώτικα γαλακτοκομικά προϊόντα και δυνατό τσίπουρο. Τυρί, μέλι, καρύδια, & τσιπουράκι αγοράστε οπωσδήποτε. Καφενεία για τσιπουράκι και μεζέδες: Χάνι Βαρβαριάδας Λάμπρος Κοντογούνης 94039, Πριν το χωριό Άγραφα, ‘’ο νερόμυλος’’ Δημήτρης Κίτσιος – Βάσω 93249, 6977702979, μπορείτε να παραγγείλετε σούβλα ή πίτα πριν φτάσετε. Άγραφα Κώστας Γατής 93220, Κίτσιου Αγόρω 93248, Νίκη Κομπογιάννη ‘’ η Κυρά Νίκη’’ 93209. Επινιανά Κώστας Γαντζούδης 93212, Απόστολος Αποστόλου 94121. Μάραθος Μαρία Μπούρα 95690, Χρήστος Πεσλής 95869, Τσιγαρίδας Παναγιώτης 24875 Καρπ, 96079 Μαυρομάτα.
ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Αγράφων 93276, Αστυνομία Άγραφα 93234, Κερασοχώρι 31216, Α’ Βοήθειες Άγραφα 93233, Κερασοχώρι 31219.
ΧΡΗΣΙΜΑ: www.evrytan.gr www.oreivatein.com/page/e/e4_d.htm www.pezoporia.gr
www.hellaspath.gr/bouna/Agrafa.Svoni/Agrafa.Svoni.htm Ο Πρόεδρος του συλλόγου Αγράφων κ. Λάμπρος Γατής είναι στη διάθεσή σας για πληροφορίες 93240, 6977695120. Σύλλογος Αγραφιωτών Ευρυτανίας ‘’τ’ Άγραφα’’, Τζώρτζ 24 Πλ. Κάνιγγος 2102913566. Βουλκανιζατέρ - συνεργεία: Moto Japan Κουτούμπας Γιάννης, Αγίου Νικολάου 40, Καρπενήσι 80480, 6974603378 καλύπτει όλη τη περιοχή Ευρυτανίας, μεταφέροντας με φορτηγάκι τη μοτοσυκλέτα σας, στο συνεργείο του. Επίσης ο Κώστας Στασινός πρατήριο ΕΚΟ, Δυτική Φραγκίστα 95316, και ο Θεοφάνης Γκιόλας, ΕΚΟ & Βουλκανιζατέρ, Γρανίτσα 61284.
ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Κρέντης ΕΚΟ, Γρανίτσα ΕΚΟ, Δ. Φραγκίστα ΕΚΟ, Μουζάκι πολλές εταιρείες.
ΧΑΡΤΕΣ: Μοναδική εργασία ακριβείας, με αποτέλεσμα, τον πλαστικοποιημένο Χάρτη, ‘’Άγραφα’’ σε κλίμακα 1:50.000 από την ΑΝΑΒΑΣΗ, περιλαμβάνει και τα μονοπάτια που περιγράφουμε. Επίσης ο χάρτης ‘’Ευρυτανία’’ ο μοναδικός που παρουσιάζει όλο το νομό αναλυτικά, σε κλίμακα 1:100.000, πάλι από την Ανάβαση. Και τους δύο θα τους βρείτε στη Στοά Αρσακείου 6 Α’ 105 64 Αθήνα, 2103218104, 3210152.
ΒΙΒΛΙΑ: Ιστορία της Ευρυτανίας στους νεώτερους χρόνους (1393 – 1821) & Ιστορία των Αρχαίων Ευρυτάνων / Π. Γκιόλιας / Πορεία 1999. Περιγραφή όλης της διαδρομής Επινιανά – Εκκλησίες – Ασπρόρεμα – Καρυά – Τροβάτο διαβάστε στο περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.11 – Φθινόπωρο 2000. Περιγραφή της διαδρομής στο Ασπρόρεμα δείτε στο περιοδικό Κορφές τ.126 Ιούλιος 1997. Περιγραφή της διαδρομής Τροβάτο – Ασπρόρεμα – Επινιανά δείτε στο περιοδικό Κορφές τ.160 Μαρτ – Απρ 2003.
ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Σ.ΜΟ.Κ. Σύλλογος Μοτοσυκλετιστών Καρδίτσας Δημ. Τερτίπη 22, Καρδίτσα, 2441027515, 21090, www.karditsa-net.gr/smok.htm Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων - τ.κ. 42032 Πύλη, Τηλ - Fax: 2434071826.
Περισσότερες πληροφορίες για ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ – ΕΠΙΝΙΑΝΑ - ΑΓΡΑΦΑ - ΠΑΡΑΜΕΡΙΤΑ – ΜΑΡΑΘΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:
Α’ Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες
- Αναστάσιος Ορλάνδος / Επιγραφαί εξ Εκκλησιών Αγράφων / Επετηρίδα Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών – ΕΕΒΣ / τομ Γ’ / Αθήνα 1926
- Γεώργιος Γιαννίτσαρης – Νάσος Βρυνιώτης, Ο ιερός Ναός Αγίων Ταξιαρχών Μάραθου Αγράφων, Εκκλησίες στην Ελλάδα μετά την άλωση / Αθήνα Ε.Μ.Π. Σπουδαστήριο Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής
- Παύλος Λαζαρίδης / Αρχαιολογικό Δελτίο 16 (1960): Χρονικά / Αθήνα 1962, Ο ίδιος, Αρχαιολογικό Δελτίο 23 (1968): Β.2 Χρονικά / εκδόσεις Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων - Αθήνα 1969
- Κ. Τρίκκας, ονόματα καλλιτεχνών εκ’ μεταβυζαντινών επιγραφών ΕΕΒΣ, τομ Β’ (1925).
- Νικόλαος Χ. Παπακώστας / Ηπειρωτικά / Αθήνα 1967
- Δημήτρης Λουκόπουλος / Γεωργικά της Ρούμελης / εκδόσεις Δωδώνη 1983
- Σταυρούλα Σδρόλια Αρχαιολογικό Δελτίο 39 (1984): Χρονικά / εκδόσεις Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων - Αθήνα 1984.
- Μάρκος Α. Γκιόλιας / Συμβολή στην ιστορία του κοινωνικού και πολιτισμικού χώρου της Ευρυτανίας και των Αγράφων κατά τη Τουρκοκρατία / Αθήνα 1986.
- Μαρία Συναρέλη / Δρόμοι και Λιμάνια στην Ελλάδα 1830 – 1880 / εκδόσεις πολιτιστικού τεχνολογικού ιδρύματος ΕΤΒΑ / Αθήνα 1989.
- Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς / Ιστορικό Διάγραμμα των Δήμων της Ελλάδας 1833 – 1912 / Αθήνα 1994
- Καλλιόπη Φλώρου / Αρχαιολογικό Δελτίο 50 (1995): Χρονικά Β’1 / εκδόσεις Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων - Αθήνα 1995.
- Μάρκος Α. Γκιόλιας / Ιστορία της Ευρυτανίας στους νεώτερους χρόνους / εκδόσεις Πορεία Αθήνα 1999
- Μάρκος Α. Γκιόλιας / Ιστορία των Αρχαίων Ευρυτάνων / εκδόσεις Πορεία Αθήνα 1999
- Γεωργίου Κ. Χρυσικού / Το χωριό μου Μοναστηράκι Αγράφων Ευρυτανίας / Αθήνα 2000
- Πύρρος Θώμος / Επικοινωνίες και μεταφορές στην Προβιομηχανική περίοδο / πρακτικά ΙΑ’ συμποσίου ιστορίας και τέχνης Μονεμβασιά 1998 / Έκδοση ΕΤΒΑ 2001
Β’ Αφιερώματα περιοδικών
- Βασίλης Χαρίτος – Δημήτρης Παπαζυμούρης / Η ωραία Ελλάδα – Άγραφα / περιοδικό Motorrad τ.6 1984
- Βασίλης Σπαντιδάκης – Θεόδωρος Γαζούλης / Άγραφα – Τυμφρηστός / περιοδικό ΜΟΤΟ τ.65 Μάιος 1991
- Γιώργος Παπασπανόπουλος / Τρίτη και Καλύτερη – Άγραφα / περιοδικό Motosport τ.218 Φεβρουάριος 1997
- Τάκης Ντάσιος / Άγραφα, χώρα των βουνών και των ανθρώπων / περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.1 Άνοιξη 1998
- Δημήτρης Παπαχρήστος / Η Ευρυτανία και η ενότητα του ορεινού χώρου / περιοδικό Οικοτοπία τ.13 Μαρτ – Απρ 1999
- Λάζαρος Παμπέρης / Μια διαδρομή στην Πίνδο / περιοδικό Κορφές τ.136 Μάρτ – Απρ 1999
- Ντίνος Μπομποτσιάρης / Ευρύτερη Ευρυτανία – Οικοτουριστικό πάρκο / περιοδικό Οικοτοπία τ.15 Ιουλ – Αυγ 1999
- Μίλτος Ζέρβας / Άγραφα τα σκληρά βουνά / περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.11 Σεπτ – Οκτ – Νοε 2000
- Άγραφα / Συλλογική εργασία / Περιηγήσεις τ.76 - ένθετο στην Εφημερίδα Ημερησία 9 Απριλίου 2005
Γ’ Άρθρα σε εφημερίδες
- Τάκη Ντάσιου / Άγραφα / ένθετο ‘’ταξίδια’’ εφημερίδα Βήμα 1/10/2000
- Βλάση Αγτζίδη / Η Έλληνες της Ανατολής στη Επανάσταση / εφημ. Καθημερινή 25/3/04
- Αντώνη Καρκαγιάννη / Η ευρωπαϊκή Επανάσταση του 1921 / εφημ. Καθημερινή 25/3/04