ΑΝΑΤΟΛΙΚΕΣ ΚΥΚΛΑΔΕΣ (15186 λέξεις)
ΝΗΣΟΣ ΑΜΟΡΓΟΣ Α’ αρχ(1). Αμοργός, Παγκάλη, Ψυχία, Καρκήσιος ή Καρκησός
Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
© Φεβρουάριος 2006
Αμοργός, το νησί της Χοζοβιώτισσας
Ανάμεσα ουρανού και θάλασσας στο μέσον του Αιγαίου πελάγους στέκει η Αμοργός, ανατολικότερα απ’ όλες τις Κυκλάδες, πρώτη γέφυρα για τις νοτιοανατολικές Σποράδες, τα ‘’Δωδεκάνησα’’. Απόκρημνα βουνά, δύσκολο ανάγλυφο, δυσθεώρητοι γκρεμοί, αλλά και δαντελωτά ακρογιάλια, παραδοσιακοί οικισμοί, τη διατρέχουν και ορίζουν τη γη της. Μακρόστενη στο σχήμα, αγκαλιάζει, προστατεύει θαρρείς, το πολύνησο των μικρών Κυκλάδων, ενώ η γεωγραφική της θέση καταλύτης της εξελικτικής της πορείας στην αρχαιότητα. Η παρουσία της, δημιούργησε, εξευγένισε και ανέδειξε με έμφαση, τον Κυκλαδικό πολιτισμό που σαν τηλαυγής φάρος, καταυγάζει με τη λαμπρότητά του ολόκληρο τον αιγιακό χώρο.
Στο μεγαλύτερο νησί των ‘’μικρών’’ Κυκλάδων τα πλοία έρχονται συνήθως από τη Νάξο, έτσι και εμείς, φτάσαμε μέσω Σχινούσας παραπλέοντας τις απότομες βορειοανατολικές ακτές της Κέρου(2), μεγάλου κέντρου του πρωτοκυκλαδικού πολιτισμού κατά την 3η χιλιετία π. Χ.. Το ταξίδι δεν μας φάνηκε καθόλου, ίσα – ίσα ήταν πολύ σύντομο αντίθετα από ό,τι μας έλεγαν για εννιά, δέκα ή και παραπάνω ώρες. Τα δρομολόγια με τα καινούργια πλοία, που δυστυχώς λόγω των καιρικών συνθηκών του Αιγαίου δρομολογούνται το καλοκαιρινό εξάμηνο, έχουν συντομεύσει πολύ (3ω 30’ – 4ω) τη διάρκεια του ταξιδιού για τη Νάξο, και κατ’ επέκταση για την Αμοργό.
Το νησί ξεπροβάλλει από το πέλαγος των επωνύμων χωρίς τυμπανοκρουσίες και θόρυβο, ενώ το «Express Skopelitis» δένει για λίγα λεπτά στον ευρύστερνο, μεγάλο και ασφαλή απ’ τους ανέμους φυσικό κόλπο - λιμάνι στα Κατάπολα, το τελευταίο και πιο απομακρυσμένο της ‘’άγονης Γραμμής’’, των Κυκλάδων!. Εκ πρώτης όψεως θάλεγε κανείς ευτυχώς, γιατί έτσι σώθηκε από την τουριστική ‘’αξιοποίηση’’ που διέλυσε την αφρόκρεμα των Κυκλάδων. Όμως, είναι πιο κοντά στην αλήθεια, ότι τα Κατάπολα εξελίχθηκαν τα τελευταία είκοσι χρόνια σε ένα πολυσύχναστο λιμάνι, με αρκετές αφίξεις και αντίστοιχες αναχωρήσεις, εμπορικό – διαμετακομιστικό κέντρο για επιβάτες και εμπορεύματα που εξυπηρετεί το νησί, με δεκάδες ανταποκρίσεις, σε λιμάνια των Κυκλάδων και των νοτιανατολικών Σποράδων - ‘’Δωδεκάνησα’’.
Αυτό είχε αντίκτυπο στη δόμηση, την έκταση, και το ύψος των οικοδομών, με όλα τα αρνητικά που συνεπάγεται μια τέτοιου είδους ανάπτυξη. Φυσικά υπάρχουν ακόμα κάποιες νησίδες ηρεμίας, ξεκούρασης, για πολύ ενδιαφέροντες περιπάτους, ειδικά το βράδυ με την λαμπερή πανσέληνο, που κρύβονται εν’ μέρει τα καινούργια πολυώροφα κτήρια. Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει σ’ αυτές τις ‘’κρίσεις’’ να ξεχνάμε τις ανάγκες του τοπικού μόνιμου πληθυσμού, που με δικές του πρωτοβουλίες αναπτύσσονται τα μέρη που επισκεπτόμαστε, και ίσως, σύμφωνα με τις απαιτήσεις μας. Ούτε οι κάτοικοι μπορούν να παραμένουν ‘’εκτός’’ οικονομικής δραστηριότητας, ούτε οι οικισμοί εσαεί να είναι, ‘’γραφικοί’’, για να πούμε εμείς πόσο όμορφα είναι, και με το επόμενο καράβι να φύγουμε!. Οι τόποι αναπτύσσονται, δυστυχώς χωρίς κάποιο πολεοδομικό σχεδιασμό ή έστω αρχιτεκτονικό έλεγχο, και εμείς σαν επισκέπτες τους δεχόμαστε, άσχετα αν κάποια πράγματα ή τοπία ενοχλούν.
Νησί με έντονο κυκλαδικό χρώμα και πλούσια κληρονομιά, η Αμοργός, παρουσιάζει τις τελευταίες δεκαετίες σημαντική τουριστική ανάπτυξη που κατά ένα μέρος, οφείλεται στην γεμάτη αντιθέσεις ομορφιά των τοπίων της. Ένα άλλο ποσοστό, ίσως πολυπληθέστερο, καταφθάνει για να αντικρίσει τα αρχαιολογικού και θρησκευτικού ενδιαφέροντος μνημεία που σε καιρούς ‘’δύσκολους’’ προσπαθούν με την παρουσία τους, και κυρίως με τους ανθρώπους που τα επιβλέπουν, να δώσουν μια έντονη ομολογουμένως, μαρτυρία του χρόνου και του πολιτισμού που πέρασε από το νησί στο βάθος χιλιετιών. Όσο προετοιμασμένος και να είναι ο επισκέπτης, είναι βέβαιο ότι θα μείνει έκθαμβος από την ποιότητα και την εικόνα που παρουσιάζουν οι αρχαίες πόλεις, τα μνημεία, και τα ευρήματα που θα δει, όσο και κατάπληκτος από το σθένος των ανθρώπων που εργάστηκαν και έφεραν στο φως αυτούς τους λαμπρούς θησαυρούς, που αστείρευτοι προσελκύουν κάθε χρόνο, ακόμα μεγαλύτερο αριθμό περιηγητών.
Πρωταγωνιστής σε αυτό το μεγάλο, θαυμαστό ανασκαφικό έργο την τελευταία εικοσαετία (1981 – 2001), είναι η «μεγάλη κυρία» της Αμοργού Λίλα Μαραγκού, καθηγήτρια αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων από το 1975. Αμοργιανή η ίδια, έχει κάνει έργο ζωής μαζί με τους συνεργάτες της και τους φοιτητές της, τη διερεύνηση και την προβολή της αρχαίας κληρονομιάς του νησιού στην επιστημονική κοινότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, στους Αμοργιανούς και στους επισκέπτες της Αμοργού.
Μια πολύ συνοπτική(3) παρουσίαση γεγονότων αναφέρει ότι η πρωιμότερη κατοίκηση, σύμφωνα με τα ευρήματα, φτάνει στην 5η π.Χ. χιλιετία, την λεγόμενη Ύστερη Νεολιθική περίοδο, ενώ καλύτερα γνωστή, πληρέστερα τεκμηριωμένη, είναι η ιστορία του νησιού και οι σχέσεις της με τη Νάξο, την Πάρο, αλλά και με άλλες, απομακρυσμένες περιοχές, κατά την περίοδο του Κυκλαδικού πολιτισμού, 3η π.Χ. χιλιετία, στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, γνωστού στην επιστημονική ορολογία και ως Πρωτοκυκλαδικού(4). Στην αρχαιότητα, αναφέρεται επίσης ως τρίπολις, από τις τρεις αυτόνομες(5) πόλεις που υπήρχαν: Αρκεσίνην, Μινώα, Αιγιάλην, και Λιμένα (=Αμοργός, αύτη τρίπολις και λιμήν (6)). Παλιά και νέα αρχαιολογικά ευρήματα πιστοποιούν, ότι βαθμιαία και σταθερά εξελίχθηκε σε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα κυκλαδικού πολιτισμού. Ουσιώδεις παράγοντες ανάπτυξης ήταν η γεωγραφική θέση, το ευρύχωρο λιμάνι των Καταπόλων, αλλά και οι πολυάριθμοι ευλίμενοι όρμοι, στο νότιο τμήμα της νήσου. Μέχρι πριν από είκοσι χρόνια ελάχιστα γνωρίζαμε για τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους (11ος – 8ος π.Χ. αι.) και την Αρχαϊκή περίοδο (7ος – 6ος π.Χ. αι.). Από τη σύσταση της Α’ Αθηναϊκής Συμμαχίας το 477 π. Χ. η τύχη όλων των Κυκλαδικών πόλεων είναι συνυφασμένη με την ιστορία της Αθήνας. Από επιγραφές της Αττικής με τα ονόματα των φόρου υποτελών συμμάχων, μαθαίνουμε πως η Αμοργός συμμετέχει στην Α’ Αθηναϊκή Συμμαχία (434 π.Χ.), και οι κάτοικοι των τριών πόλεων αναφέρονται με το κοινό εθνικό όνομα Αμόργιοι.
Επιγραφικά τεκμηριωμένη είναι η συμμετοχή τους στη Β’ Αθηναϊκή Συμμαχία το 357 π.Χ. Πολύτιμη πηγή πληροφοριών αποτέλεσαν οι επιγραφές που βρέθηκαν και που μαρτυρούν ότι στο νησί εγκαταστάθηκαν (3ο – 2ο π.Χ. αι.), αφήνοντας τα ίχνη τους ξένοι: Σάμιοι στη Μινώα, Νάξιοι στην Αρκεσίνη, και Μιλήσιοι στην Αιγιάλη. Από το 133 π.Χ., η τρίπολις νήσος Αμοργός υπάγεται στην κυριαρχία της νεοσύστατης ρωμαϊκής Επαρχίας της Ασίας και κατά τον ιστορικό Τάκιτο, τον 1ο μ.Χ. αι., (μέχρι τον 4ο λέει η Μαραγκού – Μινώα σελ 295) ήταν τόπος εξορίας Ρωμαίων πολιτών. Τότε γνώρισε σημαντική ακμή, και στις μέρες μας η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως δεκάδες ευρήματα, επιγραφές, οικοδομές, ψηφιδωτά κ.ά. που τεκμηριώνουν αυτή την άνθηση. Όλοι κάτι πήραν, όλοι κάτι άφησαν, κάπως τη σφράγισαν. Επί Διοκλητιανού (284 – 305 μ.Χ.), το νησί εντάσσεται στην επαρχία των νήσων, πρωτεύουσα της οποίας υπήρξε η Ρόδος. Τον 4ο αι. μ. Χ. ολοκληρώθηκε η σταδιακή μετακίνηση του πληθυσμού, που είχε ήδη αρχίσει στα ελληνιστικά χρόνια και εντάθηκε στην πρώιμη αυτοκρατορική περίοδο, προς τα παράλια και την ενδοχώρα κοντά στους εύφορους αγρούς· τότε σύμφωνα με πολλές ενδείξεις φαίνεται πως και οι τρεις αρχαίες πόλεις εγκαταλείπονται οριστικά(7), ενώ ο κόσμος του Αιγαίου συνεχίζει να ακμάζει ως το τέλος του 7ου αιώνα. Αυτό αποδεικνύεται από το πλήθος των επισκοπών που υπάρχουν ακόμα και σε μικρά νησιά όπως ήταν η Αμοργός.
Οι σκέψεις και η επανάληψη της μελέτης για όσα θαυμαστά έγιναν στο παρελθόν, σταματούν με την απαίτηση της συντροφιάς για βόλτες και γνωριμία με το νησί. Ξεκινώντας μπροστά από τη μεγάλη Καταπολιανή βρύση, προς τη Χώρα μια στάση στο ονομαστό πρατήριο άρτου στα Κατάπολα του Κώστα Μ. Μαύρου, (ο πατέρας του, Μιχάλης Δ. Μαύρος έχει τον παραδοσιακό φούρνο στο Ξυλοκερατίδι), μας φέρνει αντιμέτωπους με πληθώρα προϊόντων και προμήθειες που δύσκολα προσπερνάς αδιάφορα. Ξεκινήσαμε από ‘’κάτι για το δρόμο’’, και καταλήξαμε με τα πάντα, για πρωινό!. Καθώς ο δρόμος βγαίνει από το λιμάνι, περνά δίπλα από τον οικισμό στο Ραχίδι και αρχίζει να ανηφορίζει, περνώντας δίπλα από ένα όμορφο και μεγάλο μαρμάρινο προσκυνητάρι με τις εικόνες της Θεοτόκου και του Αγ. Γεωργίου στη θέση ‘’Τσεσεμές’’. Μέχρι εδώ φτάνει η πομπή των προσκυνητών που συνοδεύει τις εικόνες από τα Κατάπολα στη Χώρα, τις ημέρες εορτασμού του Πάσχα. Μετά, τις αποθέτουν για λίγο στο προσκυνητάρι, και γίνεται η ‘’Αποκινίδα’’ δηλαδή ο αποχαιρετισμός των εικόνων, που με τους ιερείς εμπρός συνεχίζουν τη διαδρομή έως τη Χώρα.
Αμέσως παρακάτω είναι το ποτάμι της Αγ. Κατερίνας ενώ όσο ανεβαίνουμε πιο ψηλά τόσο η θέα μεγαλώνει μέχρι του σημείου που φαίνεται σε όλο του το μεγαλείο, ο βαθύς κόλπος των Καταπόλων, ο λόφος της Μουντουλιάς, όπου βρίσκεται η αρχαία Μινώα. Από τους πρόποδες του λόφου ο οικισμός των Καταπόλων κατηφορίζει έως το λιμάνι, δεξιά το παλιό ψαροχώρι Ξυλοκερατίδι, και ανάμεσα οι μικροί λόφοι που διαχωρίζουν την καλλιεργημένη κοιλάδα σε τρεις περιοχές, ‘’Γιαλινά’’δεξιά, με τον μικρό οικισμό Πέρα Ραχίδι, ‘’Μάρμαρο’’στο μέσον, και ‘’Σακκάς’’ αριστερά με τον οικισμό Ραχίδι. «Η κοιλάς αύτη παρέχει τω εισπλέοντι εις τον λιμένα της Αμοργού ικανώς τερπνήν θέαν δια της χλοερότητος αυτής, των διεσπαρμένων αγροκατοικιών και των κυματοειδών γραμμών των περί αυτήν βουνών» γράφει ο Αντώνιος Μηλιαράκης στο βιβλίο του: «Υπομνήματα περιγραφικά των Κυκλάδων Νήσων. Αμοργός», (σελ 26).
Πραγματικά, παρότι ήρθε στην Αμοργό τον Ιούνιο του 1883, πριν από εκατόν είκοσι τρία χρόνια και αντί για τους οικισμούς που εμείς αντικρίζουμε, είδε κοιλάδες κατάφυτες με αμπέλια, ελιές, και χωράφια σπαρμένα κριθάρι και βαμβάκι, η θέα προς το λιμάνι παραμένει και σήμερα απίστευτα όμορφη, ενώ ο προσεκτικός επισκέπτης θα διακρίνει αρκετά αγροτόσπιτα. Στην καταπράσινη κοιλάδα έχει επικρατήσει πλέον η καλλιέργεια της ελιάς, και τα λιόδεντρα, που εδώ δεν καρπίζουν κάθε χρόνο, καλύπτουν το μεγαλύτερο τμήμα της.
Η βυζαντινή Αμοργός ή Χώρα (320 μέτρα υψόμετρο - μ. υψ. στο εξής), σχεδόν στο κέντρο του νησιού, είχε ρόλο στις μετακινήσεις του πληθυσμού από και προς την Απάνω και Κάτω Μεριά αφού από εδώ περνά ο κεντρικός άξονας των λιθόστρωτων μονοπατιών. Σήμερα, με τους ασφαλτοστρωμένους δρόμους παραμένει σταυροδρόμι που εμφανίζεται ξαφνικά, μετά από μια απότομη αριστερή ανηφορική επικίνδυνη στροφή, πεντέμισι χιλιόμετρα, (χλμ. στο εξής) από το λιμάνι. Μια καλή άποψη για την τοποθεσία έχετε από το παρακείμενο ελικοδρόμιο που ψηλότερα καθώς είναι προσφέρει καλύτερη θέα του οικισμού. Μια θέα που μένει βαθιά στη μνήμη του περιηγητή. Εμπρός σας λίγες ξερολιθιές, που χωρίζουν μικρές ιδιοκτησίες, χωράφια κάποτε καλλιεργημένα, με σκαρφαλωμένες πάνω τους καταπράσινες και φορτωμένες με καρπό φραγκοσυκιές.
Αριστερά, ξεπροβάλει, σπαθίζοντας τον ουρανό, ο φυσικός βράχος του Κάστρου ενώ δεξιά προς το νοτιά το πανέμορφο κάδρο με το πετρώδες ‘’φρύδι’’ του λόφου και τους δέκα ανεμόμυλους στη σειρά· ανάμεσα από αυτά τα όρια, απλώνεται κατάλευκη η Χώρα της Αμοργού, κάτω από την περίβλεπτη κορυφή του βουνού Προφήτη Ηλία (698 μ. υψ.). Εκτός από τον περιφερειακό δρόμο που την κυκλώνει δεν υπάρχει δίκτυο που να εισχωρεί μέσα στον ιστό της πόλης. Αφήστε το όχημα στο χώρο στάθμευσης, δείτε τον ανεμόμυλο και ακολουθήστε τον ανηφορικό δρόμο προς τη ‘’Κάτω Γειτονιά’’ και την πλατεία, όπου κάνει στάση το λεωφορείο. Στο υπερυψωμένο τμήμα της, βρίσκονται οι προτομές των αδελφών Πετσετάκι (Γεώργιος ο πατέρας, Αριστόβουλος ο γιος), της γνωστής σωληνο-βιομηχανίας Πετζετάκι, ευεργέτες της γενέτειρας τους με πολλούς τρόπους. Λίγα μέτρα πιο κάτω είναι το παραδοσιακό καφενείο του Δημήτρη Γιαννακού (Πάρβα), για στάση και καφέ ενώ πρόσφατα (Αύγουστος ’05), μεταφέρθηκε εδώ το Δημαρχείο.
Σχεδόν απέναντι, είναι ο δισυπόστατος ναός των Αγίων Πάντων (1644) της Βαϊοφόρου και του Οσίου Χριστοδούλου με το δίλοβο καμπαναριό. Στην δεξιά είσοδο (ναός Αγίων Πάντων), βρίσκεται εντοιχισμένη σκαλιστή επιγραφή ανακαίνισης, μια από τις πολλές που διαθέτουν οι περίπου σαράντα! εκκλησίες της Χώρας (180 σε όλο το νησί), και που αποτελούν έμμεση μαρτυρία(8), για την οικονομική ακμή και την εκκλησιαστική αναγέννηση που έγινε αισθητή στην Αμοργό, ιδιαίτερα στο Κάστρο, τη Χώρα, και τη Μονή Χοζοβιώτισσας κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας (1537 – 1821), παρά τον αντίκτυπο των δύο Ενετοτουρκικών πολέμων.
Κανείς δεν φεύγει από τη Χώρα της Αμοργού, αν πρώτα δεν ανέβει στον απόκρημνο βράχο όπου βρίσκεται το Κάστρο, σύμβολο της Χώρας, άλλωστε όλες οι στράτες οδηγούν σ’ αυτό. Από εδώ ξεκινά ο κεντρικός δρόμος, που κάποτε οριοθετούσε τον πυρήνα της βενετσιάνικης κωμόπολης, η σημερινή πλακόστρωτη μέση (οδός), που διατρέχει την κωμόπολη και ονομάζεται πλατύστενο και καλντιρίμι· από εδώ ξεκινούν και καταλήγουν στον οχυρωμένο βράχο, στο Κάστρο, όλα τα σκεπαστά δρομάκια του οικισμού, τα αψιδωτά στεγάδια, οι εμπροστιάδες των ντόπιων, πολλές από τις οποίες διατηρούν ακόμα την παλιά τους στέγη από πλάκες, πετροδόκαρα και ξύλινα δοκάρια(9). Σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής, μικρά ισόγεια, καταστήματα περιποιημένα με γουστόζικη διακόσμηση με ορισμένα τοπικά προϊόντα – δώρα, αποτελούν προκλήσεις για τους επισκέπτες. Τριγύρω λουλουδιασμένα μπαλκόνια, ασπρισμένοι τοίχοι, σπίτια, εκκλησιές και σκαλοπάτια δίνουν έναν ξεχωριστό τόνο καθαριότητας και ύφους, τόσο, που δεν ξέρεις που να πρωτοδείς· αν λείπανε και αυτές οι βλάσφημες κολώνες της ΔΕΗ και τα έρημα καλώδια του ΟΤΕ που φροντίζουν να αλλοιώνουν την εικόνα θα ήταν ακόμα καλύτερα. Δεν μπορούσε άραγε να γίνει υπογείωση όπως αλλού;. Το Κάστρο συνήθως είναι κλειδωμένο γιατί τα παιδιά μην έχοντας συναίσθηση του κινδύνου, ανέβαιναν και έπαιζαν στις επάλξεις. Τα κλειδιά, θα τα βρείτε στην κεντρική πλατεία της Χώρας, στη Λόζα, στο ομώνυμο Café του Μιχάλη Πολίτη απέναντι από την παλιά κοινότητα, μέχρι πρόσφατα, (Ιούλιος ’05) Δημαρχείο, νυν βιβλιοθήκη – Αρχείο του Δήμου(10), Αμοργού. Ανεβαίνοντας προς το μνημείο θα περάσετε από την εκκλησία της Αγίας Θεοδοσίας (1767), που είναι χτισμένη στη βάση σχεδόν του, 65 μέτρων λένε, απότομου, τιτάνιου βράχου. Η πρόσβαση είναι εύκολη· προσοχή χρειάζεται όταν φυσάει και ανεβαίνετε τα τριάντα δύο σχεδόν κάθετα, στενά σκαλοπάτια που φτάνουν μέχρι την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, που σήμερα παίζει ρόλο και ‘’πύλης’’, όπου βρίσκεται η πόρτα που χρειάζεται το κλειδί.
Ήταν 1207 όταν ο Μάρκος Σανούδος, ιδρυτής του Δουκάτου της Νάξου, παραχώρησε στους αδελφούς Ανδρέα και Ιερεμία Γκίζη την Τήνο και τη Μύκονο. Μέσα στις προσαρτήσεις που έκαναν περιλαμβάνονταν η Σκύρος, η Σκόπελος η Σέριφος, και την ίδια χρονιά η Αμοργός, λόγω της προνομιακής γεωγραφικής της θέσης και του ασφαλούς λιμένος. Στα πρώτα χρόνια της κυριαρχίας των αδελφών Γκίζη χρονολογείται η ενίσχυση με πολεμίστρες του οχυρωματικού τοίχου που περιβάλλει την κορυφή του φυσικού βράχου, του Κάστρου(11). Η κυριαρχία των Γκίζη στα νησιά του Αιγαίου διατηρήθηκε ως το 1390 που πέθανε το τελευταίο μέλος της οικογένειας, ο Γεώργιος ο Γ’.
Η θέα απο το χαμηλό περιτείχισμα και τις πολεμίστρες είναι αριστούργημα, αγκαλιάζει όλη τη Χώρα με τα μικρά ορθογώνια σπίτια, τις δεκάδες εκκλησίες, φτάνοντας μέχρι κάτω, στη θάλασσα. Στο κέντρο του οικισμού διακρίνονται οι δισυπόστατες: με τους δύο μεγάλους λευκούς τρούλους η Μητρόπολη της Παναγίας της Κοιμήσεως και του Αγ. Ιωάννου Θεολόγου, και δίπλα η Ανάληψη του Κυρίου και ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Ψηλότερα, στην κορυφογραμμή του λόφου οι ανεμόμυλοι που άλεθαν για τη Χώρα, προσδίδουν στο τοπίο μια ξεχωριστή αύρα που μαγνητίζει το βλέμμα. Το εντυπωσιακό συγκρότημα αποτελούσαν παλιότερα δεκατρείς ανεμόμυλοι, από τους οποίους σήμερα υπάρχουν σε καλή ή κακή κατάσταση οι έντεκα(12), ενώ από τις επάλξεις του βραχόκαστρου φαίνονται οι δέκα.
Οι ώρες που σουρουπώνει είναι μαγικές, όσο λιγοστεύει το φως ο τόπος αλλάζει, τα χρώματα το ίδιο, μέχρι το λευκό να γίνει πορτοκαλί κ’ έπειτα να ντυθεί στο βαθύ κόκκινο και να χαθεί. Το βράδυ, με τον ιδιαίτερο φωτισμό, αναδεικνύεται ακόμα περισσότερο και το θέαμα συναρπάζει. Ακριβώς κάτω από το Κάστρο είναι το μετόχι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου της Πάτμου, στο υπέρθυρο του οποίου υπάρχει άλλη μια επιγραφή ανακαίνισης. Η συνέχεια της γνωριμίας με τη Χώρα φέρνει τα βήματά σας στο ‘’τσαγγαράδικο’’, που εκτός από καφέ προσφέρει και φαγητό στο πλατειάκι, όμορφο σημείο για ξεκούραση. Αξίζει να δείτε το πραγματικό παλιό τσαγκαράδικο εξοπλισμένο με τα αυθεντικά εργαλεία της εποχής, το παραδοσιακό κουρείο, και να ‘’μεταφερθείτε’’ για λίγο στην προπολεμική εποχή. Όλα τα καταστήματα στην Χώρα, είναι μικρά, περιποιημένα, πλουτίζουν και ‘’χρωματίζουν’’ με την παρουσία τους τη κεντρική πλακόστρωτη οδό, σχεδόν οπουδήποτε, μπορείτε να σταματήσετε για ψώνια, φαγητό ή απλά για έναν καφέ.
Στο Πλατεάκι βρίσκεται ένα σπάνιο αρχιτεκτονικό σύνολο, η τρίδυμη εκκλησία του Σταυρού και των αγίων Θωμά – Θαλλελαίου, μάλιστα στην εκκλησία του Αγίου Θαλλελαίου υπάρχει η εικόνα της Θεοτόκου Οδηγήτριας, έργο του Κρητικού ιερέως Ιωάννη Σκορδίλη γόνου της μεγάλης οικογένειας των αγιογράφων Σκορδίληδων που εργάστηκαν σε διάφορα μέρη των Κυκλάδων(13). Η Χώρα, ευτυχώς, είναι αντάξια της φήμης της όχι μόνο επειδή κρατάει σφιχτά την κληρονομιά της χωρίς αλλοιώσεις και κακόγουστες παρεμβάσεις, αλλά γιατί αποτελεί υπόδειγμα προς μίμηση για το πώς πρέπει να διατηρούνται διαχρονικά οι οικισμοί σε όλα τα νησιά μας. Θεματοφύλακας, η Αρχαιολογική Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, που με συνεχείς ελέγχους, έσωσε την κωμόπολη από την ανοικοδόμηση. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι ότι σήμερα οι επισκέπτες μπορούν να δουν την μακρόχρονη πορεία της Χώρας από τον βράχο – Κάστρο προς τους ελεύθερους σχηματισμούς στους Μύλους, όπου συνυπάρχουν στο ίδιο οικιστικό σύνολο, όλων των τύπων του αμοργιανού σπιτιού: από το αγροτικό κατάλυμα στα Βορεινά, μέχρι τις ημιαστικές κατοικίες και τα αρχοντικά του 18ου και 19ου αιώνα. Αυτές οι παρουσίες καθιέρωσαν τη Χώρα σαν ένα από τα αντιπροσωπευτικότερα δείγματα ‘’ιστορικών διατηρητέων’’ οικισμών στο νησιωτικό Αιγαίο(14).
Ο φούρνος βγάζει ακόμα ψωμιά και παξιμάδια (και άλλα πολλά), που με λίγο ντόπιο σκληρό τυρί, (μυζήθρα και ‘’τυρί’’) θα γίνει ένα πρώτης τάξεως ελαφρύ γεύμα για την πεζοπορία, γιατί αλήθεια, ένα μεγάλο τμήμα από τα μνημεία της Αμοργού, θέλει περπάτημα. Η πλακόστρωτη οδός περνά από αρκετά σκεπαστά δρομάκια του οικισμού καταλήγοντας στην τελευταία και πολύτοξη ‘’εμπροστιάδα’’, που υποβαστάζει το ιστορικό αρχοντικό Ρούσου (19ος αι.), στην έξοδο (ή είσοδο) της ’’Απάνω Γειτονιάς’’ στην ανατολική πλευρά της Χώρας. Εδώ ακριβώς έχει φτάσει άσφαλτος και ο δρόμος πλέον είναι φαρδύτερος. Λίγα βήματα αργότερα, στο τέλος ενός μικρού στενού, βρίσκεται η σπάνιας αρχιτεκτονικής (τ.4 εκκλησίες μετά την Άλωση σελ 191 σημ. 51) δισυπόστατη τρίκλιτη θολωτή βασιλική της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα και του Αγίου Στεφάνου γνωστή περισσότερο σαν Φωτοδότη Χριστού, μετόχι της Ι. Μ. Χοζοβιώτισσας.
Στο μικρό πλατειάκι μπροστά από τους ναούς είναι η προτομή του Παρθενίου Γ’ (1919 – 1996), Πατριάρχου Αλεξανδρείας και Πάσης Αφρικής ο οποίος έθρεφε μεγάλη αγάπη για την Αμοργό και βοήθησε πολύ το μοναστήρι της Χοζοβιώτισσας. Έτσι λοιπόν, για να τον θυμούνται οι νεώτεροι στήθηκε αυτό το μνημείο. Η θέα προς το βραχόκαστρο και προς τη Χώρα από αυτό το πλάτωμα ή από την στέγη των μισογκρεμισμένων βοηθητικών κτηρίων στο πλάι της εκκλησίας είναι υπέροχη. Μακάρι να σας δοθεί ο χρόνος και η ευκαιρία να έρθετε το πρωί για τη θεία λειτουργία. Εκτός του ό,τι θα βρείτε ανοιχτούς τους ναούς, για να θαυμάσετε και εσείς το χρυσωμένο τέμπλο (1840) του Φωτοδότη, τις εικόνες (17ου αι.), και τα βημόθυρα του εκ Χίου(15) ιερέα, αγιογράφου και ξυλογλύπτη Σταμάτιου Θύτη (1610 – 1628), θα γνωρίσετε τον ηγούμενο της Μονής Χοζοβιώτισσας, αρχιμανδρίτη Σπυρίδωνα Δεναξά, που τελεί τη λειτουργία καθημερινά.
Αμέσως μετά, στον κεντρικό δρόμο βρίσκεται το περίφημο Σχολαρχείο Αμοργού, Γυμνάσιο στις μέρες μας, από τα πρώτα σχολεία που λειτούργησαν στην ελεύθερη Ελλάδα το 1829, σύμφωνα με την σκαλισμένη σε μάρμαρο ιδρυτική επιγραφή, πάνω από την είσοδο. Στο τέλος του δρόμου δεξιά σας, λίγο πριν τον κατηφορικό δρόμο για την παραλία της Αγίας Άννας είναι ο Καλογερικός, η πιο διάσημη πλατεία της Αμοργού, και ένα από τα ομορφότερα μπαλκόνια του Αιγαίου. Ονομάζεται έτσι γιατί εδώ βρισκόταν πρώτος στη σειρά των δεκατριών ανεμόμυλων της Χώρας, αυτός που ανήκε στην Χοζοβιώτισσα, στους καλόγερους δηλαδή.
Εδώ πάνω περπάτησε και μέθυσε από την ομορφιά ο Νίκος Καζαντζάκης που ήρθε προπολεμικά στο νησί, έκανε παρέα με ψαράδες, περήφανος άγνωστος συγγραφέας, το ίδιο συνέβη και με τον ποιητή μας, Γιώργο Σεφέρη που αγάπησε την Αμοργό, και εκείνο τον Αύγουστο του 1961, ατενίζοντας τη θέα προς τη σκούρα θάλασσα έγραψε τη ρίμα: «Λεπίδι που με χτύπησες, ήσουν το νιο φεγγάρι, στη γέμισή του κόκκινο, στη χάση του κουφάρι». Και ο Χατζιδάκις είδε τον λαμπερό απ’ τ’ άστρα ουρανό, ο Αρκάς (από την Ασέα) Νίκος Γκάτσος πάλι, ενώ δεν ήρθε στο νησί έδωσε το όνομα ΑΜΟΡΓΟΣ στη μια και μόνη ποιητική του συλλογή, που μετά από πολλές δεκαετίες επεξεργασίας, την έχουμε στα χέρια μας. Ίσως, αν είχε έρθει, οι στίχοι να εκφράζανε περισσότερο Αιγαίο, παρά το όνομα. Έχουμε δείγματα ποιητών που γράφουν πάρα πολλά και που δεν προσθέτουν τίποτε, όχι μόνο στην ποίηση, αλλά ούτε καν στη δική τους ποιητική παρουσία. Ο Γκάτσος το απέφυγε αυτό. Έγραψε ένα μόνο έργο, όταν αυτό το λέει ο Μάνος Χατζιδάκις (που ήρθε στην Αμοργό), τότε ο λόγος, και η ποίηση εν προκειμένω έχει ειδικό βάρος.
Λένε πως σαν έρθεις στο νησί και δεν δεις τη Χοζοβιώτισσα, δεν έχεις δει τίποτα, και πράγματι έτσι είναι. Η αθέατη Μονή που κρύβει στα σωθικά της τα ‘’μυστικά’’ μιας ορθόδοξης καταγωγής, είναι χτισμένη στη νότια κάθετη πλευρά του βουνού Προφήτης Ηλίας. Κατηφορίστε με τα πόδια από τον Καλογερικό απ’ όπου ξεκινά το μονοπάτι Νο1 με την ονομασία(16), ‘’Παλιά Στράτα’’, και σύντομα θα βρεθείτε λίγο πριν τη διασταύρωση (δστ. στο εξής) με τον ασφαλτόδρομο που πάει στην Αγία Άννα. Μπορείτε επίσης να οδηγήσετε μέχρι τον ευρύχωρο χώρο στάθμευσης, ακολουθώντας τις πινακίδες από την είσοδο της Χώρας προς: ‘’Μονή Χοζοβιώτισσας’’ – ‘’Αγία Άννα’’.
Γνώρισμα των νησιών του Αρχιπελάγους είναι τα έντονα χρώματα, μα σαν έρθετε όπως πρέπει πρωί, την ώρα που χαράζει, αυτά είναι περισσότερο από ποτέ έντονα. Οι πορφυρές ακτίνες του ήλιου πέφτουν με δύναμη στα απόκρημνα κάθετα βράχια που περιζώνουν την ασκητική αετοφωλιά της Ι. Μ. Παναγίας της Χοζοβιώτισσας κοκκινίζοντάς, κάνοντας τα να λάμπουν, θαρρείς έχουν πάρει φωτιά, εμπρός από τον βαθύ γκρεμό, του παλιού ‘’Δαιμονότοπου’’. Τέτοιος θεαματικός τόπος, ακόμα και για μοναστήρι, είναι σπάνιο. Δίπλα στον χώρο στάθμευσης, είναι ένα λιθόκτιστο κτήριο στο εσωτερικό του οποίου υπάρχουν πάγκοι για ξεκούραση, και ψύκτης για δροσερό νερό, που χρειάζεται για την 20λεπτη πεζοπορία. Προσέξτε την πινακίδα στην είσοδο που δίνει οδηγίες για το ντύσιμο, τηρούνται αυστηρά. Η αλίμενη ακτή φαίνεται ακόμα πιο άγρια καθώς ανεβαίνετε από το φαρδύ, στρωμένο με πέτρα, μονοπάτι με τα τριακόσια πενήντα σκαλιά, ενώ όσο πλησιάζετε, δέος και μεγαλείο κατακλύζουν την ψυχή στην όψη των λευκών γεωμετρικών όγκων της Μονής. Σε +/- 20΄λεπτά φτάνετε στην είσοδο του μοναστηριού που είναι αφιερωμένο στα Εισόδια της Θεοτόκου. Τριγύρω κατακόρυφος γρανίτης και βαθύς απύθμενος γκρεμός με το μπλε – πράσινο της θάλασσας να προσπαθεί με το χρώμα να ισορροπήσει, να ημερέψει το τοπίο.
Ολόλευκο μέσα στα ερυθρωπά βράχια φαίνεται σαν να στηρίζεται απ’ τις θεόρατες αντηρίδες ή ‘’σκάρπες’’, όμως όχι, αυτές έτσι κι’ αλλιώς είναι νεώτερες, ενώ η Χοζοβιώτισσα, στέκει εκεί από τα χρόνια των ‘’Εικονομάχων’’ (8ος - 9ος αι.). Έτσι ορίζει η χρονολόγηση μιας τουλάχιστον οικοδομικής φάσης(17) και η τοπική, ζωντανή ως σήμερα, προφορική διήγηση, που συνδέει το όνομα με τον τόπο προέλευσης της εικόνας. Τα Χόζοβα ή Χόζοβο σήμερα γνωστά ως Χοζιβά ή Κοζιβά στους Αγίους Τόπους, στην περιοχή WadiQilt της Ιεριχούς, όπου σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες των βυζαντινών χρόνων, υπήρχαν από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους σημαντικά ορθόδοξα μοναστήρια(17α), ενώ στις μέρες μας, επιβιώνει ακόμα η Ι. Μ. Αγίου Γεωργίου Χοζιβά. Σύμφωνα με άλλη, παλιότερη παράδοση, που αναφέρει(18) ο Tournefort όταν ήρθε εδώ, τον Σεπτέμβριο του 1700: «Οι [εκατό(18α) σύμφωνα με την αναφορά του], μοναχοί της Αμοργού διαδίδουν ότι το μοναστήρι ιδρύθηκε όταν ανακαλύφθηκε μια θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, ζωγραφισμένη σε ξύλο, που φυλάσσουν στην εκκλησία τους ως σπουδαίο κειμήλιο. Διατείνονται ότι η εικόνα αυτή, αφού βεβηλώθηκε στην Κύπρο και έσπασε σε δύο κομμάτια, μεταφέρθηκε ως εκ θαύματος από τη θάλασσα μέχρι τη βάση του βράχου της Αμοργού. Σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, τα κομμάτια ενώθηκαν από μόνα τους. Φαίνεται πως η εικόνα είχε επιτελέσει στο παρελθόν και εξακολουθεί να επιτελεί ακόμη πολλά θαύματα.». Ιδιαίτερη σημασία για την ανασύσταση του ιστορικού της Μονής και τον προβληματισμό που προκαλεί η χρονολόγησή(19) της, έχει η πληροφορία που διέσωσαν και οι τέσσερις παραλλαγές της παράδοσης, ότι «η Μονή ιδρύθηκε από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου τον Αλέξιο Α’ τον Κομνηνό στα 1088».
Έχοντας προηγουμένως γνωρίσει από κοντά τον σεβάσμιο Ηγούμενο Σπυρίδωνα, μας περιμένει στην είσοδο του ανδρικού μοναστηριού ο πατέρας (π. στο εξής) Δημήτριος, συνοδεία του οποίου πραγματοποιήσαμε τη γνωριμία με τον περίπλοκο χώρο. Η χαμηλή και στενή θύρα της νεώτερης εισόδου οδηγεί στα άδυτα του οκταώροφου συγκροτήματος που έχει μήκος σαράντα μέτρα, και πλάτος που δεν ξεπερνά τα πέντε!, μέσα από δεκάδες στενά, πέτρινα σκαλοπάτια, και ξύλινες σκάλες, που δικαιώνουν την προσωνυμία ‘’Μονή των Σκαλών’’. Το δαιδαλώδες εσωτερικό χαρακτηρίζουν οι καμάρες και τα τόξα, άλλα παραδοσιακά βυζαντινού τύπου και άλλα οξυκόρυφα που μαρτυρούν την ανακαίνισή της στα χρόνια της Βενετοκρατίας(20). Στα άδυτα της Μονής εντυπωσιάζει η στενότητα και ταυτόχρονα η χρηστικότητα των θέσεων που είναι χτισμένο ή τοποθετημένο κάθε τι.
Στους κάτω ορόφους είναι λίγα δωμάτια για τους νεαρούς ντόπιους βοηθούς των μοναχών, που κοιμούνται εδώ, ειδικά την καλοκαιρινή περίοδο που υπάρχουν μεγαλύτερες ανάγκες. Οι κοιτώνες γειτνιάζουν με το μονόχωρο παρεκκλήσι του Αγίου Γερασίμου του εν Ιορδάνη, ενώ σε άλλον όροφο βρίσκεται ο παλιός λιθόχτιστος φούρνος που έπαψε να λειτουργεί από τότε που αφαιρέθηκε η περιουσία(21) της Μονής και σώθηκαν οι σοδιές στα κελάρια. Πιο πάνω είναι το μπαλκονάκι που με μια τροχαλία ανεβοκατεβάζουν τα χρειαζούμενα για τη διατροφή. Σε όλους του χώρους και τα εναπομείναντα κελλιά επικρατεί η απόλυτη τάξη και καθαριότητα, ενώ εντύπωση προκαλούν τα πολύ χοντρά δοκάρια, οι ξυλοδεσιές, τα παλιά δάπεδα, όλα από ένα εξαιρετικά σκληρό και ανθεκτικό ξύλο, την «φείδα», ένα είδος αγριοκυπάρισσου, η ανάλυση του οποίου ίσως αποσαφηνίσει την χρονολόγηση της οικοδόμησης της Μονής(22).
Στο μεγάλο ευρύχωρο μπαλκόνι, βρίσκεται το μαγειρείο,όπου ο π. Φιλάρετος προετοιμάζει τα γεύματα, και το μακρόστενο κτήριο της τράπεζας που ακόμη φιλοξενεί στο παλιό τραπέζι τους μοναχούς τις καθημερινές, και τους πιστούς τις γιορτινές μέρες. Πιο ψηλά, στο εσωτερικό, το Καθολικό με τα κειμήλια και τη μεγάλη εικόνα της Χοζοβιώτισσας, γνωστή ως «Κτητόρισσα», και ως «Παναγία η Μαυρομάτα», ενώ δεξιά, η μικρότερη εικόνα η «Κυρία η Χοζηβίτισα» με την επωνυμία «η Ταξιδιώτισσα». Και οι δύο φυλάσσουν ακόμα το μυστικό της τέχνης και της χρονολογίας τους κάτω από τα νεώτερα αργυρά καλύμματα (23).
Δίπλα από το Καθολικό, το μικρό μπαλκονάκι, όπως και το μεγαλύτερο προηγούμενο, δίνουν μιαν ανάσα από την στενότητα των χώρων, η θέα φτάνει κατ’ ευθείαν βαθιά στο πέλαγος, ενώ πιο κοντά, ανταμώνει τα απόκρημνα βράχια και το νησάκι ‘’Μικρό Βιόκαστρο’’ (0,005 τ.χλμ.) που τονίζει όσο ποτέ, την παρουσία του μέσα στη γαλαζοπράσινη, προς την ακτή, θάλασσα. Για τη δημιουργία τους γράφει («Αμοργιανά» τ. 11, σελ 53) ο δάσκαλος Νικήτας Βασσάλος: «Άπιστοι κι’ αλλόθρησκοι πειρατές πήραν τα πλοία τους και πήγαν να ληστέψουν το Μοναστήρι, όταν όμως έφτασαν κάτω απ’ αυτό, η Παναγία τα ‘’πέτρωσε’’, κι’ έτσι έχουν μείνει μέχρι σήμερα. Είναι το μικρό και το μεγάλο Βιόκαστρο» (προφορική παράδοση).
Η Εκκλησιαστική Συλλογή Αμοργού, βρίσκεται σ’ έναν βραχοσκέπαστο χώρο, το σκευοφυλάκιο, όπου μεταφέρθηκαν παλιές προθήκες και πλαίσια, δωρεά του Μουσείου Μπενάκη, με χειρόγραφα γραμμένα σε περγαμηνή και χαρτί. Επίσης, διαθέτει βιβλιοθήκη με πολύτιμους κώδικες των βυζαντινών χρόνων, ακόμα και χειρόγραφα σε μικρογραφίες, που συγκαταλέγονται μεταξύ των σπανιότερων και πλουσιοτέρων της νησιωτικής Ελλάδας(24). «Συγκεντρώσαμε στο μοναστήρι κάθε απομεινάρι» είπε ο πατήρ Επιφάνιος Αρτέμης (ο προηγούμενος ηγούμενος, σήμερα μητροπολίτης Θήρας, Αμοργού και Νήσων), στον τότε πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κωστή Στεφανόπουλο που επισκέφθηκε τη μονή τον Ιούνιο του ’98, μένοντας εκστασιασμένος από τον πλούτο των κειμηλίων. Η ξενάγησή μας ολοκληρώνεται μόνον όταν περνάμε από το αρχονταρίκι, όπου οι νεαροί βοηθοί προσπαθούν με κόπο να ετοιμάσουν, λουκούμι, ρακί, και νερό για να δροσίσουν, όσο γίνεται, τους επισκέπτες. Σπάνια θα βρεθείτε μόνοι σας στους χώρους του μοναστηριού ή στο καθολικό, μια που περισσότεροι από εξακόσιοι επισκέπτες έρχονται καθημερινά το καλοκαίρι για να θαυμάσουν τη μονή και το τοπίο, γιαυτό, όσο πιο νωρίς καταφθάσετε, τόσο καλύτερα. Η μονή γιορτάζει στις 21 Νοεμβρίου. Οι τρεις μοναχοί, ο καθείς υπεύθυνος για συγκεκριμένες εργασίες φροντίζουν και διακονούν το λειτούργημά τους με περισσή αγάπη και ευγένεια προς τους αναρίθμητους προσκυνητές, μάλιστα ο δόκιμος π. Δημήτριος μας ανέφερε ότι πολλές φορές φτάνουν ή ξεπερνούν τους εξακόσιους ημερησίως!.
Όλη η Αμοργός διαθέτει με σήμανση, έξι μονοπάτια και ενδεικτικές πινακίδες με τους χρόνους. Μια αξιόλογη προσπάθεια που δίνει τη δυνατότητα στον περιηγητή, να διασχίζει το νησί μέσα από τις παλιές στράτες, ενώ όλες οι διαδρομές είναι έτσι διαμορφωμένες που περνούν απ’ όλους τους αρχαιολογικούς χώρους, τους πύργους, τις εκκλησίες, τις ιερές μονές, και τους παλιούς ξεχασμένους οικισμούς. Πολλοί φυσιολάτρες, ξεκινούν από εδώ την διαδρομή Νο1, που αναφέραμε πιο πάνω, (η αρχή της είναι από την πλατεία «Καλογερικού»), βαδίζοντας πάνω στο άσβηστο χνάρι της Παλιάς Στράτας, το δρόμο, που σε όλη την ιστορία του νησιού περπατήθηκε από τους Αμοργιανούς και τα υποζύγιά τους όσο κανείς άλλος, αφού εξυπηρετούσε τη Χώρα με την Αιγιάλη, τα χωριά της, και αντίστροφα.
Στην ανατολική έξοδο του μοναστηριού είναι ο πέτρινος περίβολος, η αυλόπορτα με το χαμηλό συρματόπλεγμα που βγάζει στο πηγάδι, (παλιότερα είχε και τη μικρή άσπρη / κόκκινη ενδεικτική πινακίδα), και η συνέχεια του περίφημου ‘’καλογερικού δρόμου’’, που όσο τον διασχίζετε τόσο δέχεστε την αρχέτυπη αύρα της περασμένης αγροτοποιμενικής κοινωνίας που ζούσε και ευημερούσε με ευλάβεια σ’ αυτά τα μέρη, πριν την έλευση της οικονομίας των τουριστών. Πεζοπορώντας θα περάσετε το παλιό ασβεστοκάμινο αρχικά, την εκκλησία του Αγίου Ιωάννη Χρυσόστομου (αυτόνομο μοναστήρι παλιά), μετόχι της Μονής Χοζοβιώτισσας πάνω από τον όρμο του Μαστιχιά, την Παναγία τη Θεοσκέπαστη, (σκεπάζεται από θεόρατο βράχο), τον Άι Γιώργη ψηλότερα, φτάνοντας στην μεγάλη έκπληξη. Περίπου στη μέση της διαδρομής βρίσκεται το παλιό λιθόχτιστο Ξενοδοχείο, σ’ ένα σημείο που αγναντεύει όλους τους ορίζοντες και όπου παλιότερα λειτουργούσε ξενώνας για τους οδοιπόρους, με πρόνοια περιφραγμένου χώρου για τη φύλαξη των ζώων τους (ίσως η μοναδική στις Κυκλάδες τέτοια περίπτωση). «Δεν είναι κακό να πούμε πως το Ξενοδοχειό βρίσκεται υπό κατάρρευση, καθώς ανυπεράσπιστο από τις εφορμήσεις των κατσικιών και του καιρού τις ιδιοτροπίες αποσυντίθεται αργά αλλά σταθερά. Είναι σίγουρο πως σε μερικά χρόνια στη θέση αυτού του εξαιρετικού μνημείου της Αμοργού δεν θα βλέπουμε παρά ένα σωρό πέτρες και τότε θα είναι πολύ αργά για αποφάσεις(25)».
Η πεζοπορία στην Παλιά Στράτα εκτός τις σπάνιες μυρωδιές από τα αγριολούλουδα που κατακλύζουν την ατμόσφαιρα εξελίσσεται σε πραγματικό, σπουδαίο μάθημα πατριδογνωσίας. Η αίσθηση του περπατήματος σε αυτό το τοπίο δεν αντικαθίσταται από την προσπέλαση με όχημα, άλλωστε μόνο ένα μικρό κομμάτι της διαδρομής είναι προσιτό, όμως αυτοί που το θέλουν, ας οδηγήσουν από τη δυτική έξοδο της Χώρας (Καλογερικός), προς Αιγιάλη για +/- 5 χλμ. Εκεί θα δείτε δεξιά την δστ. και τον ανηφορικό, όλο σαθρή πέτρα χωματόδρομο, τα άλλα τα αναλαμβάνουν η καλή σήμανση, τα τρακτερωτά λάστιχα, και η υπομονή σας.
Ελάχιστα λεπτά από τη Μονή βρίσκεται το εκκλησάκι της Αγίας Άννας, δίπλα στην ομώνυμη περιοχή, σε ένα ευρύτερα γνωστό τοπίο, από το φιλμ του σκηνοθέτη Λυκ Μπεσόν ‘’Απέραντο Γαλάζιο’’, (The Big Blue), που ορισμένες σκηνές του γυρίστηκαν σε αυτόν ακριβώς το χώρο, με αποτέλεσμα την ισχυρή προβολή του νησιού σε όλο τον κόσμο. Κάτι που έμεινε από τότε, εκτός τα εκατομμύρια δολάρια στις τσέπες των αρχόντων του Χόλιγουντ, είναι ότι η Αμοργός έγινε αγαπημένος προορισμός Γάλλων τουριστών. Η εύκολη πρόσβαση τώρα πια, τότε ήταν δύσβατος χωματόδρομος όλο κοτρόνες και βράχια, προσελκύει αρκετούς κολυμβητές. Μέχρι το τοπικό λεωφορείο κατεβαίνει στο μεγάλο πλάτωμα, όπου υπάρχει καντίνα για δροσερό νερό, καφέ ή αναψυκτικά. Στον μικρό ορμίσκο υπάρχει δυνατότητα να ‘’δέσουν’’ ψαροκάικα και μικρότερες βάρκες, ενώ διαθέτει μια μικρούλα παραλία, ίσα – ίσα για να προχωρήσει ο κολυμβητής ‘’στα βαθιά’’, όμως σε όσους αρέσουν οι βουτιές, αυτό είναι ίσως το καταλληλότερο σημείο, μια που τα μεγάλα βράχια – πλάκες φτάνουν μέχρι πάνω από τη θάλασσα, δημιουργώντας έναν πρώτης τάξεως χώρο απ’ όπου η βουτιά ‘’με το κεφάλι’’ φαντάζει, και είναι, ελκυστική.
Λίγα μέτρα πιο κει, μετά τα βράχια – νησίδες, από το χρώμα και μόνο διακρίνεται το διαφορετικό, απότομο βάθος. Είναι σημαντικό να γνωρίζετε ότι στα ανοιχτά αυτής της περιοχής υπάρχει ο ‘’υποθαλάσσιος χάνδακας’’, βάθους 720μ., το περίφημο ρήγμα της Αμοργού(26), που πολλοί επιστήμονες το θεωρούν υπεύθυνο για το μεγάλο σεισμό που έγινε ξημερώματα (05:12’), της 9ης Ιουλίου 1956. Το μέγεθος των 7,5 Richter του πρώτου, ακολούθησε δεύτερος ισχυρός μετασεισμός (7R) ύστερα από 13 λεπτά. Αυτή η δραστηριότητα είχε αποτέλεσμα να δημιουργηθούν τεράστια, για τα δεδομένα του Αιγαίου, σεισμικά κύματα, που έπληξαν την Αμοργό, την Αστυπάλαια και τη Φολέγανδρο, το ύψος των οποίων έφτασε τα 20 - 25, 20, 10 μέτρα αντίστοιχα, ενώ έγιναν αισθητά στην Πάτμο (4μ.), Κάλυμνο (3,6μ.), Κρήτη (3μ.), και στην Τήνο (2,7μ.).Αυτά τα σεισμικά φαινόμενα είχαν σαν αποτέλεσμα εκτός απο πολλές ζημιές, τις ομαδικές μετοικήσεις και από την Αμοργό, αφού η ανομβρία που ακολούθησε, στέρεψε τα πηγάδια γιατί τα νερά ξεβουΐστικαν, τόσο, ώστε οι καλλιέργειες οδηγήθηκαν σταδιακά σε συρρίκνωση(27). Η τελευταία ‘’επίσκεψη’’ στο ρήγμα(28) για επιστημονικούς σκοπούς, έγινε στην πρωινή κατάδυση (11:40’) του βιολόγου Επαμεινώνδα Χρήστου την Παρασκευή 22 Απριλίου 2005, στα πλαίσια της έρευνας «Ναυτίλος 2005». Σε αυτήν, συμμετείχε πολυπληθής ομάδα επιστημόνων του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών [ΕΛΚΕΘΕ, πρόεδρος Δρ. Γιώργος Χρόνης], με τη βοήθεια του βαθυσκάφους «Θέτις» (κυβερνήτης Α. Μάλλιος), και αρχηγό αποστολής τον διευθυντή του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας Δρ. Ε. Παπαθανασίου.
Από τη Χώρα αρχίζουν όλοι οι επισκέπτες τη γνωριμία με το βόρειο τμήμα του νησιού, που περιλαμβάνει τους οικισμούς, Όρμος Αιγιάλης, Άνω και Κάτω Ποταμός, Θολάρια, Λαγκάδα και το συνοικισμό της Στρούμπο. Αυτό το τμήμα λόγω της εξαιρετικά πλούσια βιοποικιλότητας έχει ενταχθεί στο δίκτυο Natura (Φύση) 2000, μαζί με τα νησιά Κίναρος, Λέβιθα, και Μαύρα με κωδικό GR 4220012. Εκατό μέτρα όμως από τον χώρο στάθμευσης της Χώρας, προς την «Απάνω Μεριά», αριστερά σας, θα δείτε τη διακριτική σήμανση (μικρή άσπρη / κόκκινη πινακίδα) του πεζοπορικού μονοπατιού Νο2 με την ονομασία(29) ‘’Φωτοδότης’’, που περνά από τον παλιό ανεμόμυλο και συνεχίζει κατηφορικά προς τις Μηλιές, μια τοποθεσία με νερό και παλιά αγροκτήματα. Λίγο πιο κάτω υπάρχει το παλιό λιθόστρωτο που ακολουθώντας το, σας φέρνει στην εκκλησία της Αγίας Ειρήνης, το Πέρα Ραχίδι, φτάνοντας στον οικισμό Ξυλοκερατίδι, και τις παραλίες του, δίπλα από τα Κατάπολα.
Μια πολύ ωραία πεζοπορία, όχι πάνω από μια ώρα (ω στο εξής). που σε συνδυασμό με τη διαδρομή Νο7 σχηματίζει μια ευχάριστη κυκλική πορεία(30), που καταλήγει πάλι στη Χώρα σε 2ω. Ακολουθώντας τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο για την Αιγιάλη, καθώς ανεβαίνετε όλο ψηλότερα τη ράχη του βουνού Προφήτη Ηλία, βλέπετε πολύ ωραίες εικόνες της Χώρας, σε μια διαδρομή που το μεγαλύτερο μέρος της είναι αρκετά ψηλότερα από τις ακτές δίνοντας την ευκαιρία να θαυμάσετε την πανοραμική θέα, που πολλές φορές φτάνει μέχρι τη Δονούσα και τη Νάξο, ενώ σε καθαρό ορίζοντα ο χώρος κλείνεται εντελώς από νησιά. Σε λίγα χλμ. κοντά στο δρόμο, και αριστερά, στη ράχη παλιών καλλιεργήσιμων χωραφιών σε αναβαθμίδες είναι η τοποθεσία Ρίχτι όπου στέκουν τα λείψανα ενός, από τους πολλούς αρχαίους πύργους, που υπάρχουν στο νησί, (εικοσιτρείς έως το 1999(31)). Στην ευρύτερη περιοχή της Αιγιάλης έχουν εντοπιστεί κατάλοιπα δέκα πύργων, ορθογώνιου και κυκλικού σχήματος, οι περισσότεροι σε απόμερες τοποθεσίες άλλοι κοντά σε ξωκλήσια, άλλοι μετασκευασμένοι ή ενσωματωμένοι σε κτήρια αγροτικής χρήσης. Τα λίγα κατάλοιπα και η απουσία συστηματικής έρευνας εμποδίζουν την εξαγωγή συμπερασμάτων για την αρχιτεκτονική τους μορφή(32)).
Κατηφορίζοντας, ολοένα πλησιάζετε δίπλα στη θάλασσα, ενώ η Νικουριά, με τον όγκο της (2,755 τ.χ., 345 μ. υψ.) και το γειτονικό μικρότερο Γραμπονήσι ή Άτιμο, (0,162 τ.χ., 84 μ. υψ.) πλημμυρίζουν το οπτικό σας πεδίο. Όσο άγρια φαίνεται τους χειμωνιάτικους μήνες με τους βοριάδες να σηκώνουν πελώρια κύματα ροκανίζοντας τα βράχια, τόσο ήρεμη είναι το καλοκαίρι, που κατακλύζεται από σκάφη και φουσκωτά. Μάλιστα, θεωρείται ένα από τα ωραιότερα αγκυροβόλια, μαζί με αυτό του δίαυλου της Αντιπάρου, στο Δεσποτικό, αν και είναι πιο ‘’ανοιχτή’’ στον καιρό και έχει πολλά αβαθή. Λίγο πιο κάτω είναι η δστ., που οδηγεί στη μοναδικής ομορφιάς παραλία Αγίου Παύλου, μια ολόλευκη πολυφωτογραφημένη λωρίδα γης που ‘’βουλιάζει’’ δειλά – δειλά μέσα στην πρασινογάλαζη θάλασσα. Είναι το σημείο που πλησιάζει περισσότερο τη γειτονική Νικουριά, (στα νότια παράλιά της υπάρχουν υπολείμματα ναυαγίου) και το βραχώδες Στενό Κακοπέρατο, που μόνο το όνομά του, λέει πολλά για τα στοιχειά της θάλασσας.
Η σπάνια αυτή περιοχή κατακλύζεται το καλοκαίρι από δεκάδες κολυμβητές, που βρίσκουν εδώ το ιδανικό καταφύγιο για τις βουτιές τους. Στο χώρο υπάρχει ταβερνάκι – καφενείο ενώ όσοι επιθυμούν κάτι πρωτόγνωρο, επιβιβάζονται στο καΐκι που καθημερινά κάνει τη διαδρομή και περνούν απέναντι, στη μεγάλη αμμουδιά της Νικουριάς, λίγο μακρύτερα από το εκκλησάκι της Παναγιάς. Με μικρή πεζοπορία σε αυτό τον υπέροχο τόπο θα βρεθείτε στην ευρύτερη περιοχή του Αγίου Παύλου, όπου έχουν εντοπιστεί αρκετές νέες κυκλαδικές θέσεις που ανάγονται στην 3η π. Χ. χιλιετία, με λείψανα οικιστικών εγκαταστάσεων, κατάλοιπα κατοικιών, ορατά λείψανα κυκλαδικών τάφων, καθώς και αρκετά πήλινα αντικείμενα(31), (κτερίσματα) προσφορές στους νεκρούς, που φυλάσσονται στην αρχαιολογική συλλογή Αμοργού, στη Χώρα.
Λίγα παραλιακά χλμ., απομένουν για να έρθετε στον Όρμο της Αιγιάλης, η Γιάλη των ντόπιων, και τον ομώνυμο οικισμό, δεκαπέντε συνολικά χλμ., από τη Χώρα. Όλη η περιοχή που περάσατε (Άγιος Παύλος, νήσος Νικουριά), αλλά και αυτή που πηγαίνετε, έχουν περάσει με άριστα (όπως κάθε χρόνο), τις εξετάσεις του προγράμματος «Καθαρές Θάλασσες και Ακτές 2005 – 2006» που διευθύνεται από το ΥΠΕΧΩΔΕ και αφορά τη καθαρότητα και την ποιότητα της θάλασσας και των ακτών. Λίγο πριν μπείτε στην Γιάλη, ο δρόμος οδηγεί προς τον Άνω Ποταμό (100 μ. υψ.), ένα χωριό χτισμένο στις πλαγιές της Σελλάδας (597 μ. υψ.), με ζηλευτά παλιά μονόπατα, δίπατα σπίτια, ασβεστωμένες αυλές, όμορφη αρχιτεκτονική, και ένα μοναδικό μπαλκόνι με άπλετη θέα που απλώνεται σ’ ολόκληρο το τοπίο, τις αμμώδεις παραλίες η μεγαλύτερη εκ των οποίων διαγράφει ένα μεγάλο τόξο, μέχρι ψηλά στον ολόλευκο οικισμό Θολάρια. Υπάρχει μονοπάτι και δρόμος που κατεβαίνει στον Κάτω Ποταμό,την εκκλησία της Ανάληψης και από εκεί στον Όρμο.
Το μεγάλο άνοιγμα του όρμου δεν ευνοούσε, όσο δεν υπήρχαν τα τεχνικά μέσα, τη δημιουργία λιμανιού γιατί ήταν τρομερά ευάλωτος στους βόρειους ανέμους. Μόλις το επέτρεψε η τεχνολογία έγινε το λιμάνι που σήμερα βλέπουμε. Ουδέν καλόν, αμιγές κακού, που λένε. Όταν κάποιος έχει περπατήσει και γνωρίσει τη Χώρα ή έστω, τα Κατάπολα, του κάνει τρομερή εντύπωση ο διαφορετικός προσανατολισμός και η ριζικά αντίθετη προοπτική που έδωσαν οι κάτοικοι του Όρμου της Αιγιάλης στον τόπο τους. Δυστυχώς δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες. Όλοι σκέπτονται με σοβαρότητα τον πολεοδομικό σχεδιασμό ενός εκτεταμένου χώρου με τρόπο τέτοιο που, θεωρητικά τουλάχιστον, να καλύπτει ανάγκες σε μακρινό ορίζοντα. Η αρχιτεκτονική πάλι προσπαθεί να δώσει σχέδια που να αναδεικνύουν, στην περίπτωσή μας, τη νησιώτικη αρχιτεκτονική φυσιογνωμία. Εδώ, φαίνεται ότι δεν ισχύει τίποτα από αυτά, αναδεικνύοντας το γεγονός, ότι η σκέψη και ο σχεδιασμός είναι αποστασιοποιημένος από την πρακτική και την υλοποίηση. Δεν είχαμε τη τύχη να την αντικρίσουμε τις περασμένες δεκαετίες, αλλά οι μαρτυρίες των επισκεπτών και των ντόπιων που έτυχε να γνωρίσουμε αναφέρονται σε έναν γραφικό όρμο με μικρά σπιτάκια, όμορφους κήπους, καλλιέργειες, σε μια μεγάλη κατάφυτη με ελιές και εύφορα περιβόλια, κοιλάδα που αναδείκνυε το αγροτικό τοπίο. Η αίσθηση που αποκομίζει όποιος για λίγο περπατά σ’ αυτή τη μικρή κωμόπολη μοιάζει με όλες τις αισθήσεις που μας κυριεύουν όταν βαδίζουμε σε μια κακοχτισμένη συνοικία· δυστυχώς σήμερα αυτό το συνονθύλευμα απόψεων και αρχιτεκτονικής δεν έχει σχέση με τον γραφικό οικισμό που αγάπησαν οι ποιητές μας και οι χιλιάδες επισκέπτες που πέρασαν από εδώ.
Παρήγορο είναι ότι ο μεγαλύτερος ελαιώνας της Αμοργού, που καλύπτει σχεδόν ολόκληρη την κοιλάδα, παραμένει έξω από την ψευδέστατη, με τον τρόπο που υλοποιείται, ‘’ολοκληρωμένη ανάπτυξη της υπαίθρου’’. Οι φιλόπονοι επισκέπτες, εφ’ όσον αγαπούν τη δράση, μπορούν να περπατήσουν σε όσα παλιά μονοπάτια σώζονται από την ασφάλτινη επέλαση. Ένα από αυτά, το Νο4 με την ονομασία(32) ‘’Μελανία’’, ξεκινά λίγο πριν τον Κάτω Ποταμό (υπάρχει μεγάλη ξύλινη πινακίδα), διασταυρώνεται για λίγο με τον κεντρικό (η δεύτερη είσοδος για το μονοπάτι) και συνεχίζει μέσω ενός καλοφτιαγμένου λιθόστρωτου προς την τοποθεσία ‘’Μυρίζοντας’’, εισέρχεται για λίγο στη Λαγκάδα, (40’ μέχρι εδώ, καλό είναι να πεταχτείτε στην πλατεία για δροσερό νερό), περνά το σημερινό ξεροπόταμο του Αρακλού, τον παραδοσιακό οικισμό του Στρούμπου που καταπραΰνει ότι άσχημο έχετε αντικρίσει, και αφού κάνει έναν μεγάλο περιπετειώδη κύκλο, φτάνει στα Θολάρια, κατηφορίζει μέσω Λευκών, για να καταλήξει στους Αγίους Θεοδώρους και τη ‘’Φωκιότρυπα’’,στην ακρότατη, σχετικά ήσυχη γωνιά της μεγάλης τοξοειδούς παραλίας της Αιγιάλης, που σε εκείνο το σημείο, ονομάζεται παραλία Θολαρίων, (2 – 3ω).
Παρ’ ό,τι παραμένει ο δεύτερος πόλος έλξης των επισκεπτών του νησιού, παρακινήστε τη συντροφιά σας και συντονιστείτε για τη γνωριμία με έναν από τους ωραιότερους προορισμούς της Αμοργού, την Λαγκάδα (προ του 1991 Αιγιάλη· προ του 1940 και Λαγκάδα, στα 200 μ. υψ.), που σε +/- 4 χλμ. φτάνετε στον ευρύχωρο χώρο στάθμευσής της. Καλό σημείο συνάντησης και ανασυγκρότησης της παρέας είναι στον παράλληλο δρόμο όπου βρίσκεται η Λόζα, η κεντρική πλακοστρωμένη πλατεία, η αγορά του χωριού, κέντρο συνάντησης των κατοίκων με τα καφενεδάκια, τα πολύχρωμα λουλούδια στο δρόμο και στα μπαλκόνια, το παντοπωλείο ‘’Ο Μπέμπης’’, το πάντα ανοιχτόκαρδο καφενείο – ταβέρνα ‘’η Λόζα’’, της κυρίας Αρτεμισίας, το πιο πλατύ χαμόγελο του χωριού. Μια μικρή βόλτα στα στενά δρομάκια με τα δεκάδες σκαλοπάτια, θα σας αποκαλύψει την ενοριακή εκκλησία της Λαγκάδας την Αγία Σοφία με τους δύο τρούλους, και δίπλα της την Παναγία Ακαθή, η Αϊβαλιώτισσα των ντόπιων. Συνεχίζοντας θα νοιώσετε όλες αυτές τις ξεχασμένες μυρωδιές που αποπνέει ένας αμόλυντος τόπος και συνάμα θα εκθέσει στη ματιά σας δεκάδες γωνιές, έναν κόσμο ολόκληρο απείραχτο από ‘’προοδευτικές’’ επεμβάσεις.
Η θέση της Λαγκάδας είναι προνομιακή, ψηλά στο βουνό, όχι ιδιαίτερα μακριά από τη θάλασσα, ενώ από το μεγαλύτερο τμήμα της υπάρχει οπτική επαφή με ολόκληρο τον όρμο της Αιγιάλης. Από την τρουτσούλα ειδικά, η θέα απλώνεται παντού, και φτάνει να ελέγχει ακόμα και τα μονοπάτια. Όμως αυτή η δυνατή θέση δεν στάθηκε δυνατόν να της εξασφαλίσει την ησυχία, και όπως σε όλο το νησί έτσι και εδώ έφτασαν άλλες φορές με δόλο, οι πειρατές. Από τις πιο καταστρεπτικές επιδρομές, που γνώρισε το νησί, ήταν εκείνη των Μανιατών, στις 14 Οκτωβρίου 1797 με αρχηγό τον καπετάν Σκατούλη (αναφέρεται ως Στεκούλης), που λεηλάτησε άγρια κυρίως τη Χώρα καταληστεύοντας τους κατοίκους. Όσα συνέβησαν τότε, τα γνωρίζουμε από ποίημα αγνώστου στιχουργού στο οποίο με θαυμάσια περιγραφή και λεπτομέρειες αναφέρονται όλα όσα έγιναν(33). Είναι μεγάλο, όμως χαρακτηριστικοί στίχοι που δείχνουν την έκταση της λεηλασίας, και της δεινής καταστροφής λένε:
Πουλιά μη κηλαδήσετε, τα δένδρα μην ανθήτε,
της Αμοργού την συμφοράν πολλά να λυπηθήτε,
οπού ποτέ δεν ήλπιζε δια να την πατήσουν
Μανιάταις, τ’ άνομα σκυλιά, και να την αφανίσουν.
Να πάρουσι τα ρούχα των, και τα σκεπάσματά των,
κι’ όλα των τα μαλάμματα, και τα παπλώματά των.
Η πεζοπορία θα σας φέρει αρκετά πιο χαμηλά από τη Λόζα, στο μόλις έξι τ.μ. εκκλησάκι της Αγίας Τριάδας πάνω στο βράχο του Κάστρου, στην τρουτσούλα της Λαγκάδας ανάμεσα απ’ το απόκρημνο και βαθύ φαράγγι, ομώνυμο του ποταμού Αρακλού, που παλιότερα κυλούσε εδώ τα πλούσια νερά του. Λίγο πιο κάτω συνεχίζει καλό λιθόστρωτο, που περνά την τοποθεσία ‘’Μυρίζοντας’’, ένας μεγάλος βράχος μέσα στη βλάστηση με μικρό ξύλινο σταυρό στην κορυφή, και καταλήγει κάτω, στον Όρμο.
Η παράδοση της Λαγκάδας λέει για τον ‘’Μυρίζοντα’’: «Πριν πολλά χρόνια, Ιούνιο μήνα, άντρες και γυναίκες θέριζαν στα «Καταφύδια», (σ.σ. το μεγάλο χωράφι στο κοιμητήριο της Λαγκάδας), και ενώ οι μεγάλοι ήταν απασχολημένοι, ένα μικρό παλικαράκι πήγε να αρμέξει τα λίγα κατσίκια της οικογένειας, ‘’τα μαρτίνικα’’. Καθώς γύριζε, άκουσε φωνές και πρόσεξε κάποιους άντρες να πλησιάζουν με προφύλαξη στο χωριό, τότε κατάλαβε ότι ήταν πειρατές. Φοβήθηκε, αλλά και νάτρεχε οι πειρατές θα το έβλεπαν και θα το έπιαναν. Κρύφτηκε τότε στον βράχο και με τη φλογέρα του, ‘’το λαβούτο’’, άρχισε να παίζει και να λέει τραγουδώντας: ‘’Κρυφτείτε καταφυδιανοί κι’ οι κλέφτες σας έπιασαν’’. Ακούγοντας οι κάτοικοι τον ήχο της φλογέρας και το τραγούδι, κατάλαβαν ότι κινδυνεύουν, έτρεξαν προς το Κάστρο της Αγ. Τριάδας και χτύπησαν τις καμπάνες. Ακούγοντας οι πειρατές όλη αυτή τη βοή κατάλαβαν ότι έγιναν αντιληπτοί, και αμέσως έψαξαν, βρήκαν το παιδί, που ακόμα κρυβόταν ανάμεσα στους βράχους, και το σκότωσαν». Από τότε, λέει η παράδοση, όποιος περνά από εκεί πρωί – πρωί, νοιώθει μια ευχάριστη μυρωδιά(34).
Η απότομη πλαγιά θα σας βγάλει στον κεντρικό δρόμο απ’ όπου φαίνεται, πάνω στην φυσική κοιλότητα του βράχου, η εκκλησία της Αγίας Τριάδας. Τα εξηνταπέντε σκαλοπάτια θα σας οδηγήσουν στο ναό άπ’ όπου η θέαση του οικισμού, της κοιλάδας της Αιγιάλης και μακρύτερα, στα Θολάρια, είναι ανυπέρβλητη. Αυτοί που αγαπούν την πεζοπορία και την περιπέτεια που αυτή προσφέρει, θα βρουν σε όλο το νησί, ιδιαίτερα όμως στην ευρύτερη περιοχή της Λαγκάδας, τον παράδεισό τους. Ένα από ωραιότερα θρησκευτικά μνημεία της Αμοργού, η εκκλησία του Αγίου Ιωάννου Θεολόγου,βρίσκεται σε μια μαγική τοποθεσία μόλις μία ώρα από εδώ. Το βουνό Κρούκελλος (823 μ. υψ.) σας κοιτά αγέρωχο προτρέποντάς σε μια πολύωρη γνωριμία μαζί του. Η πορεία ξεκινά λίγο μετά το χώρο στάθμευσης, απο ένα τσιμεντοστρωμένο δρομάκο με σκαλοπάτια που λίγο πιο κάτω, γίνεται λιθόστρωτο μονοπάτι, και σε κάποια στιγμή μια διχάλα του φεύγει δεξιά, προς τον προορισμό σας, (αριστερά πάει στην Παναγία Επανοχωριανή).
Το ανηφορικό μονοπάτι με τα διαμορφωμένα σκαλοπάτια, στριφογυρίζει ανάμεσα στις ξερολιθιές, περνά από τη ‘’Λάκκα’’, κάποτε κοίτη του Αρακλού, το «Καλογερικό», ένα τμήμα της διαδρομής με πλούσια και ψηλή βλάστηση που κρατά σωτήρια σκιά, χρήσιμη τους καλοκαιρινούς μήνες, μέχρι που βγαίνει στο μεγάλο οροπέδιο όπου ακολουθεί ευθεία πορεία φτάνοντας στο αχρονολόγητο εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας, με την εξωτερική οξυκόρυφη θολωτή δεξαμενή. Το νερό της είναι ακόμα χρήσιμο στους λιγοστούς κτηνοτρόφους της περιοχής (στους πεζοπόρους επίσης) που κρατούν εδώ αρκετά κατσίκια και γίδια τα οποία κάνουν αισθητή τη παρουσία τους με συνεχή κουδουνίσματα, ταράσσοντας με ήπιους τόνους την ησυχία της κοιλάδας. Η πρώτη οπτική επαφή με την εκκλησία του Θεολόγου ενθουσιάζει τους περιηγούμενους κάνοντας την προσέγγισή πιο εύκολη, περνώντας κοντά από αρκετές παλιές αγροικίες, κατοικιές των ντόπιων, ονομασία που ξεχωρίζει το αγροτόσπιτο από το σπίτι στο χωριό, που τη συναντάμε και σε άλλα νησιά (π.χ. Πάρος με ονομασία κατ’κές), και αφορά μόνο τις αυτόνομες, αυτάρκεις αγροτικές εγκαταστάσεις. Η εγκατάλειψη αυτού του δύσβατου σήμερα τόπου που κάποτε έσφυζε από ζωή, η μοίρα των παρατημένων χωραφιών πραγματικά αποκαλύπτουν τον εντελώς διαφορετικό τρόπο ζωής των ντόπιων και της κάποτε ακμαίας ‘’μέσα πατρίδας’’. Τα ερειπωμένα στις μέρες μας κτίσματα φορτίζουν και προκαλούν τα συναισθήματα.
Σε λίγα λεπτά βρίσκεστε στη δστ. με τις μικρές λιθόχτιστες κατοικιές, μια εκ’ των οποίων, η ασπρισμένη, κατοικείται περιστασιακά από το Γιώργο Βασσάλο, ενώ δίπλα, στο παράσπιτο, θα δείτε κάποιες παλιές κυψέλες από μελίσσια. Ο Γιώργος είναι από τους λίγους κτηνοτρόφους και άριστος μελισσοκόμος που κάθεται εδώ την καλοκαιρινή περίοδο προσέχοντας και βοηθώντας το μοναστήρι, και τα μελίσσια του, πιθανόν να έχει και τα κλειδιά για να δείτε το εσωτερικό της εκκλησίας.
Προετοιμάστε την ψυχή σας για σπάνιες στιγμές, αφού όταν θα αντικρίσετε το μνημειακό συγκρότημα δεν θα είναι εύκολο να ανασύρετε κάτι παρόμοιο από τη μνήμη σας. Ανηφορίστε το φαρδύ μονοπάτι κι’ ανοίξτε την μεγάλη αυλόπορτα για να μπείτε στο πεντακάθαρο προαύλιο. Η τρίκλιτη βασιλική με τρούλο και καμαροσκέπαστη οροφή, αφιερωμένη στη μνήμη του Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου είναι μετόχι της Ι. Μονής Χοζοβιώτισσας. Ο περιφραγμένος χώρος γύρω από την κατάλευκη εκκλησία, τα βοηθητικά κτήρια, το μαγειρείο, τον φούρνο, και τους κοιτώνες, όλα μαζί, δημιουργούν μια οικεία αίσθηση. Η στιβαρότητα της κατασκευής τονίζεται ιδιαίτερα από τις δύο πλατιές αντηρίδες ή ‘’σκάρπες’’ στην νότια πλευρά, ενώ εντυπωσιάζουν οι πλάκες που εξέχουν από την ίδια όψη που πριν την ανακαίνιση, είχαν το ρόλο βάσης για τα πήλινα κιούγκια που οδηγούσαν το νερό στην δεξαμενή. Δυστυχώς καταστράφηκαν και σήμερα μοιάζουν περισσότερο με ‘’εφεύρημα’’ που έχει ρόλο ‘’σκαλοπατιών’’ που βοηθούν τους πιστούς να φτάνουν παντού για να ασπρίζουν κατά τη διάρκεια της ετήσιας συντήρησης, πράγμα που δεν ισχύει, γιατί από την άλλη πλευρά ανεβαίνει κανείς πανεύκολα. Στο βόρειο τμήμα του εφάπτεται με την μικρή ‘’Δουλωμένη’’ εκκλησία αφιερωμένη επίσης στον Άγιο Ιωάννη το Θεολόγο. Η παράδοση αναφέρει για αυτή την παράξενη ονομασία ότι κατά τη θεία λειτουργία ο Ιερέας άφησε την τελευταία του πνοή. Από τότε η εκκλησία παραμένει αλειτούργητη ‘’δουλωμένη’’, περιμένοντας τον ήχο της σάλπιγγας που θα ηχήσει με την Δευτέρα Παρουσία, τότε που ο Ιερέας θα αναστηθεί, για να ολοκληρώσει τη Θεία Λειτουργία(35).
Για την ανέγερση του ναού δεν υπάρχει καμία γραπτή ή προφορική μαρτυρία, που να προσδιορίζει με ακρίβεια τη χρονολογία ανέγερσης. Ο τύπος όμως της εκκλησίας, επιτρέπει να δεχθούμε, ότι η ανέγερση της πραγματοποιήθηκε μεταξύ του 7ου και 9ου αιώνα.(36). Άλλωστε, η συνέχιση της ακμής του αιγαιακού κόσμου ως το τέλος του 7ου αιώνα φαίνεται από το πλήθος των επισκοπών που υπάρχουν ακόμα και στα μικρότερα νησιά του Αιγαίου (Σάμος, Χίος, Κώς, Θήρα, Πάρος, Λέρος, Άνδρος, Τήνος, Μήλος, Αμοργός) που υπάγονται στη Μητρόπολη Ρόδου(37), επιτρέποντας να αποδεχθούμε την οικοδόμηση νέων εκκλησιών ακόμα και στην ταραγμένη περίοδο ανάμεσα στον 7ο και 9ο αι., σε δύσβατες, απομακρυσμένες περιοχές, όπως ο ναός του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου(38). Άλλο στοιχείο, με το οποίο προσδιορίζεται η περίοδος κατασκευής του ναού, έρχεται από την εποχή της Εικονομαχίας (726 – 843/867), που φαίνεται πως άγγιξε για καλά τα νησιά του Αιγαίου. Δεν είναι άλλο από τον μεγάλο, βυζαντινού σχήματος σταυρό, που είναι εντοιχισμένος στην Αψίδα του Αγίου Βήματος και που μέχρι πρόσφατα η ύπαρξή του ήταν άγνωστη, γιατί ήταν καλυμμένη με μεγάλη αγιογραφία της ‘’δέησης’’. Ο κεραυνός που έπεσε κατέστρεψε ένα τμήμα της, αποκάλυψε όμως την άνω αριστερή κεραία του Σταυρού, ο οποίος είναι κατασκευασμένος με οπτόπλινθους (συμπαγή, ψημένα τούβλα). Η ύπαρξή του καταδεικνύει τη χρονική περίοδο της Εικονομαχίας(39), τότε που είχε απαγορευθεί η προσκύνηση και η τοποθέτηση εικόνων στους ναούς(40). Δεν είναι η μόνη περίπτωση στην Αμοργό αφού έχουν αποκαλυφθεί ανεικονικές τοιχογραφίες (που συνδέονται με της Νάξου), στο αρχικό από τα τρία στρώματα του ναού της Ευαγγελίστριας κοντά στα Κατάπολα, ενώ πιθανή είναι η ύπαρξή τους σε άλλη εκκλησία του νησιού, όπου έγινε δοκιμαστική έρευνα για την αποκάλυψή(41) τους.
Πάνω και αριστερά της εισόδου υπάρχει αναμνηστική σκαλιστή σε μάρμαρο μεγαλογράμματη επιγραφή ανακαίνισης του μοναστηριού με ημερομηνία «1718». Ακολούθησαν άλλες δύο, το 1962 με δαπάνη της Λαγκαδιανής Μαργαρίτας Μ. Γέρτου, και η τελευταία μεταξύ των ετών ’91 – ’92 με πρωτοβουλία του προηγούμενου ηγουμένου της Μονής Χοζοβιώτισσας, π. Επιφάνιου Αρτέμη(42). Το εσωτερικό του ναού δεν έχει τοιχογραφίες άλλες εκτός του εσωτερικού του αγίου βήματος που και αυτές έχουν υποστεί μεγάλη καταστροφή, εντυπωσιάζει όμως λόγω της ωραίας θολωτής οροφής. Το Άγιο Βήμα χωρίζεται με ένα νεώτερο μαρμάρινο τέμπλο ενώ υπάρχουν ενδείξεις (σημεία στήριξης, σπασμένα μαρμάρινα κομμάτια, με εγχάρακτο σχέδιο παγωνιού), ότι και το παλιότερο ήταν μαρμάρινο. Κάτω από την τοιχογραφία των Ιεραρχών υπάρχει σύνθρονο, ένα σπουδαίο αρχιτεκτονικό μέλος που το συναντάμε συνήθως σε ναούς των πρώτων χριστιανικών χρόνων. Για τη σημασία του σύνθρονου ο Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων υπογραμμίζει ότι «είναι τύπος Δεσποτικού θρόνου, επάνω στο οποίο εκάθησε ο Χριστός, αφού προηγουμένως νίκησε τον κόσμο, με τη σταυρική θυσία του, αναστήθηκε, και στη συνέχεια αναλήφθηκε». Μέχρι σήμερα, τα σπουδαιότερα σύνθρονα είναι της Εκατονταπυλιανής στην Πάρο, και της αγίας Ειρήνης Κωνσταντινουπόλεως. Με την απλότητά της, επίσης εντυπωσιάζει, η Αγία Τράπεζα, που στηρίζεται σε δύο κίονες. Στην κορυφή του ενός τοποθετήθηκε αρχαϊκό κιονόκρανο ενώ στον άλλον μαρμάρινο τμήμα, λαξευμένο σε παραλληλεπίπεδο ορθογώνιο σχήμα. Πάνω τους στηρίζεται η πλάκα της Αγίας Τράπεζας.
Στον εξωτερικό χώρο παλιότερα υπήρχαν τα κελλιά των μοναχών και δύο φούρνοι. Με τις εργασίες επισκευής που έγιναν τη δεκαετία του ’90 φτιάχτηκε ο ένας φούρνος, (που μπορεί να ψήσει 45 κιλά ψωμί), ισοπεδώθηκαν όλα τα υπόλοιπα δίνοντας τη θέση τους στην μεγάλη πλακόστρωτη αυλή, ενώ λίγο πιο κάτω, μέσα στο μοναστηριακό κτήμα υπάρχει το μεγάλο πετράλωνο. Τη ματιά σας κερδίζουν οι μεγάλες τετράγωνες καπνοδόχοι που το καλλιτεχνικό πνεύμα και η μαεστρία του μάστορα τις έκανε αληθινό έργο τέχνης που το πάνω τμήμα τους αποτελείται από πιθάρια και στόμια αυτών, που ‘’χωνεύονται’’ μέσα στην κατασκευή. Η θέα από εδώ, αλλά και προς τα έξω μετά την περίφραξη, προς το ύψωμα που βρίσκεται η βάση για τις καμπάνες είναι πραγματικά προνομιακή. Ο επισκέπτης, αν μάλιστα το έχει προβλέψει, μπορεί να κάθεται με τις ώρες να την απολαμβάνει. Μπροστά σας ξεδιπλώνεται με δύναμη η μεγάλη και εντυπωσιακή μακρόστενη οροσειρά του όρους Κρούκελος ή Κρικέλα που οι διακλαδώσεις του απλώνονται απ’ άκρου εις άκρο σ’ ολόκληρο το νησί, και που όσο φτάνει η ματιά σας, διατρέχεται από ένα δαίδαλο ξερολιθιών που οριοθετούν τις ιδιοκτησίες, ενώ στο βάθος και ψηλότερα το βλέμμα αιχμαλωτίζεται από τους ανεμόμυλους, στη θέση «Μαχός», πάνω από τη Λαγκάδα. Αυτή η μεγάλη κοιλάδα αποτελούσε ζωτικό και εύφορο αγροτικό χώρο, για κάθε οικογένεια που είχε εδώ τα δικά της αμπέλια ενώ ξεχωριστά, έσπερναν στάρι, κριθάρι και ‘’σμιγό’’ ένα κράμα από σιτάρι και κριθάρι, ώστε αν κάτι στη χρονιά δεν πήγαινε καλά, να έβγαινε το ένα από τα δύο. Με λίγη τύχη και διαυγή ατμόσφαιρα φαίνεται η Πάτμος και το εκεί μοναστήρι του Θεολόγου.
Τα τελευταία δώδεκα χρόνια, με πρωτοβουλία της Ιεράς μονής Χοζοβιώτισσας το παλιό μετόχι ζωντανεύει δύο φορές το χρόνο, στις 8 Μαΐου (Ιωάννου του Ευαγγελιστού) και στις 26 Σεπτεμβρίου, ανήμερα της εορτής της Μεταστάσεως του Αγίου Ιωάννου και Ευαγγελιστού Θεολόγου. Εκείνη τη μέρα επισκέπτες που κάτι άκουσαν, πλήθος πιστών από όλο το νησί, αλλά και από τα γύρω χωριά με τα γαϊδουράκια τους, που σχηματίζουν μιαν ατέλειωτη θαρρείς σειρά, μαζεύονται στο μοναστήρι. Ακόμα μια εκδήλωση που ξυπνά κι’ αναμοχλεύει την παράδοση του τόπου, ξεκινά με τη θεία λειτουργία που τελεί ο ηγούμενος της Μονής Χοζοβιώτισσας π. Σπυρίδων. Οι επισκέπτες αυγατίζουν, εκεί προς το μεσημέρι που ακολουθεί το μεγάλο πανηγύρι σε ένα αγροτικό τοπίο που μετατρέπεται σε κατεξοχήν κοινωνικό χώρο και που ο κάθε νοικοκύρης έχει προβλέψει να κουβαλήσει για να προσφέρει στο κοινό τραπέζι, ότι συνήθως παράγει, άλλος κρέας, άλλος κρασί, λάδι, αλεύρι κ.ά.
Από τη Μονή μπορείτε να συνεχίσετε τη πεζοπορική διαδρομή ακριβώς στη δστ. που είναι η κατοικιά του Γιώργου Βασσάλου όπου ξεκινούν δύο μονοπάτια. Το ένα, αθέατο, πνιγμένο σε χαμηλή βλάστηση, οδηγεί στο επικίνδυνο πέρασμα που φιδογυρίζει και με κίνδυνο προσεγγίζει το Μεταλλείο Βωξίτη που βρίσκεται κάτω, στο ύψος της θάλασσας (να πείτε σε κάποιον ντόπιο ότι θέλετε να πάτε μέχρι εκεί, και να ακούσετε τη γνώμη του). Το κανονικό, εμφανές μονοπάτι συνεχίζει αριστερά από την δστ., περνά τα Καμπιά με πολλές ερειπωμένες αγροικίες, τον Ξύλινο Σταυρό και μετά από αρκετή ώρα γκρεμών και δύσκολων περασμάτων καταλήγει στον Πέρα Σταυρό (+ 1ω). Εκεί υπάρχει δεξαμενή νερού και το ομώνυμο κατάλευκο εκκλησάκι του Σταυρού με «μαγκιπειό» (μαγειριό), όπου κάθε χρόνο στις 14 Σεπτεμβρίου (του Τρυγητή) διοργανώνεται μεγάλο πανηγύρι, χωρίς όργανα(43).
Μέσα από αυτούς τους ξεχασμένους; κώδικες, οι αγρότες αποτιμούσαν τη συγκομιδή της χρονιάς και αναλόγως έπαιρναν ή όχι θάρρος για τη συνέχεια. Τότε βλέπετε δεν υπήρχε ο τουρισμός και η μόνη επένδυση που γινόταν ήταν ο μόχθος της καλλιέργειας των χωραφιών και η επίπονη βόσκηση των κοπαδιών. Σε όλη τη διάρκεια αυτής της μοναδικής, σπάνιας φυσικής ομορφιάς διαδρομή, τη ματιά σας κερδίζουν οι βαθείς συνεχόμενοι γκρεμοί ειδικά την ώρα που το σκαμμένο μονοπάτι στην απόκρημνη πλαγιά του Κρούκελου σκαρφαλώνει με επιμονή στους αποσαθρωμένους, από τη βροχή και τον αέρα, βράχους.
Κατηφορίζοντας προς τη Λαγκάδα και αντικρίζοντας από καλύτερη θέση τον επιβλητικό πετρώδη όγκο του Κρούκελου φαίνεται απίστευτο ότι κάποτε εδώ υπήρχε πυκνό δάσος. Να πως φτάνει ως τις μέρες μας η μαρτυρία του Αντ. Μηλιαράκη, του πρωτοπόρου μελετητή της Ιστορικής Γεωγραφίας των Κυκλάδων, και της τεκμηριωμένης ιστορίας της Αμοργού έως το 1884. «Όλον το ανατολικόν και το βόρειον τμήμα του Κρίκελα μέχρι θαλάσσης είναι ανεπιτήδειον προς καλλιέργειαν, επιτήδειον δε μόνον προς νομήν ζώων. Προ του 1835 το όρος τούτο εκάλυπτεν αρχαιότατον και πυκνότατον δάσος εκ δρυών, πρίνων, αγριοκυπαρίσσων (φειδών καλουμένων υπό των εγχωρίων), και ετέρων άγριων δένδρων εξ ου υλοτομείται και ναυπηγήσιμος ξυλεία. Αλλά το 1835 πυρκαϊά φοβερά κατέστρεψεν αυτό εντελώς, επι είκοσιν ημέρας του πυρός νεμομένου τα κατάφυτα και χλοερά πλευρά του όρους. Τα νυν είναι γυμνόν δένδρων, όπως και τα λοιπά όρη της νήσου, και οσημέραι απογυμνούται και αυτής της ολίγης εναπομεινάσης φυτικής γης(44)».
Η επιστροφή στο χωριό γίνεται σύντομα ενώ εντυπωσιάζει το γεγονός ότι στο κοντινό προσκύνημα της Παναγίας Επανοχωριανής συνυπάρχουν οι εκκλησίες του Αγ. Μάμμα, της Αγ. Φωτεινής, και λίγο πιο κάτω ο Αι Γιώργης και η Αγ. Κυριακή. Στον ευρύτερο χώρο γίνεται το μεγάλο πανηγύρι του δεκαπενταύγουστου και γιαυτό υπάρχουν κάποιες εγκαταστάσεις, όπως «μαγκιπειό» (μαγειρείο) αποθήκες γεμάτες με όλα τα χρειαζούμενα για την παναμοργιανή εκδήλωση. Πλησιάζοντας τη Λαγκάδα, έχετε ωραία οπτική επαφή με τον μέχρι πρόσφατα εγκαταλειμμένο συνοικισμό της, το Στρούμπο που είναι χτισμένος στην απέναντι πλευρά του φαραγγιού πάνω σ’ έναν απόκρημνο βράχο. Φαίνεται η εκκλησία του Αγ. Νικήτα και αρκετά από τα πετρόχτιστα γκρεμισμένα οικοδομήματα. Τα ασπρισμένα που ξεχωρίζουν, είν’ αυτά που τα τελευταία χρόνια αγοράστηκαν από ξένους, αλλοδαποί οι περισσότεροι, που ήρθαν, αγάπησαν τον τόπο, επισκεύασαν τα σπίτια και σιγά – σιγά αναβιώνουν τον παλιό οικισμό, προς το παρόν, μόνο το καλοκαίρι. Το μόνο που ακούς εκεί πάνω είναι κάποια μακρινά κουδουνίσματα που περιτριγυρίζουν το μεγαλειώδες τοπίο που χάρισε η φύση σε αυτό το χωριό. Το ανεξήγητο των δώδεκα σπιτιών και των δεκατριών φούρνων του, περιπαίζει το τετράστιχο: «Όλος ο κόσμος [αλλού αναφέρεται η Λαγκάδα] να καεί κι ο Στρούμπος ν’ απομείνει, γιατί είναι τα σπίτια δώδεκα και δεκατρείς οι φούρνοι», θυμίζοντας παραλλαγή της παράδοσης που επικρατεί στον Άγιο Αχίλλειο Πρεσπών Φλώρινας, που έχει δέκα σπίτια, ότι, αν χτιστεί ενδέκατο, κάποιο άλλο θα γκρεμιστεί.
Οι μεθυστικές μυρωδιές που βγαίνουν από την κουζίνα της κυρίας Αρτεμησίας στη Λόζα της Λαγκάδας θα σας κάνουν να αναλογιστείτε, όπως και εμείς, γιατί δεν ήρθατε να μείνετε κατ’ ευθείαν εδώ. Η σκιά που κρατά η αυλή, από τη θεόρατη φούξια μπουκαμβίλια προκαλεί μετά την πεζοπορία για στάση και ξεκούραση. Εκτός της γευστικής πανδαισίας των παραδοσιακών εδεσμάτων, του εξαιρετικά μυρωδάτου κόκκινου τοπικού κρασιού, διαθέτει και περιποιημένα καθαρά δωμάτια, ενώ ο Δημήτρης (ο γιος), πάντα πρόθυμος να δώσει πληροφορίες, για τις διαδρομές στην περιοχή. Οι ανεμόμυλοι που δεσπόζουν στη κορυφή του γυμνού ορεινού όγκου στον «Μαχό», και φαινόντουσαν από τον Θεολόγο πολύ μακριά, τώρα δεν απέχουν πάνω από μία ώρα, στα…πόδια σας εναπόκειται η γνωριμία μαζί τους. Προκαλούν με την παρουσία τους και για να τους φτάσετε στα 550 μ. υψ. του βουνού, υπάρχει πολύ καλό λιθόστρωτο μονοπάτι με κυκλική πορεία, που οδηγεί και στο εκκλησάκι του Γέρο Σταυρού, και σύντομα σας φέρνει στα απομεινάρια του δεύτερου σε μέγεθος συγκροτήματος ανεμόμυλων του νησιού, εκεί που στέκουν επτά πύργοι και οι βάσεις άλλων τριών. Έχουν χαμηλότερο ύψος από εκείνων της Χώρας, αλλά μεγαλύτερη διάμετρο, γεγονός που υποδεικνύει την ύπαρξη πιο ισχυρών ανέμων(45).
Πριν το πόλεμο εξυπηρετούσαν την εκτεταμένη και πλούσια παραγωγή της περιφέρειας Αιγιάλης, ενώ ο τελευταίος άλεθε μέχρι το 1974. Αυτά τα δείγματα της προβιομηχανικής εποχής θα έπρεπε να μην αφεθούν στη φθορά του χρόνου και των αέρηδων, έπρεπε με κάποιο τρόπο ή με πρόγραμμα της Ε.Ε. για την πολιτιστική κληρονομιά, να αναστηλωθούν και να προστατευτούν σαν κόρη οφθαλμού. Στην Κάρπαθο και τη Κρήτη τους πεταλόσχημους τους διατηρούν ακόμα εν λειτουργία! Γιατί όχι και εδώ, ή έστω, στη Χώρα; Η ευρύτερη περιοχή της Λαγκάδας πραγματικά αποκαλύπτει πίσω από τα βουνά της και μέσω των μονοπατιών της έναν μυστικό, αθέατο κόσμο, απείραχτο από επεμβάσεις πραγματικό στολίδι που αναβαθμίζει στα μάτια των περιηγητών την έννοια του χωριού σαν χώρο δράσης. Η γνωριμία με τον τόπο, οι δραστηριότητες, η φιλοξενία που επιφυλάσσουν οι κάτοικοι, αποτελούν σημείο αναφοράς για την έννοια του ταξιδιού και σαν τέτοια, θα σας μείνουν αξέχαστα.
Η μεγάλη αμμουδιά του Όρμου της Αιγιάλης, ιδανικός προορισμός για οικογένειες με πιτσιρίκια που αφήνονται ελεύθερα στην παραλία για ανέμελο παιχνίδι, διαθέτει όλες τις υποδομές που είναι απαραίτητες, προσφέροντας ώρες ξεγνοιασιάς στην καθαρή θάλασσα. Επίσης, θα συναντήσετε το ενημερωμένο πρακτορείο τύπου, της Άννας Νομικού, που, εκτός από τον τύπο, θα βρείτε και τον οδικό – πεζοπορικό χάρτη του νησιού, την έκδοση της Ανάβασης, που είναι ότι πιο αξιόπιστο υπάρχει για την περιήγησή σας. Το σύνδρομο της ανάπτυξης είναι περισσότερο εμφανές και φανταχτερό από αλλού και αν η νυχτερινή διασκέδαση είναι ζητούμενο, τότε εδώ, θα βρείτε καταστήματα για όλα τα γούστα. Προς το ακραίο σημείο της παραλίας, στο ‘’Λακκί’’, στο ύψος του κάμπινγκ και εμπρός από τη μεγάλη αμμουδιά, είναι η θέση ‘’Δερίβα’’όπου σώζονται λιθόχτιστα τμήματα οικοδομημάτων ρωμαϊκών χρόνων, πιθανά λιμενικών εγκαταστάσεων ή καταστημάτων(46). Λίγο μετά τη ‘’Φωκιότρυπα’’ θα συναντήσετε διαδοχικά τις σχετικά άγνωστες, και γιαυτό γαλήνιες παραλίες Λεβροσού, Ψιλή Άμμο, Χόχλακα,που χρόνια τώρα τις ‘’ανακαλύπτουν’’ όλες τις ρομαντικές ψυχές και οι πεζοπόροι, μια που η πρόσβαση είναι μόνο με τα πόδια από φανερό μονοπάτι.
Από το κάμπινγκ, η απόσταση μέχρι τα Θολάρια είναι 2,5 χλμ. Όσο ανεβαίνετε στον ανηφορικό δρόμο, τόσο η θέα μεγαλώνει μέχρι που φτάνετε στο διάσελο του βουνού Κουτουλός (433 μ. υψ.) που η θέα επιβάλλεται στη ματιά σας, αγκαλιάζοντας ολόκληρο τον πανέμορφο Όρμο, τη Λαγκάδα και τα περίχωρά της, φτάνοντας μέχρι τις πλαγιές της Σελλάδας, εκεί που βρίσκονται ο Άνω και ο Κάτω Ποταμός. Εδώ, είναι χτισμένα τα Θολάρια (220 μ. υψ.), ένας αληθινός βιγλάτορας, που εντυπωσιάζει με τα ολόλευκα ασβεστωμένα σπίτια του και τη πυκνή δόμηση. Τα δεκάδες στενά δρομάκια περιτριγυρίζουν και διασχίζουν τον οικισμό, ενώ είναι βέβαιο ότι θα μπερδευτείτε ανάμεσά τους όταν τα περπατήσετε. Η καλύτερη λύση είναι να αφήσετε τη μοτοσυκλέτα στην είσοδο του χωριού και να περπατήσετε. Δίπλα από χώρο στάθμευσης, περνά το καλοφτιαγμένο λιθόστρωτο, που έρχεται από τη Λαγκάδα, στη διαδρομή Νο4 με την ονομασία ‘’Μελανία’’ που περιγράψαμε πιο πάνω, περνά από την παλιά πετρόχτιστη πηγή, με πηγάδι στις Λεύκες και καταλήγει κάτω, στην παραλία της ‘’Φωκιότρυπας’’. Για ανθρώπους που αναζητούν ησυχαστήρια και μοναχικά ακρογιάλια, πολύ καλό μονοπάτι οδηγεί στον όρμο της Μικρής Βλυχάδας και με δυσκολία, (κλείνουν οι στράτες των βοσκών) φτάνει και στη Μεγάλη Βλυχάδα,δύο παραλίες ιδανικές για μεγάλη παρέα, αν υπάρχουν και προμήθειες, ακόμα καλύτερα. Επίσης, αν δεν θέλετε να περπατήσετε ρωτήστε στον Όρμο για το καΐκι που την καλοκαιρινή περίοδο κάνει τη διαδρομή – εκδρομή.
Η εκκλησία των Αγίων Αναργύρων στα Θολάρια που ξεχώριζε από παντού, με τον θεόρατο μπλε τρούλο που φαίνεται απ’ τον Ποταμό, ακόμα κι’ απ’ τη Λαγκάδα με τα διπλά επιβλητικά κωδωνοστάσιά της είναι ένα πραγματικό στολίδι για το χωριό. Όλος ο πληθυσμός συμμετέχει στην μεγάλη γιορτή των Αγίων Αναργύρων (1η Ιουλίου), και ακόμα περισσότεροι μας προσκαλούν το Πάσχα, που λένε, θα μείνει για χρόνια χαραγμένη στη μνήμη μας, η κατάνυξη, οι μελωδικές ψαλμωδίες, οι προσφορές σε φαγητό και μυρωδάτο κρασί, αναφέρουν μάλιστα και μια συνήθεια, να ραίνουν την πομπή του επιταφίου με αρώματα. Η αποκαθήλωση αρχίζει στις 10:00 της Μεγάλης Παρασκευής και το μεσημέρι φιλεύουν τους επισκέπτες ψωμί, ελιές, χαλβά, και κόκκινο μυρωδάτο κρασί. Το απόγευμα βγαίνει ο επιτάφιος και η πομπή περνάει από τα στενά δρομάκια του χωριού κάνοντας έναν μεγάλο κύκλο. Οι κάτοικοι απ’ έξω ραίνουν τους περαστικούς με αρώματα – κολόνιες. Το Μέγα Σάββατο τα βεγγαλικά, οι πολύχρωμες φωτοβολίδες, κυρίως όμως τα κεριά, η ευλάβεια, η κατάνυξη και η περισυλλογή, δημιουργούν μια αξέχαστη εμπειρία, που για καιρό θα συνοδεύει τη μνήμη όσων επισκεφθούν το νησί.
Ο ναός για τον οποίο οι κάτοικοι είναι τόσο υπερήφανοι χτίστηκε πριν τον πόλεμο του 1940 με μελέτη και επίβλεψη μιας μεγάλης μορφής της Αμοργού, του αειμνήστου Γεωργίου Νομικού (1905 – 2003). Επιφανής ναοδόμος, με πατέρα ξυλογλύπτη εκκλησιαστικών έργων, απόφοιτος (1928), του τμήματος αρχιτεκτόνων του Ε.Μ.Π., εργάστηκε στην υπηρεσία αναστηλώσεως και εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής του Υπουργείου Παιδείας υπό τους Κουντουριώτη και Ορλάνδο, ασχολούμενος με την επίβλεψη αναστηλωτικών εργασιών στο Άγιο Όρος και το Μυστρά. Το σύνολο των νέων ναών που μελέτησε και επόπτευε υπερβαίνει τους 115, ενώ, αν προστεθούν και εκείνοι για τους οποίους συνέταξε μελέτες αναστήλωσης, αποπεράτωσης κ.λπ., ξεπερνούν τους 240. Σπουδαία έργα κατά τη γνώμη του, στην Αμοργό, είναι οι Άγιοι Ανάργυροι στα Θολάρια και ο Άγιος Ονούφριος στην Αρκεσίνη(47). Δεινός μοτοσυκλετιστής, απο την δεκαετία του 1930, χρησιμοποιούσε στις συχνές μετακινήσεις του για την επόπτευση της κατασκευής των ναών μια μοτοσυκλέτα ARIEL.
Δίπλα από την εκκλησιά βρίσκεται το καφενείο – παντοπωλείο η ‘’Καλή Καρδιά’’, του Μιχάλη (Μιχαλιό) Οικονομίδη. Να δείτε αυτό το ζωντανό μουσείο, με τη μοναδική αισθητική από ζωγραφιστές κολοκύθες και διαρρύθμιση που παραπέμπει σε κατάστημα της δεκαετίας του ’60 και ίσως πιο πίσω. Είναι από αυτές τις αξιαγάπητες γωνιές που, όσο περνάει ο καιρός τόσο λείπουν από την καθημερινότητα, δίνοντας τη θέση τους σε πιο ‘’εμπορικές χρήσεις’’. Δοκιμάστε σπιτικό γλυκό του κουταλιού, ρακόμελο και ‘’ψημένη’’ ρακή, που αναδύουν ένα ξεχασμένο προ πολλού, φυσικό άρωμα. Από το ανοιχτό παράθυρο του καταστήματος φαίνεται η αρχαία Αιγιάλη. Η πρόσβαση είναι εύκολη, εφ’ όσον απομνημονεύσετε την τοποθεσία και το λόφο. Λίγο πριν το χώρο στάθμευσης (όπως έρχεστε από Όρμο), υπάρχει σήμανση που σας οδηγεί στον αφύλαχτο αρχαιολογικό χώρο. Η δεύτερη πινακίδα στην δστ. (+/- 500μ.) έχει πέσει, αλλά το στενό μονοπατάκι δεξιά σας, φαίνεται χαρακτηριστικά όπως και η ξερολιθιά.
Σε ελάχιστα λεπτά θα φτάσετε το λόφο, πολύ κοντά από τη φυσικά οχυρή θέση Βίγλα, άλλοτε Παλαιόκαστρον(48)ή Παλιόκαστρο όπου βρίσκεται η αρχαία Αιγιάλη, μια από τις τρεις αρχαίες πόλεις του νησιού. Το όνομά της έζησε παραφθαρμένο ως Γιάλη και εκτός του ελληνιστικού οχυρωτικού τείχους, σώζει σημαντικά οικοδομικά λείψανα μέσα σε χωράφια και βοσκοτόπια, καθώς και επιγραφές χαραγμένες στους βράχους, που πιστοποιούν πως ο παλαιότερος οικισμός βρίσκεται στην ίδια θέση όπου αναπτύχθηκε η ομώνυμη πόλη από την αρχαϊκή περίοδο έως και την Ρωμαιοκρατία(49). Τα αναφερόμενα στις επιγραφές οικοδομήματα της πόλης όπως το Αγορανόμιον, το Αρχείον, τα ιερά κ.ά., παραμένουν άγνωστα, μόνο υποψίες για τη θέση του Θεάτρου και του Γυμνασίου υπάρχουν(50). Στην ανασύνθεση της ιστορίας, του πολιτεύματος του καθημερινού και του θρησκευτικού βίου της από τους ελληνιστικούς χρόνους (3ος αι. π. Χ.) έως τον 4ο αι. π. Χ., βοηθούν οι επιγραφές, τα νομίσματα, κυρίως χάλκινα, που έκοψε η πόλη κατά τον 3ο και 2ο αι. π. Χ., οι πύργοι και άλλα κινητά ευρήματα(51).
Η έκπληξη για τους φυσιολάτρες έρχεται όταν γυρίσετε στη δστ. και αντί να επιστρέψετε στα Θολάρια πάτε δεξιά με κατεύθυνση το τελευταίο σπίτι στην άκρη του χωριού. Ο χωματόδρομος στρίβει δεξιά, προσπερνά το σπίτι αριστερά σας, στενεύει και σταματά εμπρός από στενό μονοπάτι. Ελαφρύ, χωρίς φορτίο enduro μπορεί να συνεχίσει (έχει σκαλάκια σε βράχο πιο κάτω), αλλά το καλύτερο, ως συνήθως, είναι η πεζοπορία. Δεξιά στην κορυφή του λόφου Γιστέρνες (288 μ. υψ.) στέκει ο ανεμόμυλος, η συνέχεια όμως της διαδρομής κατά μήκος της ξερολιθιάς σας φέρνει σε ένα εξαιρετικό τοπίο. Σε +/-300 μ. αριστερά σας είναι δυο λιθόχτιστοι στάβλοι, περάστε πάνω από το χαμηλό φράχτη και θα βγείτε μέσα στο μαντρί (με πρόβατα), όπου δεξιά σας πετράλωνο αυθεντικό, που πιθανόν χρησιμοποιείται ακόμα. Ξενίζουν λίγο τα κόκκινα βράχια και οι λαμπερές κόκκινες πέτρες, όμως, όταν προχωρήσετε πιο κάτω στο πέτρινο μονοπάτι, θα δείτε τον Όρμο της Αιγιάλης, και τον Ποταμό, όπως δύσκολα θα τον δείτε απ’ αλλού. Η διαδρομή από το κεντρικό μονοπάτι βγάζει στο εκκλησάκι του Άι Γιάννη του Χρυσόστομου και στη συνέχεια στο ακρωτήριο Πούντα με το φάρο. Από το φάρο μπορείτε να επιστρέψετε σε αχνό μονοπάτι προς τις παραλίες Χόχλακα, Ψιλή Άμμος, κ.λπ., μέχρι τη Φωκιότρυπα και τον Όρμο.
Στα Θολάρια οι γυναίκες είναι ακόμα στο δρόμο, ζωγραφίζοντας με τον ασβέστη γεωμετρικά σχέδια, λουλούδια, που κάνουν στο σύνολό του τον οικισμό ακόμα πιο ευχάριστο. Ρωτήστε για το παραδοσιακό ελαιοτριβείο, μπορεί να είστε πιο τυχεροί από εμάς και να δουλεύει, έστω και αν αντί ελιές, να στύβει σταφύλια, που δίνουν αυτό το θεσπέσιο αρωματικό κρασί. Για το παλιό σιδηρουργείο του 1861 του μπάρμπα Ηλία Πρέκα μην ρωτάτε, έκλεισε, μια για πάντα, εξαφανίζοντας άλλο ένα παραδοσιακό επάγγελμα. Το τέλος της περιήγησης στο χωριό, καλό είναι να σας βρει στο ‘’Θαλασσινό Όνειρο’’, που η κυρία Σοφία κι’ ο Γιάννης Βεκρής βάζουν καθημερινά το μεράκι και την τέχνη τους στο ψητό κατσικάκι, την παραδοσιακή φάβα ή το απλούστερο, μεζέ και σπέσιαλ ρακόμελο, που ακούγεται δυνατό σαν ποτό αλλά δεν είναι, μάλλον προς το γλυκόπιοτο φέρνει. Δοκιμάστε το κρύο αλλά και ζεστό (ρακί βρασμένο με μέλι στο μπρίκι), με την έντονη μυρωδιά από το γαρύφαλλο.
Αλήθεια είναι, ότι η ρομαντική «Απάνω Μεριά», μοιράζει απλόχερα έντονες συγκινήσεις που ξυπνούν και αγγίζουν τα συναισθήματα όλων των φυσιολατρών επισκεπτών. Θες είναι οι άνθρωποι, η φύση, (στην περιοχή βρίσκονται περισσότερα από εκατό είδη φαρμακευτικών φυτών – βοτάνων), τα μνημεία ή οι παραλίες, φεύγοντας, απ’ αυτόν τον τόπο, αισθάνεσαι πιο ‘’γεμάτος’’ από εμπειρίες, πιο γνωστικός. Τον πλούσιο φυσικό κόσμο που περιτριγυρίζει αυτή τη μεριά του νησιού κάτι σε ωθεί να μην τον εγκαταλείψεις ακόμα. Καλό είναι να δείτε ένα από τα λίγα παλιά χωριά της νήσου που διατηρεί ως τις μέρες μας το άρωμα του παλιού και σαν μούσα μαγεύει, αναμοχλεύοντας το παρελθόν, ξεσηκώνοντας τα συναισθήματα.
Από την έξοδο της Γιάλης +/- 5,8 χλμ., υπάρχει ένας χωματόδρομος αριστερά σας, που σε δύο χλμ. σας φέρνει στον Ασφοντηλίτη,ένα ξεχασμένο αγροτικό χωριό που όμοιο του, δύσκολα θα βρείτε σε άλλο νησί του Αιγαίου. Από τη στιγμή που φεύγετε από τον κεντρικό δρόμο αρχίζοντας να ανηφορίζετε προς τον προορισμό σας, αριστερά σας συνοδεύει μέχρι ψηλά το ρέμα ‘’Ρουδά’’. Το καθαρά ορεινό αγριωπό τοπίο σε συνδυασμό με την όλο πέτρα και βράχια, που επικρέμονται στη διαδρομή μέχρι το χωριό, μπορεί και να σας κάνουν να ανατριχιάσετε, ειδικά όταν ταξιδεύετε μόνοι. Ο δρόμος ανοίχτηκε πριν τρία χρόνια και σταματά λίγο πιο κάτω από το Άγιο Νικόλαο και Άγιο Γεώργιο, το διπλό εκκλησάκι του χωριού, που απ’ ό,τι φαίνεται από τα οικοδομικά υλικά που βρίσκονται στον περιβάλλοντα χώρο, το επισκευάζουν και τ’ ασπρίζουν. Η θέση του χωριού αθέατη, πρέπει να είναι από τις παλιότερες αυτόνομες αγροτικές εγκαταστάσεις στην Αμοργό, αν κρίνουμε από τα πολλά σπίτια, (τα περισσότερα είναι ήδη λιθοσωροί), τα πηγάδια (ρωτήσαμε και το νερό τους είναι πόσιμο), και τις πανύψηλες ξερολιθιές που κατά κάποιο τρόπο τα προφυλάσσουν από τους αέρηδες. «Το ορεινό χωριό που γευματίσαμε είχε το μακρόσυρτο όνομα Ασφοντυλίτης. Είναι κτηνοτροφικό χωριό του τυροκομούν κι αποτελείται από χαμόσπιτα. Το σπίτι που καταλύσαμε ήταν γεμάτο με τυριά που στέγνωναν σε καλάμια, κρεμασμένα στους τοίχους με τρόπο ώστε να σχηματίζουν ράφια, που τα ονόμαζαν «Καλαμάκια». Σ’ αυτό το χωριό οι ηλικιωμένοι άντρες φοράνε μια αρχαία ενδυμασία, που αποτελείται από ένα περίεργο γιλέκο, μια κόκκινη σκούφια κι ένα πλεκτό κάλυμμα που κρέμεται από την μια πλευρά και το φτιάχνουν οι γυναίκες τους στο σπίτι, κλώθοντας το υλικό και βάφοντας το με ένα είδος βατόμουρου που βρίσκουν στους λόφους(52)». Έτσι περίγραψε τον Ασφοντηλίτη και τους κατοίκους του ο Άγγλος περιηγητής και αρχαιολόγος Τζέημς Μπέντ (James T. Bent) όταν ήρθε εδώ το 1884 για την μεγάλη γιορτή της Αμοργού, το Πάσχα. Ένα χρόνο αργότερα έγραψε το βιβλίο ‘’Οι Κυκλάδες, ή η ζωή με τους Έλληνες νησιώτες’’, όπου περιέγραφε τη ζωή στο ελάχιστα γνωστό στους περιηγητές της εποχής νησί.
Ο πολιτισμός των κωμοπόλεων είναι μακριά ενώ μια μικρή πεζοπορία θα φέρει στις αισθήσεις σας ξεχασμένους ήχους, μυρωδιές, και μια εκπληκτική θέαση του ανάγλυφου που κατηφορίζει προς τη θάλασσα, εκεί προς τον όρμο Σπαθί, στην άγρια και κάθετη πλευρά της Αμοργού. Η έντονη παρουσία της πέτρας στις κατασκευές και τα οικοδομήματα, και κάποια, λίγα, ασβεστωμένα σπίτια πνιγμένα στις τεράστιες φραγκοσυκιές κάνουν το τοπίο να φαντάζει εξωπραγματικό. Από την περιοχή περνά το μονοπάτι No1 ‘’Παλιά Στράτα’’ (υπάρχει σήμανση), που συνεχίζει από το ‘’Ξενοδοχειό’’ που αναφέραμε πριν, περνά τον Άγριλα έναν ακόμα εγκαταλειμμένο οικισμό, φτάνει εδώ, και λίγο πιο κάτω δρασκελίζει το διάσελο περνώντας έξω από το διάσπαρτο οικισμό της Όξω Μεριάς, με ανεμόμυλους, όπου ένα παρακλάδι του κατηφορίζει προς τα Χάλαρα, μια παρθένα ακτή (30’ η κάθοδος), ενώ το μονοπάτι συνεχίζει προς το διάσελο του Αγίου Μάμα κατηφορίζοντας πια προς τους Αγ. Πάντες, για να καταλήξει στο μπαλκόνι του Άνω Ποταμού. «Οι τρεις ανεμόμυλοι της Όξω Μεριάς θα πρέπει να εξυπηρετούσαν και την εκτεταμένη αγροτική περιφέρεια των Χαλάρων, που μαζί με την Ρίζα είναι οι μοναδικές μόνιμες οικιστικές εγκαταστάσεις σε όλη τη νοτιοανατολική παρειά του νησιού. Τα σχολιαρόπαιδα του Ασφοντηλίτη και της Όξω Μεριάς έκαναν περίπου μια ώρα να φτάσουν από εδώ στο μονοτάξιο σχολείο στον Ποταμό(53)». Από αυτή τη θαυμάσια και τόσο συγκινητική επαφή με τον Ασφοντηλίτη φεύγετε πλουσιότεροι σε εικόνες μιας Αμοργού, που χάνεται στα βάθη του χρόνου.
Σε 8,8 χλμ. από τον κεντρικό δρόμο είσαστε πάλι στη Χώρα. «Εκ’ τινος καταστίχου εμπόρου Γαβρά τω 1778 Αμοργίνου εξάγεται ότι πολλαί οικογένειαι(54) Αμοργίνων εξηλείφθησαν εντελώς. Ο Γαβράς ούτος εμπορεύετο μετά της Βενετίας νήματα, άτινα κατεσκευάζοντο εν Αμοργώ· εκόμιζε δ’ εκ Βενετίας υαλικά, άτινα έδιδεν αντί νήματος(55)». Σε αυτό το οικοδόμημα του 16ου αιώνα που γνωρίζουμε ως ‘’Πύργο Γαβρά’’, βρίσκεται η θαυμάσια Αρχαιολογική Συλλογή Αμοργού, δίπλα από την εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής, στην πλακόστρωτη ‘’μέση’’ (οδό), κοντά στην κεντρική πλατεία της Χώρας. Εδώ σήμερα στεγάζονται πολλά από τα ευρήματα των ανασκαφών και η ιδιωτική συλλογή του αμοργίνου Ελληνοδιδασκάλου Εμμανουήλ Ιωαννίδη (1823 – 1906). Το δυτικό τμήμα του συγκροτήματος με την ξακουστή «Σάλα του Γαβρά», δώρισε το 1963 η φιλόπατρις αμοργίνη Σόφη Γιαννακού στο Σύνδεσμο των Αμοργίνων.
Η ανακατασκευή και οι εργασίες που ολοκληρώθηκαν το 1978, έγιναν με δωρεές πολλών φίλων της Αμοργού, Ελλήνων και ξένων, με τη συμπαράσταση του Συνδέσμου των Αμοργίνων και την προσωπική εργασία του αρχιμάστορα Μανώλη Δεσποτίδη, φύλακα αρχαιοτήτων(56). Τα εκθέματα ταξιδεύουν τον φιλομαθή επισκέπτη, από την ύστερη νεολιθική περίοδο (4η χιλιετία π.Χ.), ως τα πρωτοχριστιανικά χρόνια, 4ος – 5ος αι. π.Χ. Ξεχωρίζουν τα δείγματα αρχαϊκής πλαστικής του 6ου αι. π. Χ. έργα Παριανών καλλιτεχνών, τμήματα κούρων, επιτάφιες στήλες, γλυπτά ελληνιστικών χρόνων, αρχιτεκτονικά κομμάτια και επιγραφές ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων. Όλα, εκτίθενται με την εξαίρετη τάξη που έχει καθιερώσει η καθηγήτρια της αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, κ. Λίλα Μαραγκού. Η πολύχρονη, πολύμοχθη προσπάθεια της ακούραστης ερευνήτριας ολοκληρώνεται με τον καλοτυπωμένο Οδηγό της Αρχαιολογικής Συλλογής Αμοργού που θα είναι ο σύντροφός σας, μαζί με την Κατερίνα Γιαννακού, τη φύλακα άγγελο και ξεναγό στη Συλλογή.
Οι όμορφες παραλίες στα Κατάπολα, και το Ξυλοκερατίδι σας περιμένουν με τα αρμυρίκια και τους ευκάλυπτους να κρατούν καλή σκιά, ενώ από κοντά έρχονται τα παπιά που ‘’φωνάζουν’’ για φαΐ. Σε ολόκληρο τον όρμο των Καταπόλων λειτούργησε το πρόγραμμα του ΥΠΕΧΩΔΕ «Καθαρές Θάλασσες και Ακτές 2005 – 2006» εξασφαλίζοντας την ποιότητα των νερών. Οι παραλίες ξεκινούν με τη μεγάλη των ‘’Καταπόλων’’ ή ‘’Συνοδινού’’, φτάνει στην ‘’Ακτή Νεκροταφείο’’, ‘’Άγιο Παντελεήμονα’’ και ‘’Μαλτέζι’’, συνεχίζοντας προς ‘’Πλάκες’’ (Φανάρι), ένα ήσυχο μέρος με λεία βράχια – πλάκες, και ‘’Κάτω Ακρωτήρι’’. Στις πιο μακρινές απ’ αυτές πηγαίνουν καθημερινά εκδρομές ο Νομικός Αναστάσιος με το τρεχαντήρι ‘’Νατάσα’’, ο Γιώργος Γαβαλάς με τη ‘’Στάμου’’ και τον ‘’Αντώνιο’’. Και οι δύο ξεκινούν απ’ τα Κατάπολα (Βλ. παρακ. Πληροφορίες – Χρήσιμα). Η επόμενη στάση γίνεται στο όμορφο με πέτρινη επένδυση κτήριο που στεγάζει το φωτογραφικό εργαστήριο και πρακτορείο τύπου στα Κατάπολα, το ‘’Υπέρυθρο’’, του Ευθύμιου Μάρκου, για ενημέρωση εφημερίδες, μπαταρίες φωτογραφικής μηχανής. Έχει βραδιάσει για τα καλά, όταν μπαίνουμε στο στενό δρομάκι που οδηγεί στην Παναγία Καταπολιανή, όπου βρίσκεται το ενημερωμένο βιβλιοπωλείο του Τάσσου Πέππα, με αρκετές εκδόσεις για το νησί, κάτι που θα σας φανεί εξαιρετικά χρήσιμο πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της περιήγησης.
Το μεγάλο και πολύβουο λιμάνι στα Κατάπολα, είναι διαφορετικό αυτή την ώρα, αποπνέει ηρεμία, ησυχάζει, όπως όλο το τοπίο, και οι άνθρωποι, μόνο απ’ ένα βαρκάκι ακούγεται ο βαρύς μπάσος ρυθμός της μηχανής καθώς ξανοίγεται στ’ ανοιχτά. Φαίνεται πάει για ψάρεμα. Από την πρώτη στιγμή της επίσκεψης στην Αμοργό γίνεται εμφανής η γενναιόδωρη φιλοξενία των ανθρώπων. Αυτή η ιδιαιτερότητα εν μέσω καλοκαιρινής περιόδου δίνει τη δυνατότητα στον περιηγητή να μυηθεί στην καθημερινότητα του τοπικού στοιχείου μέσα από το προσωπικό του βίωμα. Ευχή για το μέλλον του νησιού, από κάποιους που πέρασαν, είναι ότι όλοι κάποια στιγμή πρέπει να αντιληφθούν το νόημα της αληθινής ανάπτυξης. Αυτό, πρέπει πρωτίστως να βασιστεί στη διαφύλαξη και τη συνετή χρήση των πλούσιων φυσικών και πολιτιστικών χαρακτηριστικών της Αμοργού, του αγροτικού τοπίου μη εξαιρουμένου, μάλιστα θα λέγαμε ότι αποτελεί την κύρια αναπτυξιακή συνιστώσα.
Όπως γίνεται σε κάθε αγαπημένο τόπο, θα επιστρέψουμε, άλλωστε έχουμε να ξεναγηθούμε, εκτός απ’ τα Κατάπολα με την αρχαία Μινώα, και στην Κάτω Μεριά με τις όμορφες παραλίες……
Ευχαριστώ τους: Γιάννη Δεσποτίδη φύλακα αρχαιοτήτων, Νικήτα Βασσάλο εκπαιδευτικό και τον Νίκο Πράσινο πρόεδρο του Συνδέσμου Αμοργίνων για την αμέριστη συμπαράσταση και τη λύση όλων αποριών που εκφράστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής μου στην Αμοργό αλλά και κατά τη διάρκεια συγγραφής του παρόντος.
Σημειώσεις:
(1) Το όνομα Αμοργός, το επικρατέστερο από τα πολυάριθμα αρχαία ονόματα, διατηρήθηκε αναλλοίωτο, αλλά δεν γνωρίζομε με βεβαιότητα την προέλευση και τη σημασία του: Λίλα Ι. Μαραγκού, Αμοργός Ι – Η Μινώα, Η πόλις, ο λιμήν και η μείζων περιφέρεια, έκδοση: Ή εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, Αθήνα (2002) 3, βλ. σημ. 2.
(2) Μια εξαιρετικά αναλυτική έκδοση – μελέτη για το νησί, κυκλοφόρησε πρόσφατα (Αθήνα 2005) από το ίδρυμα Νικολάου Π. Γουλανδρή με τίτλο: Ο «Θησαυρός της Κέρου» της αρχαιολόγου Πέγκυς Σωτηρακοπούλου.
(3) Το μέγεθος της εργασίας είναι βέβαιο ότι ενδιαφέρει, όμως είναι τεράστιο. Μικρή παρουσίαση δείτε στο: Λίλα Ι. Μαραγκού, «Η Τρίπολις Αμοργός», ένθετο περιοδικό Επτά ημέρες, της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 29 Μαΐου 2005) 4 – 7, στο Αφιέρωμα «Αμοργός» 1 – 31, και αναλυτικά: Μαραγκού ο.π. (2002) 3 – 102.
(4) Μαραγκού ο.π. (2002) 9 σημ. 29 με βιβλιογραφία.
(5) Α. Μηλιαράκη, «Υπομνήματα περιγραφικά των Κυκλάδων νήσων κατά μέρος. Αμοργός» 4η έκδοση στο περ. Αμοργιανά, έτος πρώτο, τ. 1, Αθήνα (1995), 55.
(6) Μαραγκού ο.π. (2002) 3, 4, βλ. σημ. 3,4,5,6,7 με βιβλιογραφία.
(7 )Μαραγκού ο.π. (2005) 5, 6, και Μαραγκού, (2002), 69 με βιβλιογραφία.
(8)Μαραγκού ο.π. (2002) 91 με βιβλιογραφία.
(9)Μαραγκού ο.π. (2002) 88.
(10) Το καλοκαίρι του 2005 που επισκεφθήκαμε την Αμοργό, στο άλλοτε κοινοτικό κατάστημα στεγαζόταν το Δημαρχείο, σήμερα (14/2/06) μου μεταδόθηκε τηλεφωνικά ότι το Δημαρχείο μεταφέρθηκε (Αύγουστο ’05) στη ‘’Κάτω Γειτονιά’’, στην αρχή του πεζόδρομου σε καινούργιο κτήριο.
(11) Μαραγκού ο.π. (2002) 87.
(12) Στέφανος Νομικός, «Μύλε μου Καλογερικέ», ένθετο περιοδικό Επτά ημέρες, της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 29 Μαΐου 2005) 21, στο αφιέρωμα «Αμοργός», 1 – 31.
(13) Φοίβος Ι. Πιομπίνος, Έλληνες Αγιογράφοι μέχρι το 1821, έκδοση: Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα (1984) 359.
(14) Μαρία – Χριστίνα Γεωργαλή, «Σπίτι όσον να χωρείς», ένθετο περιοδικό Επτά ημέρες, της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 29 Μαΐου 2005) 19, στο αφιέρωμα «Αμοργός», 18 – 20.
(15) Θωμάς Συνοδινός, «Αγιογράφοι στην Αμοργό», ένθετο περιοδικό Επτά ημέρες, της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 29 Μαΐου 2005) 28, στο αφιέρωμα «Αμοργός» 28 – 29. Πιομπίνος ο.π. (1984), 367.
(16) Τάσος Αναστασίου – Πολιτιστική Εταιρία Αρχιπέλαγος, Αμοργός, Διαδρομές Πολιτιστικού Ενδιαφέροντος, χάρτης σε κλίμακα 1:10.000, παραγωγή Δήμος Αμοργού – Νομ. Αυτ. Κυκλάδων, έκδοση Αναπτυξιακή Εταιρία Κυκλάδων Α.Ε. (2001) βλ. χάρτη Α, μονοπάτι Νο1: ‘’Παλιά Στράτα’’.
(17) Μαραγκού ο.π. (2002) 83.
(17α) Μαραγκού ο.π. (2002) 83, με βιβλιογραφία. Λίλα Ι. Μαραγκού, Μονή Παναγίας της Χοζοβιώτισσας, έκδοση: Ιερά Μονή Χοζοβιώτισσας, Αθήνα (1991) 23. Δείτε στο: www.bibleplaces.com/wadiqilt.htm τη Μονή του Αγίου Γεωργίου Χοζιβά, χτισμένη το 480 μ.Χ., σε παρόμοιο απόκρημνο τόπο. Καταστράφηκε από τους Πέρσες το 614 και ξαναχτίστηκε την περίοδο των σταυροφοριών. Αναστηλώθηκε από τον πατέρα Καλλίνικο σε διάρκεια εικοσιτριών χρόνων (1878 – 1901), σήμερα λειτουργεί και είναι ένα από τα δεκάδες επισκέψιμα μνημεία στα περίχωρα της Ιεριχούς. Επίσης: Κατερίνα Ασιμή, «Η Μονή Παναγίας Χοζοβιώτισσας στην Αμοργό» στο περ. Παριανά, έτος εικοστό έκτο, τ. 99, Αθήνα (2005), 407 – 408.
(18) Joseph Pitton de Tournefort, Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους 1700 – 1702, μτφ. & εισ: Μάκης – Μυρτώ Απέργη, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο (2003) 258.
(18α) Tournefort ο.π. 257.
(19) Μαραγκού ο.π. (2002) 83, με βιβλιογραφία.
(20) Μαραγκού ο.π. (1991) 39. Χαράλαμπος Μπούρας, «Η βυζαντινή αρχιτεκτονική στα νησιά του Αιγαίου» στο συλλογικό έργο: Το Αιγαίο – Επίκεντρο Ελληνικού Πολιτισμού. εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα (1995) 130.
(21) Το 1952 η κυβέρνηση Πλαστήρα προσπάθησε μήνες να πετύχει την συγκατάθεση της εκκλησίας για να παραχωρήσει μέρος της ακίνητης περιουσίας της. Τότε περισσότερα από 600.000 στρ. βοσκοτόπων και 150.000 στρ. αγροτικών καλλιεργειών ήρθαν στα χέρια του κράτους. Σε αντάλλαγμα δόθηκαν μεγάλες εκτάσεις στην Αττική.
(22) Μαραγκού ο.π. (1991) 39.
(23) Μαραγκού ο.π. (1991) 44.
(24) Μαραγκού ο.π. (1991) 47. Μύρταλη Αχειμάστου – Ποταμιάνου, «Η βυζαντινή τέχνη στο Αιγαίο» ο.π. σημ 20, Το Αιγαίο, Αθήνα (1995) 155.
(25) Τμήμα από την ομιλία – εισήγηση του δημοσιογράφου κ. Ηλία Προβόπουλου, στο 3ο Διεθνές Συνέδριο Πολιτισμού και Τουρισμού «ΥΠΕΡΙΑ 2005», με οργανωτές τον «Πολιτιστικό Σύλλογο Θολαρίων», Αιγιάλης και το Ξενοδοχείο «Αιγιαλίς» που έγινε στην Αμοργό (5 – 10 Μαΐου 2005, αίθουσα «Αμβροσία»), με θέμα «Πολιτιστικές Διαδρομές Αμοργού – Εναλλακτικές Μορφές Τουρισμού». Δημοσιεύτηκε στο ένθετο εβδομαδιαίο περιοδικό ‘’Γεωτρόπιο’’, (τ.263) 50 - 59, της εφημερίδας Αθηνών Ελευθεροτυπία (Μ. Παρ – Μ. Σάβ. 29 – 30 Απριλίου 2005) 55.
(26) Τάκης Κατσιμάρδος, «Το ρήγμα της Αμοργού γέννησε το ’56 τσουνάμι» εφημερίδα Αθηνών Έθνος, Κυριακή 11 Ιανουαρίου (2005) 52, 53.
(27) Μαραγκού ο.π. (2002) 99.
(28) Αλέξανδρος Κυριακόπουλος, «Ναυτίλος στο Αιγαίο» ένθετο εβδομαδιαίο περιοδικό ‘’Γεωτρόπιο’’, (τ.268) 36-47, της εφημερίδας Αθηνών Ελευθεροτυπία (Σάββατο 4 Ιουνίου 2005) 44.
(29) Αναστασίου ο.π. (2001) βλ. χάρτη Β, μονοπάτι Νο2: ‘’Φωτοδότης’’.(30) Τ. Αδαμακόπουλος – Π.Ματσούκα, Αμοργός, περιηγητικός και πεζοπορικός χάρτης σε κλίμακα 1:35.000, έκδοση Ανάβαση, Αθήνα (2004) βλ. διαδρομή 2.
(31) Μαραγκού ο.π. (2002) 50.
(32) Μαραγκού ο.π. (2002) 59.
(31) Μαραγκού ο.π. (2002) 10, 17, 19.
(32) Αναστασίου ο.π. (2001) βλ. χάρτη Δ, μονοπάτι Νο4: ‘’Μελανία’’. Αδαμακόπουλος – Ματσούκα ο.π. (2004) βλ. διαδρομή 4.
(33) Μηλιαράκη, ο.π. 71 – 76. Νικήτα Βασσάλου, «Η Αμοργός τον καιρό της πειρατείας» στο: περ. Αμοργιανά, έτος δέκατο, τ. 11, Αθήνα (2005) 29 - 34. Για την πειρατεία γινόντουσαν συχνές αναφορές των κατοίκων προς τη διοίκηση. Μεταξύ των πολλών και αυτή που αναφέρουμε για την Αμοργό. βλ. Ν. Κεφαλληνιάδη, «Μαρτυρίες θυμάτων πειρατικών επιδρομών από έγγραφα της εποχής», ένθετο περιοδικό ‘’Επτά ημέρες’’, 2-32 της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή Κυριακής 16 Φεβρουαρίου (1997) 13. επιμέλεια: Ελευθερία Τράϊου.
(34) Βασσάλου ο.π. (2005), 48 – 50.
(35) Νικήτα Βασσάλου, «Η Εκκλησία του Θεολόγου στην Αιγιάλη» στο: περ. Αμοργιανά, έτος έβδομο, τ. 8, Αθήνα (2002) 14.
(36) Βασσάλου ο.π. (2004) 14.
(37) Νίκος Σβορώνος, «Μια αναδρομή στην ιστορία του Αιγαιακού χώρου», ο.π. Το Αιγαίο, Αθήνα (1995) 47.
(38) Μαραγκού ο.π. (2002) 82.
(39) Άγγελος Σινάνης, «Ευρυτανία – Κερασοχώρι – Κρέντης – Μοναστηράκι», στο: Ταξίδια στην άλλη Ελλάδα, έτος έκτο, τ.6, εκδόσεις Χαϊσάιντινγκ, Αθήνα (2004) 121, σημ 3.
(40) Βασσάλου ο.π. (2002) 15, 16.
(41) Αχειμάστου – Ποταμιάνου, ο.π. (1995) 136, 137.
(42) Βασσάλου ο.π. (2002) 32.
(43) Για τη διακοπή του γλεντιού υπάρχει μια εκδοχή που καταγράφηκε το καλοκαίρι του 2006. Αυτή, αναφέρει ότι σε γλέντι με μουσικούς και όργανα προέκυψε ένας καυγάς. Σε όλη τη διάρκειά του οι πανηγυριστές έβλεπαν το μεγάλο μανουάλι, που ήταν στηριγμένο σε σταθερή βάση, να κινείται σαν εκκρεμές. Σταμάτησε μόνο όταν ηρέμησαν τα πνεύματα. Με αυτόν τον τρόπο, λένε, το θείο δήλωσε την αντίθεσή του στα όργανα. Έτσι, εδώ και περίπου 60 χρόνια το πανηγύρι γίνεται χωρίς μουσική. Ηλία Προβόπουλου, «Στο άβατο της Αμοργού», ένθετο εβδομαδιαίο περιοδικό Γεωτρόπιο (τ.333), της εφημερίδας Αθηνών Ελευθεροτυπία (Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 2006).
(44) Μηλιαράκη ο.π. 23.
(45)Νομικός ο.π. 21.
(46) Μαραγκού ο.π. (2002) 65, 66.
(47)Συλλογικό, του Συνδέσμου Αμοργίνων, «Μεγάλες Μορφές της Αμοργού - Γεώργιος Νομικός» στο: περ. Αμοργιανά, έτος ένατο, τ.10, Αθήνα (2004) 33 – 35.
(48) Μαραγκού ο.π. (2002) 4 με βιβλιογραφία.
(49)Μαραγκού ο.π. (2002) 24, 25 με βιβλιογραφία.
(50) Μαραγκού ο.π. (2002) 33, 38 με βιβλιογραφία.
(51) Λίλα Ι. Μαραγκού,«Μικρές Κυκλάδες - Αμοργός», στο Ανδρ. Βλαχόπουλος (επιμ.), Αρχαιολογία. Νησιά του Αιγαίου. Εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα (2005) 292.
(52) Τζέημς Μπεντ, Η Αμοργός το 1885 από το βιβλίο «Κυκλάδες ή η ζωή με τους νησιώτες», μτφ. Νίκος Νικητίδης, έκδοση της εφημερίδας Αμοργού: Το κάστρο της Αμοργού, Αμοργός (2005) 41, 42. Πρώτη έκδ. Λονδίνο 1885: Longmans, Green, James T. Bent, The Cyclades, or Life among the Insular Greeks, Δεύτερη εκδ. Σικάγο 1965: Argonaut Inc, Aegean Islands: The Cyclades, or Life among the Insular Greeks.
(53)Πηνελόπη Ματσούκα, «Μέσα από τα παλιά μονοπάτια», ένθετο περιοδικό Επτά ημέρες, της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 29 Μαΐου 2005) 24, στο Αφιέρωμα «Αμοργός» 22 – 25.
(54) Την λέξη «οικογένεια», την συναντάμε πρώτη φορά σε αχρονολόγητο έγγραφο της Αμοργού. Στέφανου Κουμανούδη, Λεξικό, τύποις Π.Δ. Σακελαρίου, εν Αθήναις (1900) 714, όπου αναφέρει ότι το βρήκε στην σελ 632 του Δελτίου της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας. Βλ. Κάρολος Μπρούσαλης, «Χωρίς ‘’οικογένεια’’ οι αρχαίοι», εφημερίδα Αθηνών Έθνος, (φ.1216, σελ 56) Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2006.
(55) Μηλιαράκη ο.π. 37.
(56 )Λίλα Ι. Μαραγκού, Αρχαιολογική Συλλογή Αμοργού Ι, έκδοση: Ίδρυμα Σταύρου Σ. Νιάρχου, Αθήνα (1999) 23.
ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης
Θέση: 25ο 54’ ανατολικό, 36ο 51’ βόρειο. Έκταση: 121,4 τ.χ., χωρίς τα 17 γειτονικά νησιαία εδάφη της: Νικουριά (2,755 τ.χ.), Γραμπονήσι ή Άτιμο (0,162 τ.χ.), Γραμβούσα (0,831 τ.χ.), Φελούκα (0,006 τ.χ.), Παρασκοπός ή Πρόσκοπος (0,006 τ.χ.), Πρόσκοπος ή Ψαλίδα (0,006 τ.χ.), Πεταλίδα (0,074 τ.χ.), Κισήρι (0,015 τ.χ.), Μεγάλο Βιόκαστρο (0,034 τ.χ.), Μικρό Βιόκαστρο (0,005 τ.χ.), Εξωμιά (0,002 τ.χ.), Κάτω Αντικέρι ή Δρίμα (1,050 τ.χ.), Άνυδρος ή Αμοργοπούλα (1,144 τ.χ.) Μονόπετρα ή Φώκια (0,002), Πλάκα ή Αφροκοπή (0,061 τ.χ.), Σμέρνα (0,004 τ.χ.) και τις δύο νησίδες Λιάδι (0,334 τ.χ.), πριν την Κίναρο, (η τελευταία αν και αποτελούσε βοσκότοπο για τους παλιούς Αμοργιανούς, ανήκει σήμερα στα ‘’Δωδεκάνησα’’), Λέβιθα με τις νησίδες Λάρος και Μαύρα. Πηγή (αφορά την έκταση των νησίδων): Υδρογραφική Υπηρεσία του Π.Ν. βάσει των στοιχείων που προκύπτουν από τις μέχρι πρόσφατα (Μάιος 2006) ενημερώσεις του ηλεκτρονικού αρχείου της. Αυτά τα εδάφη αποτελούν μικρά αλλά πολύτιμα κομμάτια ελληνικής γης, κομμάτια από την ταυτότητά μας και βέβαια ένα διόλου ευκαταφρόνητο τμήμα της επικράτειας. Για την αξιομνημόνευτη χρησιμότητά τους δείτε: Γεώργιος Κ. Γιαγκάκης, Η πολυσήμαντη Σπουδαιότης των Νησαίων Εδαφών, Τήνος 1999.
Ακτογραμμή: 126 χλμ., Υψόμετρο: 0 – 823 κορυφή Χωραφάκια Κρούκελου, Πληθυσμός: 1854 κατ. (’01), Πρωτεύουσα: Αμοργός ή Χώρα, Νομός: Κυκλάδων, επαρχία: Νάξου, Απόσταση από Πειραιά 103 ν.μ. – 5ω 30’, (Νάξος), Απόσταση από Νάξο 36 ν.μ – 4ω, (κατ’ ευθείαν Πειραιάς – Κατάπολα 138 ν.μ.), Κατάπολα - Αιγιάλη 9 ν.μ.
Πληθυσμιακή ανέλιξη Αμοργού: Απογραφή 1896 / 3561 κάτοικοι, Απογραφή 1940 / 3069 κάτοικοι, Απογραφή 1991 / 1630 κάτοικοι, Απογραφή 2001 / 1858 κάτοικοι.
Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 22850, Ταχυδρομικός Κώδικας: Αμοργός Κυκλάδων 84 300 Νάξος.
ΔΙΑΜΟΝΗ: www.amorgos.net Ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια πολλά, δεν θα δυσκολευτείτε καθόλου. Ζητήστε λίστα από το Σύλλογο Επαγγελματιών Αμοργού 74133, επίσης από τον Σύνδεσμο Επαγγελματιών Αιγιάλης 73200. Κατάπολα: ‘’Villa Katapoliani’’ 71064, 71054, Πανσιόν Amorgos 71013, 71121, Χώρα: Σταμάτης Μαύρος ‘’η Αμοργός’’ 71814, 74129, Νικήτας Γαβαλάς ‘’Πανόραμα’’ 71606 - 7, 74016, Θεολογίτης Μιχαήλ ‘’Χώρα’’ 71204, Αιγιάλη: Ξενοδοχείο ‘’Αιγιαλίς’’ 73393, 5,
ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Δημοτικό Καταπόλων 71802, Γιαννακός Ηλίας 71277, 71012, 74134, www.kastanis.com, Αιγιάλη 73500. Σε όλα τα ορεινά και στα ξωκλήσια. Προσοχή, μην αφήσετε σκουπίδια.
ΦΑΓΗΤΟ: Εστιατόρια, Ψησταριές παντού. Κατάπολα Νομικός Μιχάλης 71312, Χώρα μεζεδοπωλείο ‘’Τσαγγαράδικο’’, Θολάρια ‘’Καλή Καρδιά’’ Οικονομίδης Μιχάλης 73457, ‘’Θαλασσινό Όνειρο’’ Σοφία & Γιάννης Βεκρής 73345, Λαγκάδα + Δωμάτια ‘’η Λόζα’’ Αρτεμισία Δενδρινού 73315.
ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ:. Δήμος Αμοργού 71100, 74035, fax: 71246, ΚΕΠ: 74100, Δ.Δ. Καταπόλων 71257, Δ.Δ. Αιγιάλης 73350, Δ.Δ. Θολαρίων 73390, Αστυνομία: Χώρα 71210, Αιγιάλη 73320, Α’ Βοήθειες: Κατάπολα 71805, Πολυδύναμο Περιφερειακό ιατρείο στη Χώρα 71207, Αιγιάλη 73222, Φαρμακεία: Χώρα 74166, Αιγιάλη 73173, και ελικοδρόμιο, Συνεργείο Βουλκανιζατέρ Auto: Χώρα Πέτρος Θεολογίτης 71030, Αιγιάλη: Βλαβιανός Ελευθέριος 73569, 6973384308, Μοτο: Πολυκρέτης Γιώργος, Χώρα Νάξου, 24872. Στις ενοικιάσεις μοτοποδηλάτων – μοτοσυκλετών μπορούν να βοηθήσουν για κάτι απλό: Evi’s 71663, Καραμπινέσης Θωμάς 71777, Κωβαίος Γιώργος 74009, Τσιούκης Φώτιος 74301, 2, Να έχετε μαζί σας δύο Fast.
ΧΡΗΣΙΜΑ: Στους θαλάσσιους αγώνες για το 2006 περιλαμβάνεται και το πενθήμερο 43ο Ράλλυ Αιγαίου, που ξεκινά 14/7/06 (16:00) από το Φάληρο, φτάνει Αμοργό, και την άλλη μέρα 17/7/06 (10:00), συνεχίζει τη διαδρομή προς Σάμο. Εκδρομές στις παραλίες: Νομικός Αναστάσιος με το τρεχαντήρι ‘’Νατάσα’’ 74145, 6937145489, Γιώργος Γαβαλάς με τη ‘’Στάμου’’, και τον ‘’Αντώνιο’’ 6974018065. I. M. Παναγίας Χοζοβιώτισσας: 71274, 71139, Αρχαιολογική Συλλογή Αμοργού – Μουσείο: 71831. Το 1885 ήρθαν στο φως κεραμικά και μαρμάρινα ευρήματα, που μεταφέρθηκαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας: Πατησίων 44, Εξάρχεια 2108217717, επίσης στο: www.culture.gr του Υπ. Πολιτισμού, στο ευρετήριο, έχετε τη δυνατότητα να ‘’δείτε’’ τη Ι. Μ. Χοζοβιώτισσας, τη Μινώα κ.ά. Τράπεζες με Α.Τ.Μ. στην Νάξο. Πρακτορεία τύπου: Αιγιάλη, Άννα Νομικού 73001, Κατάπολα,‘’Υπέρυθρο’’, Ευθύμιος Μάρκου 71722, Βιβλιοπωλείο: Τάσσος Πέππας 71839, www.musicandbookstore.com Τα αγροτικά προϊόντα του νησιού και ειδικότερα το αμοργιανό κρασί, φημίζονται για την εκλεκτή ποιότητα τους, επίσης, το χωρίς συντηρητικά ‘’Αμόργιον’’ δηλ. «ψημένη ρακή».
ΠΡΟΣΒΑΣΗ: Από Λαύριο NEL Lines 2104115015, Από Νάξο για Δονούσα με τον θρυλικό ‘’Σκοπελίτη’’ κάθε Δευτ – Τετ – Πέμ – Σαβ ώρα 15:00 τον χειμώνα. Από 16 Ιουλίου καθημερινά. Δρομολόγια και αλλαγές δείτε: www.schinousa.gr/schinousa_transport.html
Από Πειραιά για Αμοργό 4 φορές την εβδομάδα το καλοκαίρι, 1 τον χειμώνα με τα Blue Star του Στρίντζη 2108919800 www.bluestarferries.com. Εισιτήρια: Κόστος (Φεβ 06) 23,80 EUR το άτομο, 10,00 EUR η μοτοσυκλέτα έως 250 cc & 15,10 EUR πάνω από 250 cc. Λιμεναρχείο Πειραιά 2104226001 - 4, Λιμεναρχείο Νάξου 2285022300, δρομολόγια πλοίων info ΟΤΕ 1440, www.yen.gr/main.htm Λιμεναρχείο Θεσσαλονίκης (ανταπόκριση για Πάρο ή Νάξο) 2310531504 – 5, διάρκεια ταξιδιού 15ω – 250 ν.μ. Το συντομότερο ταξίδι είναι Πειραιάς - Νάξος (μέσω Πάρου) με τα highspeed I, II, III, IIII, διάρκεια ταξιδιού 4ω. Από εκεί αναλαμβάνει το «Express Skopelitis» με 10,00 EUR το άτομο & 5 EUR η μοτοσυκλέτα ανεξαρτήτως κυβισμού. Πρακτορείο εισιτηρίων για τον Σκοπελίτη στη Νάξο: ΖΑΣ travel 2285023330. Πρακτορείο εισιτηρίων και πληροφορίες για τα δρομολόγια και τις ανταποκρίσεις στην Αμοργό ‘’Πρέκας’’ - Θεολογίτου Ζωή 71256, fax: 74119, Συνοδινός Νίκος 71201, 71747.
ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: ΕΚΟ 71050, ΕΛΛΙΝΟΙΛ 73541.
ΧΑΡΤΕΣ: Εξαιρετική εργασία ο δίγλωσσος πλαστικοποιημένος «Περιηγητικός και Πεζοπορικός χάρτης. Αμοργός, σε κλίμακα 1:35.000». Έκδοση «Ανάβαση» 2004. Στοά Αρσακείου 6Α, Αθήνα 2103218104. Στο πρακτορείο Πρέκα στα Κατάπολα θα βρείτε την Ασπρόμαυρη φωτοτυπία του Χάρτη «Αμοργός» του Γερμανού Dr. GeorgPerreiter (Αγγλική έκδοση) με πληροφορίες για τα μονοπάτια. Πριν χρόνια ήταν ο μοναδικός καλός για το νησί, σήμερα είναι για συλλογή.
ΒΙΒΛΙΑ: Λίλας Ι. Μαραγκού, Αμοργός Ι – Η Μινώα, Η πόλις, ο λιμήν και η μείζων περιφέρεια», Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας αρ. 228, Αθήνα 2002, σελ 391, διαστάσεις 21Χ28 εκ. Έγχρωμες φωτογραφίες, πολυτονικό. Το απόλυτο, ελκυστικό και καλοτυπωμένο βιβλίο. Αν δεν το βρίσκετε στην Αθήνα, δοκιμάστε στο βιβλιοπωλείο του Τάσσου Πέππα στην Αμοργό 71839, www.musicandbookstore.com
ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826.
Περισσότερες πληροφορίες για την ΑΜΟΡΓΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:
Α’ Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες
- Φ ο ί β ο ς Ι. Π ι ο μ π ί ν ο ς, Έλληνες Αγιογράφοι μέχρι το 1821, έκδοση Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα 1984.
- Λ ί λ α Ι. Μ α ρ α γ κ ο ύ, Μονή Παναγίας της Χοζοβιώτισσας, έκδοση: Ιερά Μονή Χοζοβιώτισσας, Αθήνα 1991.
- Χ α ρ ά λ α μ π ο ς Μ π ο ύ ρ α ς, «Η βυζαντινή αρχιτεκτονική στα νησιά του Αιγαίου», Μ ύ ρ τ α λ η Α χ ε ι μ ά σ τ ο υ – Π ο τ α μ ι ά ν ο υ, «Η βυζαντινή τέχνη στο Αιγαίο» στο συλλογικό έργο: Το Αιγαίο – Επίκεντρο Ελληνικού Πολιτισμού, εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 1995.
- Λ ί λ α Ι. Μ α ρ α γ κ ο ύ, Αρχαιολογική Συλλογή Αμοργού Ι, έκδοση: Ίδρυμα Σταύρου Σ. Νιάρχου, Αθήνα 1999.
- T a s s o s A n a s t a s i o u – Archipelagos Cultural Corporation, A Travelogue of Amorgos, Book and Hiking Map 1:10.000, Produktion: Prefecture of Cyclades – Amorgos Municipality – Regional Development Agency of Cyclades, Cyclades 2001.
- Λ ί λ α Ι. Μ α ρ α γ κ ο ύ, Αμοργός I – Η Μινώα, Η πόλις, ο λιμήν και η μείζων περιφέρεια, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας αρ. 228, Αθήνα 2002.
- J o s e p h P i t t o n d e T o u r n e f o r t, Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους 1700 – 1702 (τίτλος πρωτότυπου: Relation d’un voyage du Levand), μτφ. & εισ: Μάκης – Μυρτώ Απέργη, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2003.
- Υδρογραφική Υπηρεσία του Π.Ν., «Πλοηγός», Νοτιοανατολικές Ακτές, έκδοση Υδρογραφική υπηρεσία του Π.Ν., τ. Β’, Αθήνα 42004.
- Τ ρ ι α ν τ ά φ υ λ λ ο ς Α δ α μ α κ ό π ο υ λ ο ς – Π η ν ε λ ό π η Μ α τ σ ο ύ κ α, Αμοργός, περιηγητικός και πεζοπορικός χάρτης σε κλίμακα 1:35.000, έκδοση Ανάβαση, Αθήνα 2004.
- Λ ί λ α Ι. Μ α ρ α γ κ ο ύ, «Μικρές Κυκλάδες - Αμοργός», στο Ανδρ. Βλαχόπουλος (επιμ.), Αρχαιολογία. Νησιά του Αιγαίου. εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 2005.
- Τ ζ έ η μ ς Μ π ε ν τ, Η Αμοργός το 1885 από το βιβλίο «Κυκλάδες ή η ζωή με τους νησιώτες», μτφ. Νίκος Νικητίδης, έκδοση της εφημερίδας Αμοργού: Το κάστρο της Αμοργού, Αμοργός 2005.
Β’ Αφιερώματα περιοδικών
- Α ν τ ω ν ί ο υ Μ η λ ι α ρ ά κ η, «Υπομνήματα περιγραφικά των Κυκλάδων νήσων. Αμοργός» Δ’ έκδοση στο περ. Αμοργιανά, έτος πρώτο, τ. 1, έκδοση: σύνδεσμος Αμοργίνων, Αθήνα 1995.
- Ν ι κ ή τ α ς Β α σ σ ά λ ο ς, «Η Εκκλησία του Θεολόγου στην Αιγιάλη» στο: περ. Αμοργιανά, έτος έβδομο, τ. 8, έκδοση: σύνδεσμος Αμοργίνων, Αθήνα 2004.
- Συλλογικό, του Συνδέσμου Αμοργίνων, «Μεγάλες Μορφές της Αμοργού - Γεώργιος Νομικός» στο: περ. Αμοργιανά, έτος ένατο, τ. 10, Αθήνα 2004.
- Ά γ γ ε λ ο ς Σ ι ν ά ν η ς, «Ευρυτανία – Κερασοχώρι – Κρέντης – Μοναστηράκι», στο: Ταξίδια στην άλλη Ελλάδα, έτος έκτο, τ. 6, εκδόσεις Χαϊσάιντινγκ, Αθήνα 2004.
- Ν ι κ ή τ α ς Β α σ σ ά λ ο ς, «Η Αμοργός τον καιρό της πειρατείας» στο: περ. Αμοργιανά, έτος δέκατο, τ. 11, έκδοση: σύνδεσμος Αμοργίνων, Αθήνα 2005.
- Εφημερίδα Αθηνών Καθημερινή, Κυριακής 29 Μαΐου 2005, (έτος 86ο, φύλλο 25.911), ένθετο εβδομαδιαίο περιοδικό Επτά ημέρες, αφιέρωμα στην Αμοργό, επιμέλεια: Ελευθερία Τράϊου.
- Α λ έ ξ α ν δ ρ ο ς Κ υ ρ ι α κ ό π ο υ λ ο ς, «Ναυτίλος στο Αιγαίο» ένθετο εβδομαδιαίο περιοδικό ‘’ΓΕΩ’’, (τ.268), της εφημερίδας Αθηνών Ελευθεροτυπία (Σάββατο 4 Ιουνίου 2005).
Γ’ Άρθρα σε εφημερίδες
- Κ α τ ε ρ ί ν α Ρ ω μ ι ο π ο ύ λ ο υ, «Πανάρχαιο λιμάνι η ανεμόεσσα Αμοργός» εφημερίδα Αθηνών Καθημερινή, Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 1999.
- Τ ά κ η ς Κ α τ σ ι μ ά ρ δ ο ς, «Το ρήγμα της Αμοργού γέννησε το ’56 τσουνάμι» εφημερίδα Αθηνών Έθνος, Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2005.