ΜΟΝΕΣ ΑΓΡΑΦΩΝ 

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΟΡΩΝΑΣ  

Κείμενο: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.  

© Μάρτιος 2009 

  • Ιστορία – Ίδρυση 

Αναμφισβήτητο στολίδι της λίμνης Ν. Πλαστήρα και όλης της περιοχής, είναι το φρουριακό συγκρότημα της μονής Κορώνας, αφιερωμένο στο Γενέσιο της Θεοτόκου. Για αιώνες στέκει σαν περιτειχισμένο κάστρο στο λόφο, εποπτεύοντας το θεσσαλικό κάμπο και τη διάβαση προς Άγραφα. Υπήρξε η μεγαλύτερη της περιοχής και η μόνη που συνεχίζει χωρίς διακοπή τη λειτουργία της, διατηρώντας ακέραιο τον ναό του 16ου αιώνα μαζί με τις τοιχογραφίες του. Πιο παλιά ονομαζόταν «Ιερά Μονή της Κρυεράς Πηγής» ενώ από το 1718 εμφανίζεται η σημερινή, «Μονή της Κορώνας». Κατά τον μακαριστό μητροπολίτη Θεσσαλιώτιδος Ιεζεκιήλ Βελανιδιώτη ονομάστηκε έτσι λόγω της θέσης της, «σαν στέμμα – κορώνα στεφανώνει τον την οροσειρά των Αγράφων και το θεσσαλικό κάμπο», ενώ ο αείμνηστος καθηγητής Αναστάσιος Ορλάνδος αναφέρει την παράδοση σχετικά με το πτηνό Κορώνη (κουρούνα) που αφθονεί στην περιοχή.  

Παραδόσεις, σιγίλια και ειδήσεις κάνουν λόγο για ίδρυση το 1123 με κτήτορα τον αυτοκράτορα Ιωάννη Κομνηνό τον Β’ και για σφραγίδα με χρονολογία 1128 που όμως πολλοί μελετητές δεν την αναφέρουν, αν και δημοσιευμένη. Η πρώτη μονή σύμφωνα με την παράδοση, γραπτές μαρτυρίες δεν υπάρχουν, χτίστηκε πάνω στα ερείπια αρχαίου ιερού της Αρτέμιδας. Ο σημερινός ναός χρονολογείται στα μέσα του 16ου αιώνα, εποχή της επανίδρυσής της, ενώ τα κελιά τής πολυφωτογραφημένης νότιας πλευράς που βλέπουν προς το γκρεμό και το κωδωνοστάσιο, ξαναχτίστηκαν τις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα από Ηπειρώτες μαστόρους, πιθανά και Πυρσογιαννίτες. Η αγιογράφηση του κυρίως ναού ολοκληρώθηκε σύμφωνα με επικού ύφους επιγραφή το 1587 και είναι το πρωιμότερο τοιχογραφημένο σύνολο των Αγράφων. Δωρητής ήταν ο Ανδρέας Μπούνος της ομώνυμης οικογένειας από τα Μεγάλα Βραγγιανά, άρχοντας της περιοχής που εικονίζεται στο δυτικό τοίχο καθώς προσφέρει ομοίωμα του καθολικού, με το παρεκκλήσι, στην Παναγία.  

Στη διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας ήταν σταυροπηγιακή, υπάγονταν δηλαδή κατευθείαν στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης και όχι στην τοπική Αρχιεπισκοπή Φαναρίου και Νεοχωρίου. Σειρά επικυρωμένων σιγιλίων τα οποία ξεκινούν από το 1623 έως το 1790 ανανέωναν τα προνόμια της μονής και την καθιστούσαν  «εξ αρχής και εις τον άπαντα χρόνον» πατριαρχική, σταυροπηγιακή, και να παραμένει ασύδοτη (=αφορολόγητη), ελεύθερη, αυτεξούσια, αδέσποτη, αδούλωτη, ακαταπάτητη, ανενόχλητη και ακαταζήτητη από κάθε πρόσωπο, λαϊκό ή κληρικό, ιερέα και αρχιερέα. Κανείς δεν μπορεί να επεμβαίνει στις υποθέσεις της, ούτε και ο τοπικός αρχιερέας. Στις τελετές θα μνημονεύεται από τους μοναχούς μόνο το όνομα του εκάστοτε πατριάρχη, δεν θα πληρώνεται εισφορά σε κανέναν, θα εκλέγεται ηγούμενος της αρεσκείας των μοναχών, ενώ σε περίπτωση χειροτονίας μπορούν να καλούν όποιον αρχιερέα θέλουν.  

Η σπουδαιότητα στο σιγίλιο του 1790, εκτός ότι ανανεώνει και επικυρώνει την ισχύ των προνομίων, θεσπίζει για πρώτη φορά και μάλιστα με εξαιρετική αυστηρότητα «επι ποινή αργίας και άλυτου αφορισμού» την απαγόρευση εισόδου των γυναικών στη μονή. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται απαγορεύουν «την είσοδον των γυναικών ως εναντίαν τοις τον μονήρη βίον προελομένοις και πρόξενον πολλών ατοπημάτων, και δεινών».  

Αυτά τα προνόμια, η εργατικότητα των μοναχών και η πίστη στην αποστολή τους, βοήθησαν ώστε να αποκτήσει μεγάλη ακίνητη περιουσία, γεωργικές εκτάσεις και χωράφια στον κάμπο, κτήρια στις Θεσσαλικές πόλεις και πολλά μετόχια, ορισμένα εκτός Ελλάδας, μέχρι και 90 αγροτεμάχια με ελιές στην Άμφισσα. Διατηρούσε πολλά κοπάδια αιγοπροβάτων και ανάλογα μεταφορικά μέσα (μουλάρια και άλογα). Αυτή η δύναμη φάνηκε πολλαπλώς χρήσιμη σε όλα τα επαναστατικά κινήματα που ακολούθησαν την Ελληνική Επανάσταση του 1821 μέχρι την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881. Η ενσωμάτωση στο ελληνικό κράτος την βρίσκει αποδυναμωμένη σε μοναχούς, κατεστραμμένη κτηριακά και οικονομικά. 

Οι εθνικοί αγώνες στα νεώτερα χρόνια έβαλαν τη σφραγίδα τους. Στην περίοδο της γερμανοιταλικής κατοχής γίνεται εδώ το 1ο πανθεσσαλικό συνέδριο Εθνικής Αντίστασης ενώ την ίδια εποχή βρίσκεται στο επίκεντρο μαχών μεταξύ αντιστασιακών ομάδων και κατακτητών. Αυτά τα γεγονότα είχαν σαν αποτέλεσμα να δεχθεί σφοδρή επίθεση από τους Γερμανούς την παραμονή της εορτής του  Αγίου Σεραφείμ, 3 Δεκεμβρίου 1943, να λεηλατηθεί, να πυρποληθεί το καθολικό και να καταστραφεί μεγάλο τμήμα των κελιών. Στα χρόνια μας έγινε καθαρισμός και συντήρηση των τοιχογραφιών ενώ η ΔΕΗ ανέλαβε και έχτισε πάλι τη βόρεια πτέρυγα των κατεστραμμένων κελιών.  

Χορεία σημαντικών προσώπων ιερωμένων και αγωνιστών  ξεπήδησαν από την αδελφότητα όπως ο ηγούμενος της μονής (1917 – 1922) τέως Αρχιεπίσκοπος Αθηνών (1941 – 1946) και αντιβασιλιάς, Δαμασκηνός Παπανδρέου. Επίσης μοναχός της ήταν ο φλογερός Μητροπολίτης Άρτας, Ιωαννίνων και τέως Αρχιεπίσκοπος  Αθηνών και πάσης Ελλάδος (1974 – 1998) Σεραφείμ Τίκας, ο Φαναριώτης τέως Μητροπολίτης Σταγών Σεραφείμ Στεφάνου και άλλα σημαίνοντα πρόσωπα της εκκλησίας της Ελλάδος. Το 1967 με βασιλικό διάταγμα, η μονή χαρακτηρίζεται Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο. Σήμερα διατηρεί έξι μετόχια: μονή Αγίας Τριάδας Μορφοβουνίου, μονή Πέτρας Καταφυγίου, μονή Αγίου Παντελεήμονος Πεζούλας, μονή Αγίου Δημητρίου Μεσενικόλα, ναός Αγίου Τρύφωνος Μοσχάτου, Ναός Αγίου Ιερομάρτυρος Σεραφείμ Καρδίτσας ο οποίος χτίστηκε για να φυλαχθούν τα κειμήλια της μονής.  

  • Το κτηριακό συγκρότημα  

Σημαντικό παρεκκλήσι πολύ κοντά στον δυτικό περίβολο της μονής είναι της «Ευρέσεως» ή Παναγίας των Αγγέλων». Χτίστηκε το 1967 στη θέση όπου βρέθηκε η εικόνα της Θεοτόκου από βοσκούς της περιοχής. Τα τελευταία χρόνια πολλές εργασίες έχουν γίνει στους εξωτερικούς όσο και στους εσωτερικούς χώρους του συγκροτήματος. Έτσι έγινε καθαρισμός του περιβάλλοντος χώρου τόσο στην μονή όσο και στο κοιμητηριακό μονόκλιτο παρεκκλήσι της Αγίας Τριάδας (1846) που βρίσκεται σε λοφίσκο ψηλότερα. Βορειοανατολικά της, χτίστηκε το μονόκλιτο παρεκκλήσι του Αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ (1992) με κελί που χρησιμοποιείται από τους μοναχούς για περισυλλογή, νηστεία και άσκηση. Ο άλλοτε αυλόγυρος διαπλατύνθηκε σε ρόλο παρκινγκ για τα αυτοκίνητα και τα πούλμαν προς διευκόλυνση των προσκυνητών ενώ προστέθηκε μια δεύτερη είσοδος λίγο πριν την κεντρική του κωδωνοστασίου. Μέσα στον περίβολο ανασκάφτηκε όλο το παλιό πλακόστρωτο για να γίνουν αποστραγγιστικά έργα και στρώθηκε νέο.  

Το κωδωνοστάσιο – είσοδος με το ρολόι στο ψηλότερο σημείο του σύμφωνα με επιγραφή στο υπέρθυρο χτίστηκε το 1922. Στις μέρες μας επισκευάστηκε και έγινε καθαρισμός του με εργασίες που κράτησαν αρκετά χρόνια και ολοκληρώθηκαν το 2008. Από εδώ περνά ο επισκέπτης αντικρίζοντας στο κέντρο του περίκλειστου χώρου τον επιβλητικό ναό στον κλασικό τύπο του αγιορείτικου ή αθωνίτικου με τρούλο. Ονομάζεται έτσι γιατί απαντάται κατεξοχήν στο Άγιο Όρος, η δε απαρχή του τοποθετείται στον 10ο ή 11ο αι. Από εκεί διαδόθηκε αργότερα στη Σερβία, Ρουμανία και τον Ελλαδικό χώρο, ιδιαίτερα στη Θεσσαλία τα Άγραφα και τη Μακεδονία.  

Ο ναός εσωτερικά κοσμείται με λαμπρές τοιχογραφίες κρητικής σχολής, όπως αυτή διαμορφώθηκε στο Άγιο Όρος και τα Μετέωρα. Δημιουργός τους ο μοναχός Δανιήλ το 1587. Περιέχουν πλούσιο εικονογραφικό πρόγραμμα με τη διάταξη να παρουσιάζει στενή σχέση με το έργο του Κωνσταντινουπολίτη ζωγράφου Τζιόρτζη ή Ζώρζη (1560) στη μονή Δουσίκου στον σημερινό Δήμο Πύλης Τρικάλων. Το ξυλόγλυπτο επιχρυσωμένο τέμπλο είναι έργο μαστόρων από τα Γιάννενα με πλούσιο φυτικό και ζωικό γλυπτό και παραστάσεις από την Παλαιά Διαθήκη. Η άριστη τέχνη του σε συνδυασμό με το ύψος του που φτάνει σχεδόν μέχρι την οροφή του ναού υποβάλει τον προσκυνητή. Αριστερά της εισόδου βρίσκεται προσαρτημένο στο καθολικό η προσθήκη του μονόχωρου παρεκκλησιού αφιερωμένου στην μνήμη του Τιμίου Προδρόμου. Επιγραφή πληροφορεί πως «Νέος κτήτωρ εκ χωρίου βραγιανών Αποστολάκης: Έτει από Χριστού αψλθ» (=1739). Εννοεί ασφαλώς την ιστόρηση. 

Βόρεια, νότια και δυτικά περιστοιχίζεται από δύο σειρές διώροφων κελιών με ξύλινους εξώστες και τους βοηθητικούς χώρους ενώ ανατολικά εντυπωσιάζει η παλιά ψηλή λιθοδομή του τείχους. Η αμυντική υποδομή ήταν απαραίτητη για την προστασία της μονής από επιδρομείς που επιβουλεύονταν τους θησαυρούς των κειμηλίων ή ακόμη τα τρόφιμά της. Ταυτόχρονα σε άλλο επίπεδο, πέραν του χτιστού, ο οχυρωματικός περίβολος βοηθά τον μοναχό που έχει αποκοπεί από τον κόσμο, μια και εισάγει σαφή διάκριση μεταξύ μονής και φυσικού χώρου.  

  • Ο Άγιος Σεραφείμ 

Η ιστορία της μονής Κορώνας φωτίζεται από λαμπρούς ιεράρχες που με το ηθικό τους ανάστημα, το κύρος και την τόλμη τους εξύψωσαν τη μονή βοηθώντας τον σημαντικό ποιμαντικό και εθνικό της ρόλο ειδικά στη διάρκεια της τουρκοκρατίας. Στα μέσα του 16ου αι. έρχεται να μονάσει ο Σεραφείμ από την Πεζούλα Καρδίτσας μετέπειτα αρχιεπίσκοπος και μετά το θάνατό του Άγιος. Η αγάπη για τον πλησίον, η ανησυχία για την υπόδουλη πατρίδα σε συνδυασμό με την υπακοή και την ευσέβεια τον οδηγούν γρήγορα στα ύπατα αξιώματα εκλέγοντάς τον ηγούμενό της.  

Μετά το θάνατο του επισκόπου Καπούας και Φαναρίου Λαυρεντίου εκλέγεται στη θέση του, ενώ αργότερα ανυψώνεται σε αρχιεπίσκοπο Φαναρίου και Νεοχωρίου. Η δράση του στη διάρκεια της τουρκοκρατίας, η καλλιέργεια της πίστης στην ελευθερία και το Χριστό είναι τέτοια που προκαλεί την οργή των Τούρκων. Η αίγλη όμως της μονής δεν τους αφήνει να αντιδράσουν. Η πρώιμη επανάσταση του μητροπολίτη Λαρίσης Διονυσίου του Φιλόσοφου (1600) τον βρίσκει να στρατεύει κατά των Τούρκων πολλούς Αγραφιώτες – Θεσσαλούς και Ευρυτάνες που τον εμπιστευόντουσαν σαν δικό τους ιεράρχη. Αυτό στάθηκε καταλύτης στις σχέσεις του με τους Τούρκους τους επόμενους μήνες, όταν η επανάσταση δεν τελεσφόρησε.  

Για τη δράση του κατηγορήθηκε και θανατώθηκε τον Δεκέμβριο του 1601 στην έδρα της επισκοπής του, στο Φανάρι της Καρδίτσας. Η είδηση του μαρτυρικού τέλους του αρχιεπισκόπου Σεραφείμ έπεσε σαν κεραυνός στο χώρο των Αγράφων. Τα αντίποινα όμως για την εξέγερση ήταν τόσο σκληρά που δεν άφησαν να εκδηλωθεί άμεσα η αγάπη του ποιμνίου του. Σύντομα αναγνωρίστηκε ως άγιος και η μορφή του συμπεριλήφθη στη ζωγραφική των ναών της περιοχής εξήντα περίπου χρόνια  μετά το μαρτύριό του. Εικονίζεται για πρώτη φορά το 1667/6 στο ναό της Παναγίας στη Μονή Πελεκητής. 

  • Ιερά κειμήλια 

Ένα από τα καλύτερα δείγματα ξυλογλυπτικής τέχνης του 18ου αιώνα είναι το χρυσοποίκιλτο τέμπλο που συνεχίζει να φέρει τις παλιές εικόνες του 16ου αιώνα. Ο κτήτορας εικονίζεται να κρατά με το αριστερό του χέρι εικόνα του Αγ. Ιωάννου του Προδρόμου. Αξιόλογες είναι οι παραστάσεις των έξι τοπικών αγίων – μαρτύρων, του Σεραφείμ αρχιεπισκόπου Φαναρίου, του Αγ. Βησσαρίωνος επισκόπου Λάρισας, του Αγ. Διονυσίου «του εξ Ολύμπου» από τη Δρακότρυπα (Σκλάταινα) Καρδίτσας, του Αγίου Χαραλάμπους του Χαριτοβλήτη, του Αγ. Δαμιανού και Αγ. Μιχαήλ Αγράφων. Επίσης μεγάλο αριθμό εικόνων διαθέτει το τέμπλο του παρεκκλησιού. Ο προσεκτικός προσκυνητής θα προσέξει στο νάρθηκα μια σπανιότατη απεικόνιση της Βρεφοκρατούσας Θεοτόκου η οποία δεν κάθεται σε θρόνο αλλά οκλαδόν. Επίσης δύο ξυλόγλυπτα προσκυνητάρια.  

Η μονή είναι αφιερωμένη στη Γέννηση της Θεοτόκου. Πολύτιμο κειμήλιο μετά τις τόσες καταστροφές που υπέστη θεωρείται μια μοναδική εικόνα του 1586 με τη Σύλληψη της Αγίας Άννης, της μητέρας της Θεοτόκου. Οι εθνικές περιπέτειες των νεοτέρων χρόνων βοήθησαν να καταδειχθεί ένα θαύμα το οποίο έχει σχέση με την εικόνα της Παμμακάριστου, ένα από τα διασωθέντα κειμήλια της μονής. Κατά τη διάρκεια της λεηλασία και της φωτιάς που έβαλαν οι Γερμανοί το 1943 για να κάμψουν την αντιστασιακή δράση της παραδίδονται στις φλόγες χωρίς διάκριση από τα στασίδια και τα προσκυνητάρια έως  οι εικόνες, τα χειρόγραφα και βιβλία. Δεν έμεινε τίποτα από τα κειμήλια της μονής εκτός από την εικόνα της Παμμακαρίστου, η οποία εμπνέεται από την αντίστοιχη της Κωνσταντινούπολης. Ήταν η μόνη που διασώθηκε, σαν από θαύμα, αφού η μόνη φθορά που υπέστη αφορούσε το χρυσό υπόστρωμά της που γέμισε φουσκάλες.  

Σε αργυρές λειψανοθήκες φυλάσσονται ιερά λείψανα των Αγίων μαρτύρων Ιωάννου Προδρόμου και Βαπτιστού, Αγίων Αναργύρων Κύρου και Ιωάννου, Αγίου Παντελεήμονος του ιαματικού, Αγίου ιερομάρτυρος Ελευθερίου, Αγίου Πέτρου του Αθωνίτου, Αγίας Παρασκευής, Αγίου Τρύφωνος, Αγίου Χαραλάμπους κ.ά.  Από τα πολύτιμα κειμήλιά της, πολυτιμότερη, η κάρα του Αγίου Σεραφείμ που φυλάσσεται επίσης σε αργυρή λειψανοθήκη με παράσταση του μαρτυρίου του αγίου που λατρεύεται σε ολόκληρη την περιοχή αφού από παλιά θεωρείται θαυματουργός στην θεραπεία της πανώλης και κάθε λοιμικής ασθένειας. Και αυτό το κειμήλιο έχει την περιπέτειά του.  

Αυτή ξεκινά την περίοδο του 1821. Τότε καταπνίγεται η επανάσταση στην περιοχή της Νεβρόπολης και η συμφορά με τα αντίποινα των Τούρκων φτάνει στην μονή όπου καταστρέφονται όλα τα κελιά, τα βοηθητικά κτίσματα ενώ λεηλατείται και απογυμνώνεται ο ναός. Πολλά ιερά κειμήλια, εικόνες, βιβλία, το Άγιο Ποτήριο, Ξυλόγλυπτος Σταυρός του 1664, Σταυρός Αγιασμού, αλλά και η κάρα του Αγίου Σεραφείμ, πρόλαβαν και μεταφέρθηκαν από τους καλόγηρους στη Χρύσω (Χρύσου) Ευρυτανίας και σώθηκαν. Από τότε η Χρύσω θεωρείται δεύτερη πατρίδα του, τον έχει άγιο και προστάτη ενώ πολλές οικογένειες δίνουν το όνομα Σεραφείμ στα παιδιά τους. Σήμερα λίγο πριν το χωριό, στο κοίλωμα βράχου υπάρχει ο ναός του Αγίου Σεραφείμ (1994) μια δωρεά του δάσκαλου Χαράλαμπου Μπετχαβά. Με την ίδρυσή της γιορτάζεται και εδώ ο άγιος τρεις φορές το χρόνο, την πρώτη Κυριακή μετά της Παναγίας που έχει κόσμο το χωριό, στις 14 Σεπτεμβρίου (του Σταυρού) επειδή έγινε η πρώτη υπαίθρια λειτουργία από τον ηγούμενο της μονής Κορώνας Ιάκωβο το 1946 και στις 4 Δεκεμβρίου, στην ονομαστική του εορτή.  

Στο μουσείο του μοναστηριού σώζεται ένας αρκετά μεγάλος αριθμός φορητών εικόνων και αμφίων. Μεταξύ τους ξεχωρίζει μια αμφιπρόσωπη εικόνα με την «Σύναξη των Αρχαγγέλων» και το «μαρτύριο του Απόστολου Πέτρου» και τα βαρύτιμα άμφια των αρχιεπισκόπων Αθηνών και πάσης Ελλάδος Δαμασκηνού Παπανδρέου και Σεραφείμ Τίκα. Επίσης ένας αρκετά μεγάλος κατάλογος του πνευματικού πλούτου της μονής αποτελούμενο από κώδικες, χειρόγραφα (ένα τούρκικο – φιρμάνι;) και έντυπα, παλιότερο εκ των οποίων είναι ένα μηνιαίον Σεπτεμβρίου έτους 1524, εκδ. Ενετίας «Παρά Φραγκίσκω των Ιουλιανών αναλώμασι και διορθώσει κυρού Εμμανουήλ του Γλεωζωνίου». Δύο Ευαγγέλια το ένα με αργυρή επένδυση, εκδόσεως Βενετίας 1852 και δεύτερο εκδόσεως Βενετίας 1851.  

  • Η Θέση της μονής

Χτισμένη στις υπώρειες των Αγράφων σε ένα φυσικό απόκρημνο μπαλκόνι που βρίσκεται κοντά στην τοποθεσία «Τσαρδάκι» πολύ κοντά στα παράλια της λίμνης Ν. Πλαστήρα. Το καταπράσινο περιβάλλον γύρω της πραγματικά ξυπνά την επιθυμία για παραπέρα γνωριμία με τον τόπο. Απέχει 7,3 χλμ από το Μεσενικόλα και 8,5 χλμ. από την αρχαία Μητρόπολη μεγάλο θρησκευτικό κέντρο της αρχαιότητας και μια από τις τρείς πιο σημαντικές ισχυρές τειχισμένες αρχαίες πόλεις στα όρια του νομού Καρδίτσας. Πρόσφατα (1994) 1,8 χλμ. από την πόλη ανακαλύφθηκε ναός δωρικού ρυθμού προς τιμή του Απόλλωνα (6ος αι. π.Χ.).   

  • Πρόσβαση  

Εύκολα από ασφαλτόδρομο που φεύγει από Καρδίτσα περνά την τοποθεσία Χίλια Δέντρα, τη Μητρόπολη και ανηφορίζει προς το Μοσχάτο. Λίγο πριν το τελευταίο δείτε πάνω στο δρόμο το παλιό πέτρινο γεφύρι και το μονοπάτι που άλλοτε ήταν η μοναδικό οδός για το χωριό. Μετά το Μοσχάτο ο δρόμος στενεύει και σύντομα φτάνει στην δεξιά δστ. για τη μονή. Σύνολο 16 χλμ. Άλλη εκδοχή είναι από λίμνη Ν. Πλαστήρα όπου ο οικισμός του Μορφοβουνίου. Συνεχείς στροφές θα σας φέρουν στο Μεσενικόλα (αγοράστε από κάποιο μπακάλικο τοπικό φημισμένο κρασί) και σε συνολικά 11 χλμ. φτάσατε.  

  • Πληροφορίες για τους προσκυνητές 

Σήμερα στην ανδρώα μονή είναι εγκατεστημένη αδελφότητα 7 μοναχών με ηγούμενο τον αρχιμανδρίτη Μεθόδιο. Όλοι φροντίζουν για τη φιλοξενία των προσκυνητών τις εργασίες αναστηλώσεων την παρασκευή μοσχοθυμιαμάτων, κεριού και την παραγωγή παραδοσιακών προϊόντων. Εορτάζει στις 8 Σεπτεμβρίου, το Γεννέσιον της Θεοτόκου και στις 4 Δεκεμβρίου τη μνήμη του Αγίου Σεραφείμ του Θαυματουργού, Αρχιεπισκόπου Φαναρίου και Νεοχωρίου.

Επισκέψιμη καθημερινά εκτός  Δευτέρας. Ώρες επισκέψεων Τρίτη – Πέμπτη – Σάββατο  10:00 - 14:00,  Κυριακή 07:00 – 14:00. Τηλ: 2441022250 fax: 2441022251 www.monikoronis.gr e-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.  

ΕΠΙΛΟΓΟΣ  

Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο ότι στις πιο όμορφες τοποθεσίες είτε αυτές είναι στο Αιγαίο, είτε στην ηπειρωτική χώρα υπάρχουν χριστιανικές αδελφότητες στεγασμένες σε κοινόβια μνήμης και αγάπης. Στα μοναστήρια.

Σήμερα, προσκυνητές και μοναχοί θαυμάζουν τα επιβλητικά οικοδομήματα διαβαίνοντας τους κατανυκτικούς χώρους. Εντυπωσιάζονται από τις τοιχογραφίες, τα πανέμορφα ξυλόγλυπτα τέμπλα τις λαμπρές φορητές εικόνες και τα σπάνια κειμήλια. Όλα αυτά σε χώρους καθαγιασμένους από θείες λειτουργίες αιώνων, ποτισμένων από άρωμα λιβανιού, λατρείας και προσευχής εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, εξαγνισμένων με λάδι, αγιασμό και μύρο.  

Το περιβάλλον τους, μια ατμόσφαιρα πλημυρισμένη βυζαντινή μεγαλοπρέπεια, όσα χρόνια και αν πέρασαν από την ίδρυσή τους συνεχίζει να σκορπίζει μηνύματα πίστης, χριστιανικής αγάπης, ελπίδας και υπομονής (Απ. Παύλου Α’ Κορ. 13, 1 – 11) σε μια εξωκόσμια γαλήνια έκσταση.  

«Κατά τη διαμονή μου σ’ ένα μοναστήρι, συνήθιζα να πηγαίνω και να κάθουμαι στο μικρό ναό του κοιμητηρίου, μέσα στους μπαχτσέδες. Από τη μικρή πόρτα του περιβόλου, απ’ όπου βγάνουν ραμμένους στο ράσο τους μοναχούς για να τους θάψουν, είδα κάποτε να ‘ρχεται ένας μισότυφλος ηλικιωμένος καλόγερος.

Προχώρησε ίσαμε την άκρη του κήπου όπου ήταν μια τριανταφυλλιά ξηρή σχεδόν, δίχως άνθη. Φτάνοντας εκεί άφηκε ανάμεσα στ’ άνανθα κλαδιά και φύλλα ένα άνθος που κράταγε και είπε: «πάρε να ‘χεις και συ, να μη σε καταφρονέσουν».

 

Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, Προσεγγίσεις στο Άγιον Όρος, 1952.

 

ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 

  • Βελανιδιώτης Ιεζεκιήλ (Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων), «Αι Μοναί της Πίνδου», Θεολογία τ.6 (1928) 133 – 144, Θεολογία τ.7 (1929) 24 – 48.
  • Βογιατζής Σωτήρης, Συμβολή στην ιστορία της εκκλησιαστικής Αρχιτεκτονικής της Κεντρικής Ελλάδος κατά τον 16ο αιώνα. Οι μονές Αγίου Βησσαρίωνος (Δούσικο) και του Οσίου Νικάνορος (Ζάβορδα), επιμ. Μαρία Καζάκου, Χ.Α.Ε. [Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία] Αθήνα (2000) 25 κ.ε., 33.
  • Βλάχος Ν. Τιμολέων, Τα μοναστήρια του Νομού Καρδίτσας, Ι. Μ. Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων, Θεσσαλονίκη 2007
  • Δεριζιώτης Λεωνίδας, «Ο τοιχογραφικός διάκοσμος του καθολικού της Ιεράς Μονής Κορώνας»,  Καρδιτσιώτικα Χρονικά 3 Καρδίτσα (1997) 47 – 57.
  • Δεριζιώτης Λεωνίδας, «Παράθεση στοιχείων της τοπικής ιστοριογραφίας των Αγράφων», Πρακτικά Α’ Συνεδρίου «Η Αργιθέα στην τουρκοκρατία ως τον 19ο αιώνα», Λεοντίτο (2007) 39 – 44.
  • Καρατζόγλου Α. Γιάννης, «Η Μονή Αγίας Τριάδος Δρακότρυπας (Σκλάταινας)» Εκκλησίες στην Ελλάδα μετά την Άλωση 2, Ε.Μ.Π. Αθήνα (1982) 139 – 150.
  • Καρατζόγλου Α. Γιάννης, «Ναοί με σταυρεπίστεγη ή παραπλήσια κάλυψη στα Θεσσαλικά Άγραφα» Εκκλησίες στην Ελλάδα μετά την Άλωση 5, Ε.Μ.Π. Αθήνα (1998) 93 – 108.
  • Καρατζόγλου Α. Γιάννης, «Παρεκκλήσια προσαρτημένα στα καθολικά των Θεσσαλικών Αγράφων» Εκκλησίες στην Ελλάδα μετά την Άλωση 6, Ε.Μ.Π. Αθήνα (2002) 67 – 82.
  • Κλήμος Αθ. Γιώργος, Το χρονικό της Ιεράς Μονής Πέτρας  Καταφυγίου, Καρδίτσα 2001.
  • Κλήμος Αθ. Γιώργος, «Οι κτήτορες της Μονής Πέτρας – Καταφυγίου»  Καρδιτσιώτικα Χρονικά 3 Καρδίτσα (1997) 101 – 118.
  • Κουρκουτίδου Νικολαΐδου Ευτυχία, ΑΔ 22 Χρονικά Β2 (1967) 313 – 315 & Α.Δ. 23 Χρονικά Β2 (1968) 271 – 272.
  • Μαντζανά Κρυσταλία, «Μεταβυζαντινά τέμπλα της περιοχής των Αγράφων», Καρδιτσιώτικα Χρονικά 3 Καρδίτσα (1997) 87 – 92.
  • Μυλωνάς Μ. Παύλος, «Η Μονή Πέτρας στην Νότια Πίνδο», Εκκλησίες στην Ελλάδα μετά την Άλωση 2, Ε.Μ.Π. Αθήνα (1982)121 – 137.
  • Νημάς Α. Θεόδωρος, Η εκπαίδευση στη δυτική Θεσσαλία κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, Διδ. διατριβή, Αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1995.  
  • Ορλάνδος Κ. Αναστάσιος, Μοναστηριακή Αρχιτεκτονική, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας αρ. 64, 2Αθήνα 1999.
  • Ορλάνδος Κ. Αναστάσιος, Η εν Ελλάδι Εκκλησιαστική Αρχιτεκτονική επί Τουρκοκρατίας, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας αρ. 200, Αθήνα 2000.
  • Ορλάνδος Κ. Αναστάσιος, «Σταχυολογήματα εκ μονών της Πίνδου», Α.Β.Μ.Ε. 5 (1939 – 40) 167 – 197.
  • Παΐσης Κώστας, Το μοναστήρι της «Παναγίας της Πελεκητής» στην Καρύτσα Δολόπων, Εκκλησιαστικό Συμβούλιο Καρύτσας, Αθήνα 1988
  • Παΐσης Κώστας, «Η Μονή της Παναγίας Πελεκητής στην Καρύτσα της Καρδίτσας και η σχέση της με τους δασκάλους του Γένους Ευγένιο Γιαννούλη και Αναστάσιο Γόρδιο», Θεσσαλικό Ημερολόγιο τ.49 Λάρισα (2006) 181 – 192.
  • Πεντζίκης Νικ. Γαβριήλ, Άγιον Όρος, τ. Α’, Explorer, Αθήνα 2003.
  • Σαμαρόπουλος Γ. Απόστολος, Οδηγός του Νομού Καρδίτσης, Καρδίτσα 11901, Περιφερειακές εκδόσεις Ελλα  Λάρισα 21992.
  • Σδρόλια Σταυρούλα, «Η Ζωγραφική της Μονής Πέτρας» Πρακτικά συνεδρίου τα 400 χρόνια (1593 – 1993) της Μονής Πέτρας (επιμ. Θωμά Ε. Ζαρκαδά) Καταφύγιο Καρδίτσας 1994.
Friday the 29th. . Joomla 3.0 templates. All rights reserved.