ΜΟΝΕΣ ΑΓΡΑΦΩΝ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΡΕΝΤΙΝΑΣ
Κείμενο: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
© Μάρτιος 2009
Ιστορία – Ίδρυση
Ο οικισμός της Ρεντίνας βρίσκεται σε δεσπόζουσα θέση στη συμβολή τριών νομών, Φθιώτιδας, Καρδίτσας και Ευρυτανίας. Δικαίως περηφανεύεται ότι στην κτηματική του περιφέρεια διασώθηκαν οι περισσότερες παλιές εκκλησίες των νοτιοανατολικών Αγράφων. Πολύτιμα μνημεία όλα, όμως ένα ξεχωρίζει. Είναι η μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Ρεντίνας αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου, από τα γνωστότερα και μεγαλύτερα μοναστήρια της περιοχής αλλά και της χριστιανοσύνης. Αποτελεί καύχημα για την κωμόπολη, τους κατοίκους της, ενώ ταυτόχρονα συνιστά πεδίο μελέτης για πολλές επιστήμες.
Απέχει έξι χλμ. από την Ρεντίνα που είναι έδρα του ομώνυμου Δήμου. Ο χρόνος ίδρυσής της σύμφωνα με την παράδοση ανάγεται στη βυζαντινή περίοδο (9ος ή 10ος αι.), ενώ υπάρχουν ακριβείς ειδήσεις για ανακαίνιση του καθολικού το 1579. Νέα ανακαίνιση γίνεται το 1640 με δαπάνες της οικογένειας Στραβοένογλου (σύμφωνα με την επιγραφή – Στραβογγίνη κανονικά), με καταγωγή το Σμόκοβο. Μεγάλη πνευματική αλλά και υλική ακμή γνώρισε η μονή κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας όταν είχε 50 μοναχούς και πολλά μετόχια, στην περιφέρεια της Ρεντίνας αλλά και στο Σμόκοβο, Φάρσαλα, Δομοκό κ.ά. Ήταν σταυροπηγιακή με επικυρωμένα προνόμια από πατριαρχικό σιγίλιο του οικουμενικού πατριάρχη Σαμουήλ (1764). Υπήρξε σημαντικό εκκλησιαστικό κέντρο και διατηρούσε στενούς δεσμούς με το Φανάρι και το Άγιον Όρος καθώς και τη Ρωσία, όπου συντηρούσε μετόχι, το οποίο έδωσε στη μονή την προσωνυμία «Ρωσικόν».
Στο χώρο της λειτούργησε νοσοκομείο για τους απόρους των γειτονικών χωριών, ενώ στα μέσα του 18ου αιώνα σε συνάρτηση με τον κοινωνικό χώρο και τον πλούτο της περιοχής ιδρύθηκε σχολείο κοινών γραμμάτων. Το 1757 δίδασκε εδώ ο παπα Δημήτρης, ο οποίος αλληλογραφούσε με τον γνωστό λόγιο Ζαγοριανό πατριάρχη Καλλίνικο Δ’. Στις αρχές του 19ου αι. έγινε ανώτερη σχολή και πλέον εκτός από τα γραμματολογικά μαθήματα, διδάσκονται αρχαία ελληνικά και λατινικά ενώ αναφέρεται ότι διατηρούσε σημαντική βιβλιοθήκη. Μεγάλη προσφορά στη λειτουργία του είχε η οικογένεια Τσολάκογλου μια από τις επιφανέστερες οικογένειες της Ρεντίνας απόφοιτοι της ομώνυμης σχολής. Στη μνήμη των κατοίκων παραμένει έντονη η παράδοση για τις μεγάλες αποθήκες της μονής, όπου φύλαγε τεράστια βαρέλια κρασιών 25 – 30 «φορτώματα έκαστον». Το κρασί μεταφερόταν από τα πατητήρια σε αυτά τα θεόρατα «βαγένια» όχι με δοχεία, αλλά με σωλήνες «ρύακος δίκην».
Στους αιώνες που πέρασαν από την ίδρυσή του στέγασε πλήθος μοναχών αλλά πολλές φορές τις τοπικές επαναστάσεις και τα κινήματα όπως των ετών 1848, 1854, 1867, οπότε και υπέστη σημαντικές καταστροφές κατά τις συγκρούσεις με τους Τούρκους. Το 1881, όταν απελευθερώθηκε η Θεσσαλία είχε 7 μοναχούς αλλά και πολλές καταστροφές. Στα επόμενα χρόνια εγκαταλείφθηκε και το 1907 συγχωνεύεται με τη μονή Πέτρας. Επανιδρύεται το 1926 από τον μακαριστό μητροπολίτη Ιεζεκιήλ Βελανιδιώτη με αδελφότητα τριών μοναχών και το 1931 μαζί με τη μονή Πέτρας υπάγονται στην Ιερά Μονή Κορώνης ως μετόχια. Από το 1930 έως το 1947 ηγούμενος της μονής διετέλεσε ο Ιερομόναχος Αβράμιος (Ρούσκας) που εκτελέστηκε και βρήκε μαρτυρικό θάνατο κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου πολέμου.
Το 1974 με αρχιτεκτονική μελέτη του αρχιτέκτονα Ευαγγελου Χαιδά από τη Ρεντίνα άρχισαν οι πετυχημένες εργασίες αναστήλωσης των κελιών, του εξωνάρθηκα, ο καλλωπισμός του περιβόλου και ο καθαρισμός του εξωτερικού χώρου. Μαζί με την ανακεράμωση ξεκίνησε μια νέα εποχή για το ιστορικό μοναστήρι. Όλες οι εργασίες έγιναν με δωρεές των προσκυνητών κυρίως όμως με πρωτοβουλία των συλλόγων της Ρεντίνας. Αργότερα, τη δεκαετία του 1980 ήρθε η 7η Ε.Β.Α Λάρισας η οποία συντήρησε και καθάρισε τις τοιχογραφίες. Από το 2000 λειτουργεί ως γυναικεία Μονή, της οποίας η αδελφότητα συνεχίζει τη μοναστική παράδοση μεριμνώντας για τη εξυπηρέτηση των προσκυνητών και τη συντήρηση των κτισμάτων.
- Το κτηριακό συγκρότημα
Από τα λίγα κτηριακά συγκροτήματα μονών που διασώζει το μεγαλύτερο μέρος της αρχικής αρχιτεκτονικής μορφής της. Αυτή ήταν τετράπλευρη φρουριακού χαρακτήρα με αντίστοιχες πτέρυγες «υπέρ των πεντήκοντα κελιών» γύρω από το καθολικό. Σήμερα σώζονται η ανατολική και η δυτική σε ένα τμήμα της τριώροφη ενώ όλες διαθέτουν ξύλινα μπαλκόνια – διαδρόμους.
Ο ναός είναι αθωνίτικου τύπου κατάγραφος με τοιχογραφίες που έγιναν με δαπάνη της οικογένειας Στραβοένογλου. Πρόκειται για την ίδια αρχοντική οικογένεια ευεργετών της εποχής η οποία ανακαίνισε τη μονή και βοήθησε πολλαπλώς και οικονομικά τον τόπο τους. Πλούσιοι έμποροι με οικονομικές δραστηριότητες σε βαλκανικές χώρες μέλη της οποίας είναι οι αδελφοί Φράγκος και Μόσχος οι οποίοι φέρονται ως κτήτορες αρκετών πέτρινων γεφυριών, λιθόστρωτων δρόμων, την εκκλησία των Ταξιαρχών, των λουτρών Σμοκόβου ενώ εικονίζονται ως κτήτορες της ιστόρησης του 1662. Αυτή η διακόσμηση του καθολικού έγινε από μια μεγάλη καλλιτεχνική προσωπικότητα αυτής της εποχής στη Θεσσαλία, το ζωγράφο Ιωάννη που ήταν από τους σπουδαιότερους συνεχιστές της μακεδονικής σχολής, σύμφωνα με τον Πάνο Βασιλείου.
Ο ίδιος εργάστηκε σε σημαντικά μοναστήρια της Μαγνησίας. Είχε το προτέρημα να συνδυάζει τις κατακτήσεις μεγάλων τοιχογράφων του 16ου αι. όπως ο Φράγγος Κατελάνος, με τα νέα θέματα των κρητικών εικόνων της εποχής. Το τέμπλο επίσης με πολύ ωραίο διάκοσμο με ρίζες κυρίως στην βυζαντινή παράδοση και επιδράσεις από τη δυτική τέχνη, με ποικιλία χρωμάτων σε ένα ισορροπημένο διακοσμητικό αποτέλεσμα.
Βόρεια και νότια του νάρθηκα βρίσκονται προσαρτημένα τα δύο ξυλόστεγα παρεκκλήσια του καθολικού. Το βόρειο τιμάται στη μνήμη των Αγίων Πέτρου, Παύλου και Νικολάου και είναι κατάγραφο εσωτερικά όσο και στο πάνω μέρος της εισόδου, όπου η νεκρική σκηνή με τον Αββά Σισώη να θρηνεί τα εγκόσμια. Μια σκηνή που συνηγορεί στο νεκρικό χαρακτήρα του παρεκκλησιού πόσο μάλλον που αυτό βρίσκεται πάνω από το υπόγειο οστεοφυλάκιο του καθολικού. Στο νότιο και παλιότερο τιμάται η μνήμη του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου ενώ όλα τα αρχικά επιχρίσματα έχουν πέσει. Δεν υπάρχουν επιγραφές σε κανένα. Ένα τρίτο, ‘’κρυφό’’ παρεκκλήσι του Τιμίου Σταυρού βρίσκεται δίπλα στο ηγουμενείο στον τρίτο όροφο της δυτικής πτέρυγας των κελιών «με ωραίον χρυσοποίκιλτον τέμπλον» και θολωτή κρύπτη για τα κειμήλια ή σύμφωνα με την παράδοση ‘’κρυφό σχολείο’’.
- Ιερά κειμήλια
Ένα χρόνο πριν την μελέτη και την αναστήλωση της μονής κλάπηκαν 14 εικόνες και δύο λειψανοθήκες, όλα μεγάλης αξίας. Στην ιερά μονή σήμερα βρίσκεται αποθησαυρισμένο τμήμα της κάρας του Αγίου Ιερομάρτυρος Βασιλείου πρεσβυτέρου της εκκλησίας της Άγκυρας, του οποίου η μνήμη τιμάται στις 22 Μαρτίου και είναι ιδιαίτερα αγαπητός στους κατοίκους των γύρω χωριών. Ο άγιος έζησε τον 4ο αιώνα και μαρτύρησε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας το 362 μ. Χ. από τον Ιουλιανό τον Παραβάτη. Η λειψανοθήκη φέρει την χρονολογία 1780 και είναι άγνωστο το πώς κατέληξε στην μονή.
Ο μακαριστός αρχιμανδρίτης Λουκάς Δεπουντής αναφέρει έναν τόμο «δεμένο καλά με δέρμα και σανίδες» που περιείχε δύο μηνιαία Ιουλίου – Αυγούστου με χαλκογραφία στην προμετωπίδα έκδοσης Σπινέλου Ανδρέα το 1548. Επίσης, ο αείμνηστος καθηγητής Αν. Ορλάνδος αναφέρει ένα παλιότερο του Οκτωβρίου έκδοσης 1512, ενώ ο αείμνηστος Σαμαρόπουλος συγγραφέας του «Οδηγού Καρδίτσης» γράφει για αυτοκρατορικά χρυσόβουλα που σήμερα αγνοούνται. Επίσης ερμάριο και τρία προσκυνητάρια με ένθετη διακόσμηση από μάργαρο.
Αξιότιμα και ενδιαφέροντα για μελέτη κειμήλια φυλάσσονται στο εκκλησιαστικό μουσείο βυζαντινής και μεταβυζαντινής τέχνης της Ρεντίνας. Στεγάζεται στον Ι. Ν. Αγίου Γεωργίου όμως γίνεται μελέτη για τη μεταφορά του σε χώρο της εκκλησίας κοντά στον Άγιο Νικόλαο. Εκεί θα εκτεθούν σε προθήκες όλα τα κειμήλια των εκκλησιών της κωμόπολης: χρυσό Άγιο Ποτήριο, βημόθυρα, δωδεκάορτα, άμφια, θυμιατά, καντήλες, δεκάδες βιβλία από τον 15ο αιώνα και περίπου 400 εικόνες. Ανάμεσά τους η πολύ σημαντική της Παναγίας του 1579, έργο του φημισμένου ζωγράφου Δροσινού από το Φανάρι.
- Η Θέση της μονής
Η ιερά μονή βρίσκεται στα 770 μ. υψ. σε θέση με πανοραμική θέα ενώ ταυτόχρονα περιτριγυρίζεται από πλούσια βλάστηση. Η ευρύτερη περιοχή διαθέτει κάποια από τα ωραιότερα δάση στα νοτιοανατολικά Άγραφα με έλατα, βελανιδιές, οξιές και θαυμάσιους βιότοπους με σπάνια χλωρίδα και πανίδα. Πρόσφατα μάλιστα που ολοκληρώθηκε το φράγμα του Σμοκόβου δημιουργήθηκε κοντά της μια πανέμορφη λίμνη ιδανικός τόπος για δραστηριότητες ή περιπάτους. Το ήπιο κλίμα της προκαλεί για πεζοπορία ενώ στη κοντινή αρχοντική Ρεντίνα θα βρείτε υποδομή για διαμονή αλλά και τους αξιόλογους ναούς της Κοιμήσεως με σπουδαίο τέμπλο του 17ου αιώνα, τον Άγιο Γεώργιο με πλούσια αφιερώματα του προεστού της Ρεντίνας Δημήτριου Τσολάκογλου και εκπληκτικό ξύλινο ταβάνι, τον Άγιο Νικόλαο στην πρώτη πλατανοσκέπαστη πλατεία. Επίσης το διάσημο στο χώρο του νομού Καρδίτσας μουσείο Εθνικής Αντίστασης που στεγάζεται στο επιβλητικό Σχολείο του 1912, δωρεά του Ανδρέα Συγγρού.
- Πρόσβαση
Αρκετοί δρόμοι οδηγούν στη Ρεντίνα. Οι δύο προσφιλείς είναι ασφαλτοστρωμένοι και διασχίζουν πανέμορφα τοπία, όπως όλα τα Αγραφιώτικα. Πριν το Καρπενήσι στον οικισμό Άγιος Γεώργιος ξεκινά η πρώτη διαδρομή ανεβαίνει Φουρνά και λίγο πριν το χωριό φεύγει δεξιά για Ρεντίνα (+/- 37 χλμ. + 6 για τη μονή). Η δεύτερη ξεκινά από Καρδίτσα, Λουτρά Σμοκόβου, Λουτροπηγή (Σμόκοβο), Ρεντίνα (+/- 54 χλμ. + 6 για τη μονή).
- Πληροφορίες για τους προσκυνητές
Στις μέρες μας, μετά από μακρά περίοδο ερήμωσης, φιλοξενεί γυναικεία αδελφότητα με πέντε μοναχές. Ηγουμένη η γερόντισσα Φιλοθέη. Πανηγυρίζει στις 15 Αυγούστου της Παναγίας και στις 22 Μαρτίου του Αγίου Βασιλείου. Επισκέψιμη καθημερινά από Δευτέρα έως Κυριακή 08:00 – 17:00 το χειμώνα και 19:00 το καλοκαίρι. Τηλ: 2443071206 fax: 2443071370.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο ότι στις πιο όμορφες τοποθεσίες είτε αυτές είναι στο Αιγαίο, είτε στην ηπειρωτική χώρα υπάρχουν χριστιανικές αδελφότητες στεγασμένες σε κοινόβια μνήμης και αγάπης. Στα μοναστήρια.
Σήμερα, προσκυνητές και μοναχοί θαυμάζουν τα επιβλητικά οικοδομήματα διαβαίνοντας τους κατανυκτικούς χώρους. Εντυπωσιάζονται από τις τοιχογραφίες, τα πανέμορφα ξυλόγλυπτα τέμπλα τις λαμπρές φορητές εικόνες και τα σπάνια κειμήλια. Όλα αυτά σε χώρους καθαγιασμένους από θείες λειτουργίες αιώνων, ποτισμένων από άρωμα λιβανιού, λατρείας και προσευχής εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, εξαγνισμένων με λάδι, αγιασμό και μύρο. Το περιβάλλον τους, μια ατμόσφαιρα πλημυρισμένη βυζαντινή μεγαλοπρέπεια, όσα χρόνια και αν πέρασαν από την ίδρυσή τους συνεχίζει να σκορπίζει μηνύματα πίστης, χριστιανικής αγάπης, ελπίδας και υπομονής (Απ. Παύλου Α’ Κορ. 13, 1 – 11) σε μια εξωκόσμια γαλήνια έκσταση.
«Κατά τη διαμονή μου σ’ ένα μοναστήρι, συνήθιζα να πηγαίνω και να κάθουμαι στο μικρό ναό του κοιμητηρίου, μέσα στους μπαχτσέδες. Από τη μικρή πόρτα του περιβόλου, απ’ όπου βγάνουν ραμμένους στο ράσο τους μοναχούς για να τους θάψουν, είδα κάποτε να ‘ρχεται ένας μισότυφλος ηλικιωμένος καλόγερος.
Προχώρησε ίσαμε την άκρη του κήπου όπου ήταν μια τριανταφυλλιά ξηρή σχεδόν, δίχως άνθη. Φτάνοντας εκεί άφηκε ανάμεσα στ’ άνανθα κλαδιά και φύλλα ένα άνθος που κράταγε και είπε: «πάρε να ‘χεις και συ, να μη σε καταφρονέσουν».
Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, Προσεγγίσεις στο Άγιον Όρος, 1952.
ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Βελανιδιώτης Ιεζεκιήλ (Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων), «Αι Μοναί της Πίνδου», Θεολογία τ.6 (1928) 133 – 144, Θεολογία τ.7 (1929) 24 – 48.
- Βογιατζής Σωτήρης, Συμβολή στην ιστορία της εκκλησιαστικής Αρχιτεκτονικής της Κεντρικής Ελλάδος κατά τον 16ο αιώνα. Οι μονές Αγίου Βησσαρίωνος (Δούσικο) και του Οσίου Νικάνορος (Ζάβορδα), επιμ. Μαρία Καζάκου, Χ.Α.Ε. [Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία] Αθήνα (2000) 25 κ.ε., 33.
- Βλάχος Ν. Τιμολέων, Τα μοναστήρια του Νομού Καρδίτσας, Ι. Μ. Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων, Θεσσαλονίκη 2007
- Δεριζιώτης Λεωνίδας, «Ο τοιχογραφικός διάκοσμος του καθολικού της Ιεράς Μονής Κορώνας», Καρδιτσιώτικα Χρονικά 3 Καρδίτσα (1997) 47 – 57.
- Δεριζιώτης Λεωνίδας, «Παράθεση στοιχείων της τοπικής ιστοριογραφίας των Αγράφων», Πρακτικά Α’ Συνεδρίου «Η Αργιθέα στην τουρκοκρατία ως τον 19ο αιώνα», Λεοντίτο (2007) 39 – 44.
- Καρατζόγλου Α. Γιάννης, «Η Μονή Αγίας Τριάδος Δρακότρυπας (Σκλάταινας)» Εκκλησίες στην Ελλάδα μετά την Άλωση 2, Ε.Μ.Π. Αθήνα (1982) 139 – 150.
- Καρατζόγλου Α. Γιάννης, «Ναοί με σταυρεπίστεγη ή παραπλήσια κάλυψη στα Θεσσαλικά Άγραφα» Εκκλησίες στην Ελλάδα μετά την Άλωση 5, Ε.Μ.Π. Αθήνα (1998) 93 – 108.
- Καρατζόγλου Α. Γιάννης, «Παρεκκλήσια προσαρτημένα στα καθολικά των Θεσσαλικών Αγράφων» Εκκλησίες στην Ελλάδα μετά την Άλωση 6, Ε.Μ.Π. Αθήνα (2002) 67 – 82.
- Κλήμος Αθ. Γιώργος, Το χρονικό της Ιεράς Μονής Πέτρας Καταφυγίου, Καρδίτσα 2001.
- Κλήμος Αθ. Γιώργος, «Οι κτήτορες της Μονής Πέτρας – Καταφυγίου» Καρδιτσιώτικα Χρονικά 3 Καρδίτσα (1997) 101 – 118.
- Κουρκουτίδου Νικολαΐδου Ευτυχία, ΑΔ 22 Χρονικά Β2 (1967) 313 – 315 & Α.Δ. 23 Χρονικά Β2 (1968) 271 – 272.
- Μαντζανά Κρυσταλία, «Μεταβυζαντινά τέμπλα της περιοχής των Αγράφων», Καρδιτσιώτικα Χρονικά 3 Καρδίτσα (1997) 87 – 92.
- Μυλωνάς Μ. Παύλος, «Η Μονή Πέτρας στην Νότια Πίνδο», Εκκλησίες στην Ελλάδα μετά την Άλωση 2, Ε.Μ.Π. Αθήνα (1982)121 – 137.
- Νημάς Α. Θεόδωρος, Η εκπαίδευση στη δυτική Θεσσαλία κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, Διδ. διατριβή, Αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1995.
- Ορλάνδος Κ. Αναστάσιος, Μοναστηριακή Αρχιτεκτονική, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας αρ. 64, 2Αθήνα 1999.
- Ορλάνδος Κ. Αναστάσιος, Η εν Ελλάδι Εκκλησιαστική Αρχιτεκτονική επί Τουρκοκρατίας, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας αρ. 200, Αθήνα 2000.
- Ορλάνδος Κ. Αναστάσιος, «Σταχυολογήματα εκ μονών της Πίνδου», Α.Β.Μ.Ε. 5 (1939 – 40) 167 – 197.
- Παΐσης Κώστας, Το μοναστήρι της «Παναγίας της Πελεκητής» στην Καρύτσα Δολόπων, Εκκλησιαστικό Συμβούλιο Καρύτσας, Αθήνα 1988
- Παΐσης Κώστας, «Η Μονή της Παναγίας Πελεκητής στην Καρύτσα της Καρδίτσας και η σχέση της με τους δασκάλους του Γένους Ευγένιο Γιαννούλη και Αναστάσιο Γόρδιο», Θεσσαλικό Ημερολόγιο τ.49 Λάρισα (2006) 181 – 192.
- Πεντζίκης Νικ. Γαβριήλ, Άγιον Όρος, τ. Α’, Explorer, Αθήνα 2003.
- Σαμαρόπουλος Γ. Απόστολος, Οδηγός του Νομού Καρδίτσης, Καρδίτσα 11901, Περιφερειακές εκδόσεις Ελλα Λάρισα 21992.
- Σδρόλια Σταυρούλα, «Η Ζωγραφική της Μονής Πέτρας» Πρακτικά συνεδρίου τα 400 χρόνια (1593 – 1993) της Μονής Πέτρας (επιμ. Θωμά Ε. Ζαρκαδά) Καταφύγιο Καρδίτσας 1994.